
ΚΟΥΒΑ: Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΜΝΗΣΤΙΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΕΙ ΤΕΣΣΕΡΑ ΑΤΟΜΑ ΩΣ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΕΣ/ΟΥΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ ΕΝ ΜΕΣΩ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗΣ
Σε ένα πλαίσιο συστηματικών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενός εντελώς περιορισμένου χώρου για την κοινωνία των πολιτών και της ποινικοποίησης κάθε μορφής διαφωνίας, η Διεθνής Αμνηστία ανακήρυξε σήμερα τον πολιτικό αντιφρονούντα Félix Navarro, την ανεξάρτητη δημοσιογράφο και Dama de Blanco Sayli Navarro, τον διαδηλωτή της 11J Roberto Pérez Fonseca και τον ακτιβιστή Luis Robles ως φυλακισμένες/ους συνείδησης.
«Αυτοί οι χαρακτηρισμοί αποτελούν αναγνώριση των δεκάδων ανθρώπων που παραμένουν στη φυλακή στην Κούβα επειδή ασκούν ειρηνικά τα δικαιώματά τους και όλων εκείνων που ζουν υπό συνεχή παρακολούθηση, παρενόχληση και απειλή για ποινικοποίηση. Μια αναγνώριση του θάρρους και της αντίστασης του λαού της Κούβας που αντιστέκεται στη συνεχή και γενικευμένη καταστολή και αγωνίζεται για τα δικαιώματά του και τα δικαιώματα όλων των ανθρώπων», δήλωσε η Ana Piquer, Διευθύντρια της Διεθνούς Αμνηστίας για την Αμερική.
Αυτοί οι χαρακτηρισμοί αποτελούν αναγνώριση των δεκάδων ανθρώπων που παραμένουν στη φυλακή στην Κούβα επειδή ασκούν ειρηνικά τα δικαιώματά τους, καθώς και όλων εκείνων που ζουν υπό συνεχή παρακολούθηση, παρενόχληση και απειλή για ποινικοποίηση. Μια αναγνώριση του θάρρους και της αντίστασης του λαού της Κούβας που αντιστέκεται στη συνεχή και γενικευμένη καταστολή και αγωνίζεται για τα δικαιώματά του και τα δικαιώματα όλων των ανθρώπων.
— Ana Piquer, διευθύντρια Αμερικής της Διεθνούς Αμνηστίας
Ο Félix Navarro είναι ένας 71χρονος πολιτικός αντιφρονούντας και ιδρυτής του Κόμματος για τη Δημοκρατία «Pedro Luis Boitel». Για πάνω από 30 χρόνια, υπήρξε συντονιστής της Πατριωτικής Ένωσης της Κούβας και έχει συνδεθεί με την πλατφόρμα «Η Κούβα αποφασίζει» και το Συμβούλιο για τη Δημοκρατική Μετάβαση στην Κούβα. Ο Félix εκτίει σήμερα την τρίτη ποινή φυλάκισης για πολιτικούς λόγους. Φυλακίστηκε το 1992 με την κατηγορία της «εχθρικής προπαγάνδας» επειδή ανάρτησε αφίσες «κατά της επανάστασης» στην πόλη του. Το 2003 καταδικάστηκε σε 25 χρόνια φυλάκιση στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας που ακολούθησε την καταστολή της «Μαύρης Άνοιξης», μαζί με άλλους 75 αντιφρονούντες, δημοσιογράφους, ακτιβίστριες και ακτιβιστές. Στο πλαίσιο αυτό, κηρύχθηκε κρατούμενος συνείδησης από τη Διεθνή Αμνηστία. Αφέθηκε ελεύθερος με εξώδικη άδεια στις 23 Μαρτίου 2011, μαζί με τον επίσης κρατούμενο συνείδησης José Daniel Ferrer, ως ο τελευταίος από την ομάδα των 75 που απελευθερώθηκε, αφού προηγουμένως είχε αρνηθεί να αφεθεί ελεύθερος με αντάλλαγμα την εξορία.
