ΑΞΙΟΘΑΥΜΑΣΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ, ΕΓΚΑΤΑΛΕΛΕΙΜΜΕΝΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ
Ο Alan και η Gyan, και οι δύο δάσκαλοι, πάσχουν από μυϊκή δυστροφία. Η μετακίνηση ήταν πάντα δύσκολη γι’ αυτούς, αλλά καθώς οι βόμβες της ένοπλης ομάδας που αυτοαποκαλείται Ισλαμικό Κράτος (IS) χτύπησαν το σπίτι τους στο Al-Hasakah, στη βορειοανατολική Συρία, η οικογένεια ήξερε ότι είχε έρθει η ώρα να μετακινηθούν. Μα πού θα μπορούσαν να πάνε;
της Monica Costa Riba, Υπεύθυνης Εκστρατειών της Διεθνούς Αμνηστίας
Δεμένοι στις δυο πλευρές ενός αλόγου, ο 30-χρονος Alan Mohammad και η 28-χρονη αδελφή του Gyan διέσχισαν, τον περασμένο Φεβρουάριο, απόκρημνα βουνά από το Ιράκ προς την Τουρκία. Η μια αδελφή τους περπατούσε μπροστά οδηγώντας το άλογο. Η μητέρα, ο αδελφός τους και η μικρότερη αδελφή τους ακολουθούσαν, σπρώχνοντας τα βαριά αναπηρικά αμαξίδια στο απότομο χωμάτινο μονοπάτι.
Μας είπαν πως επιχείρησαν τρεις φορές να διασχίσουν τα σύνορα προς την Τουρκία, αλλά κάθε φορά η τουρκική αστυνομία πυροβολούσε εναντίον τους. Για το λόγο αυτό δοκίμασαν μια διαφορετική οδό διαφυγής, και πέρασαν τα σύνορα προς το Ιράκ. Η οικογένεια έμεινε στο Ιράκ για ενάμιση χρόνο, έως ότου έφτασε εκεί και ο IS, οπότε και έπρεπε και πάλι να διαφύγουν. Από το σημείο εκείνο ο πατέρας τους συνέχισε με τη μικρότερη αδελφή τους και τελικά εκείνοι κατάφεραν να φτάσουν στη Γερμανία.
Συνάντησα για πρώτη φορά τον Alan τον Ιούλιο στο στρατόπεδο προσφύγων στη Ριτσώνα, περίπου 80 χιλιόμετρα από την Αθήνα. «Ήταν ένα πολύ δύσκολο ταξίδι» μου είπε « διότι όλα τα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών [Ιράκ και Τουρκία] είναι βουνά».
Μόλις έφτασε στην Τουρκία, η οικογένεια κατάφερε να επικοινωνήσει με κάποιον λαθρέμπορο, στον οποίο έδωσαν $ 750 ο καθένας για να περάσουν στην Ελλάδα. Η οικογένεια περιέγραψε πώς οι διακινητές τους διαβεβαίωσαν ότι θα υπήρχαν περίπου 30 άτομα στην βάρκα και πως θα είχε εννέα μέτρα μήκος. Ωστόσο όταν έφτασαν στην παραλία είδαν ότι επρόκειτο για ένα φουσκωτό σκάφος μόλις έξι μέτρων ενώ υπήρχαν περίπου 60 άτομα που απαιτούσαν να επιβιβαστούν στο σκάφος. Οι λαθρέμποροι είπαν στα δύο αδέλφια ότι δεν υπήρχε χώρος για τα αναπηρικά αμαξίδιά τους.
Για ανθρώπους χωρίς κινητικά προβλήματα (σ.σ.το ταξίδι) είναι πολύ δύσκολο. Αλλά για τα άτομα με αναπηρία είναι σαν ένα θαύμα.
Alan
Δεν είχαν άλλη επιλογή από το να αφήσουν τα αναπηρικά αμαξίδια στην ακτή και με τη βοήθεια της οικογένειάς τους να στριμωχτούν μέσα στο σκάφος.
Λίγο μετά αφότου ξεκίνησαν, η μηχανή σταμάτησε να λειτουργεί σωστά και εν τέλει έσβησε οπότε και βρέθηκαν αβοήθητοι στα τουρκικά ύδατα.
«Ήταν τρομακτικό. Ήμασταν στο νερό για περίπου τέσσερις ώρες», θυμάται ο Alan. «Κάθε φορά που κοιτούσα γύρω μου, έβλεπα μωρά και παιδιά να κλαίνε. Κάποια στιγμή η μητέρα μου λιποθύμησε και η αδελφή μου μού είπε ότι δεν μπορούσε να συνεχίσει άλλο».
Τελικά κάποια άτομα από τη βάρκα κατάφεραν να βάλουν και πάλι σε λειτουργία τον κινητήρα και έτσι συνέχισαν το ταξίδι τους. Διασώθηκαν από την ελληνική ακτοφυλακή και μεταφέρθηκαν στο νησί της Χίου, όπου και προσέφεραν αναπηρικά αμαξίδια στον Alan και στη Gyan.
Έφτασαν στο νησί στις 12 Μαρτίου, λίγες μόλις ημέρες αφότου η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας τέθηκε σε ισχύ. Τα σύνορα των άλλων ευρωπαϊκών χωρών ήταν πλέον κλειστά γι’ αυτούς.
Οι ελπίδες τους ότι θα έπαιρναν άδεια για να επανενωθούν με τον πατέρα τους στη Γερμανία διαψεύσθηκαν και μια συνάντηση με το Γραφείο της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Ασύλου για να συζητήσουν το θέμα της οικογενειακής επανένωσης δεν έλαβε εν τέλει χώρα. Στον αντίποδα, η οικογένεια εξαναγκάστηκε να επιβιβαστεί σε ένα πλοίο για την ηπειρωτική χώρα και από εκεί μεταφέρθηκε με λεωφορείο στον καταυλισμό προσφύγων στη Ριτσώνα.
Η Ριτσώνα είναι ένας απομονωμένος ανοικτός καταυλισμός σε μια εγκαταλελειμμένη στρατιωτική βάση που βρίσκεται στη μέση ενός δάσους. Οι φυσικές συνθήκες εκεί είναι δύσκολες, με υψηλές θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια της ημέρας. Το φαγητό που παρέχεται είναι τόσο κακό που μεγάλο μέρος του πετάγεται στα σκουπίδια, προσελκύοντας τα αγριογούρουνα. Το αμμώδες έδαφος και οι προεξέχουσες ρίζες των δέντρων καθιστούν ιδιαίτερα δύσκολη τη μετακίνηση για τον Alan και τη Gyan, ενώ με το χειμώνα να πλησιάζει οι συνθήκες αναμένεται να γίνουν πολύ χειρότερες.
Θέλω να πω στους ευρωπαίους πολίτες που θέλουν να καλωσορίσουν τους πρόσφυγες, πως τους ευχαριστούμε. Και στους υπόλοιπους, να μη φοβούνται
Alan
Ωστόσο, παρά τις δυσκολίες αυτές, ο Alan παραμένει αισιόδοξος. Διδάσκει αγγλικά σε μια αυτοσχέδια τάξη που έχουν δημιουργήσει μη κυβερνητικές οργανώσεις και ο ενθουσιασμός των παιδιών έρχεται σε έντονη αντίθεση με τις άθλιες συνθήκες του καταυλισμού. Το κλείσιμο της λεγόμενης βαλκανικής οδού προς τη βόρεια Ευρώπη και η αποτυχία των ευρωπαίων ηγετών για να επανεγκαταστήσουν και να μετεγκαταστήσουν τους πρόσφυγες, έχει ως αποτέλεσμα σχεδόν 60.000 πρόσφυγες και μετανάστες να ζουν, σε ένα καθεστώς διαρκούς φόβου και αβεβαιότητας, εγκαταλελειμμένοι στην Ελλάδα. Αυτό σημαίνει επίσης ότι ο Alan και η οικογένειά του θα παραμείνουν αποκομμένοι από τον πατέρα και τη μικρότερη αδελφή τους για άγνωστο χρονικό διάστημα.
Ο Alan ωστόσο εξακολουθεί να ελπίζει ότι τα πράγματα θα αλλάξουν. «Εδώ έχουμε γιατρούς και δασκάλους. Αφήσαμε τη χώρα μας λόγω του πολέμου» λέει. «Θέλω να πω στους ευρωπαίους πολίτες που θέλουν να καλωσορίσουν τους πρόσφυγες, πως τους ευχαριστούμε. Και στους υπόλοιπους, να μη φοβούνται».
Ανάλαβε δράση. Ζήτησε από τις ελληνικές αρχές να αντιμετωπίσουν τις επείγουσες ανάγκες των ανθρώπων που φιλοξενεί η Ελλάδα με τους διαθέσιμους ευρωπαϊκούς πόρους και φυσικά από την Ευρώπη να την βοηθήσει σε αυτό.
Αυτό το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά από το CNN: http://edition.cnn.com/2016/09/07/opinions/fleeing-syria-in-a-wheelchair-amanpour-costa-riba/index.html