Η Sayli Navarro, η κόρη του, είναι μια 38χρονη ακτιβίστρια και συνιδρύτρια των Damas de Blanco (Κυρίες με τα Λευκά), μιας ομάδας μητέρων, συζύγων και θυγατέρων της ομάδας των 75 ατόμων που συνελήφθησαν κατά τη διάρκεια της «Μαύρης Άνοιξης». Η Sayli ζει με τις συνέπειες της κρατικής καταστολής που ασκήθηκε εναντίον του πατέρα της από τότε που ήταν παιδί. Αποβλήθηκε από το πανεπιστήμιο το 2010 λόγω των «αντεπαναστατικών δεσμών» της και έχει συλληφθεί αυθαίρετα, έχει υποβληθεί σε ανακρίσεις και έχει απειληθεί πολλές φορές από πράκτορες της κρατικής ασφάλειας και τις αστυνομικές αρχές.
Οι Félix και Sayli Navarro καταδικάστηκαν τον Μάρτιο του 2022 σε 9 και 8 χρόνια φυλάκισης αντίστοιχα για γεγονότα που σχετίζονται με τις διαδηλώσεις της 11ης και 12ης Ιουλίου 2021. Και οι δύο συνελήφθησαν βίαια στις 12 Ιουλίου στο τοπικό αστυνομικό τμήμα της πόλης Perico, στην επαρχία Matanzas, όταν πήγαν να ενημερωθούν για την κατάσταση των μελών του κινήματός τους που είχαν συλληφθεί κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων της προηγούμενης ημέρας.
Ο Luis Robles, 32 ετών, καταδικάστηκε σε τέσσερα χρόνια και έξι μήνες φυλάκιση τον Μάρτιο του 2022 με την κατηγορία της εχθρικής προπαγάνδας και της ανυπακοής επειδή διαδήλωσε ειρηνικά σε πεζόδρομο στο κέντρο της Αβάνας τον Δεκέμβριο του 2020. Ο Luis κρατούσε ένα πανό που έγραφε «Ελευθερία», «Όχι+Καταστολή» και ''#Free-Denis'' και περπατούσε κυκλικά, ενώ δεκάδες άνθρωποι άρχισαν να τον βιντεοσκοπούν. Ο Luis Robles κράτησε το πανό για αρκετά λεπτά μέχρι που η αστυνομία τον πλησίασε, του πήρε το πανό και τον συνέλαβε, χωρίς ο Luis να προβάλει καμία αντίσταση. Αυτό συνέβη λίγες ημέρες μετά το Κίνημα San Isidro που πραγματοποίησε lockdown και απεργία πείνας για να απαιτήσει την απελευθέρωση του ράπερ Denis Solís. Ο Luis ήθελε να εκφράσει την αλληλεγγύη του στον ράπερ και την υποστήριξή του στο Κίνημα San Isidro.
Ο Roberto Pérez Fonseca, 41 ετών, καταδικάστηκε τον Οκτώβριο του 2021 σε κάθειρξη 10 ετών για τη συμμετοχή του στις διαδηλώσεις της 11ης Ιουλίου 2021. Ο Roberto κατηγορήθηκε για τα αδικήματα της περιφρόνησης, της επίθεσης, της δημόσιας διατάραξης και της υποκίνησης σε διάπραξη εγκλήματος, τα οποία συνήθως χρησιμοποιούνται από τις αρχές της Κούβας εναντίον όσων ασκούν το δικαίωμά τους στην ελευθερία του ειρηνικού συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι. Η Ομάδα Εργασίας των Ηνωμένων Εθνών για την Αυθαίρετη Κράτηση έκρινε ότι η κράτηση του Roberto ήταν αυθαίρετη και αιτιολογήθηκε από την ειρηνική άσκηση του δικαιώματός του στην ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι, καθώς και στην ελευθερία της γνώμης και της έκφρασης. Διαπίστωσε επίσης ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα του Roberto σε δίκαιη και αμερόληπτη δίκη.
Οι χαρακτηρισμοί αυτοί έρχονται στο πλαίσιο της ανανεωμένης καταστολής από τις αρχές της Κούβας κατά ακτιβιστριών/ών, υπερασπιστριών/ών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δημοσιογράφων, διανοουμένων και ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης τις τελευταίες εβδομάδες του Σεπτεμβρίου. Αυτό περιλαμβάνει μια ανησυχητική αύξηση της κακομεταχείρισης, της παρενόχλησης, των αυθαίρετων κρατήσεων, των νέων απειλών ποινικοποίησης, της άρνησης χορήγησης επιδομάτων στις φυλακές και ανησυχητικές αναφορές για επιδείνωση της υγείας και της σωματικής ακεραιότητας των κρατουμένων.
«Μετά την εκτεταμένη κρατική καταστολή που εξαπέλυσαν οι διαδηλώσεις του Ιουλίου του 2021 και με πολλές ακτιβίστριες/ές, πολιτικούς αντιπάλους και αντιφρονούντες να έχουν φυλακιστεί άδικα, το κράτος της Κούβας φαίνεται ότι έχει σκοπό να εξαλείψει κάθε δυνατότητα αντίστασης εντός της κουβανικής κοινωνίας, η οποία επεκτείνεται πλέον σε σχέδια, χώρους και ακτιβισμό που δεν συνδέονται με την παραδοσιακή πολιτική αντιπολίτευση ή διαφωνία, πρόσθεσε η Ana Piquer.
Μετά την εκτεταμένη κρατική καταστολή που εξαπέλυσαν οι διαδηλώσεις του Ιουλίου του 2021 και με πολλές ακτιβίστριες/ές, πολιτικούς αντιπάλους και αντιφρονούντες να έχουν φυλακιστεί άδικα, το κράτος της Κούβας φαίνεται να έχει την πρόθεση να εξαλείψει κάθε δυνατότητα αντίστασης εντός της κουβανικής κοινωνίας, η οποία επεκτείνεται πλέον σε έργα, χώρους και ακτιβισμό που δεν συνδέονται με την παραδοσιακή πολιτική αντιπολίτευση ή διαφωνία.
— Ana Piquer, Διευθύντρια της Διεθνούς Αμνηστίας για την Αμερική
Οι ανεξάρτητες οργανώσεις μέσων ενημέρωσης El Toque, Periodismo de Barrio και Cubanet υποστήριξαν σε άρθρα τους και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι οι συνεργάτιδες και οι συνεργάτες τους δέχτηκαν απειλές ποινικοποίησης από τις αρχές τις τελευταίες εβδομάδες. Σύμφωνα με τις αναφορές αυτές, οι συνεργάτιδες και οι συνεργάτες έχουν επανειλημμένα κληθεί από την αστυνομία και από πράκτορες της κρατικής ασφάλειας και έχουν ενημερωθεί για πιθανή ποινική δίωξη για «μισθοφόρους». Επιπλέον, ακτιβίστριες, ακτιβιστές, συνεργάτιδες και συνεργάτες ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης ανέφεραν στα κοινωνικά τους δίκτυα ότι έλαβαν αυθαίρετες κλήσεις και στη συνέχεια ανακρίσεις από τις αρχές και τους πράκτορες της κρατικής ασφάλειας σχετικά με το δημοσιογραφικό τους έργο και τις σχέσεις τους με ορισμένα άτομα ή μέσα ενημέρωσης που θεωρούνται «αντεπαναστατικά». Σε αυτό το πλαίσιο, η Διεθνής Αμνηστία είχε πρόσβαση στις μαρτυρίες τουλάχιστον 20 ακτιβιστριών και ακτιβιστών, οι οποίες/οι ανέφεραν ότι απειλήθηκαν με φυλάκιση, αναγκάστηκαν να καταγράψουν τον εαυτό τους και να κάνουν δηλώσεις αυτοενοχοποίησης και ότι στερήθηκαν τα κινητά τους τηλέφωνα και τους υπολογιστές τους. Ομοίως, οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κούβα ανέφεραν ότι τουλάχιστον τρεις συνεργάτιδες και συνεργάτες ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης αναγκάστηκαν να γράψουν δημόσιες παραιτήσεις στα κοινωνικά τους δίκτυα, εκφράζοντας την πρόθεσή τους να μην συνεργαστούν με τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης. Στις 16 Σεπτεμβρίου, το πολιτιστικό περιοδικό PM Magazine ανακοίνωσε ότι κλείνει οριστικά λόγω της αυξανόμενης πίεσης και παρενόχλησης του διευθυντή του από πράκτορες της κρατικής ασφάλειας.
«Αυτό το κλίμα συνεχούς φόβου και εκφοβισμού εντείνει την ανησυχία μας για τις συνεχείς αναφορές για την επιδείνωση της υγείας και την κακομεταχείριση των κρατουμένων συνείδησης Loreto Hernández, Pedro Albert και José Daniel Ferrer, καθώς και για την αυξανόμενη και συστηματική παρενόχληση του δημοσιογράφου Carlos Michael Morales και της επικεφαλής της Damas de Blanco Berta Soler. Είναι επιτακτική ανάγκη η διεθνής κοινότητα να επιδείξει αλληλεγγύη και να απαιτήσει την άμεση απελευθέρωση όσων φυλακίστηκαν επειδή άσκησαν τα δικαιώματά τους και τον τερματισμό της καταστολής και της παρενόχλησης των αντιφρονούντων στην Κούβα», δήλωσε η Ana Piquer.
Αυτό το κλίμα συνεχούς φόβου και εκφοβισμού προσθέτει στην ανησυχία μας για τις συνεχείς αναφορές για την επιδείνωση της υγείας και την κακομεταχείριση των κρατουμένων συνείδησης Loreto Hernández, Pedro Albert και José Daniel Ferrer, καθώς και για την αυξανόμενη και συστηματική παρενόχληση του δημοσιογράφου Carlos Michael Morales και της επικεφαλής της Damas de Blanco Berta Soler. Είναι επιτακτική ανάγκη η διεθνής κοινότητα να επιδείξει αλληλεγγύη και να απαιτήσει την άμεση απελευθέρωση των φυλακισμένων για την άσκηση των δικαιωμάτων τους και τον τερματισμό της καταστολής και της παρενόχλησης των αντιφρονούντων στην Κούβα.
— Ana Piquer, Διευθύντρια της Διεθνούς Αμνηστίας για την Αμερική
Η Διεθνής Αμνηστία ζητά την άμεση και άνευ όρων απελευθέρωση των κρατουμένων συνείδησης και όλων όσων φυλακίζονται άδικα μόνο και μόνο επειδή ασκούν τα ανθρώπινα δικαιώματά τους. Η οργάνωση καλεί επίσης την κυβέρνηση του Miguel Díaz-Canel να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης, του συνεταιρίζεσθαι και του ειρηνικού συνέρχεσθαι, να καταργήσει την κατασταλτική νομοθεσία και να τερματίσει την καταστολή των αντιφρονούντων.
Προκειμένου να προσδιορίσει αν ένα άτομο είναι κρατούμενος συνείδησης, η Διεθνής Αμνηστία χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της σχετικά με τις συνθήκες που οδήγησαν στην κράτησή του. Χαρακτηρίζοντας ένα συγκεκριμένο πρόσωπο ως κρατούμενο συνείδησης, η Διεθνής Αμνηστία επιβεβαιώνει ότι το πρόσωπο αυτό πρέπει να απελευθερωθεί αμέσως και άνευ όρων, αλλά δεν επικροτεί τις παρελθούσες ή παρούσες απόψεις ή τη συμπεριφορά του.