© REUTERS

ΙΣΡΑΗΛ/ΚΑΤΕΧΟΜΕΝΑ: ΟΙ ΙΣΡΑΗΛΙΝΕΣ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΜΑΧΗΤΕΣ ΤΗΣ ΧΑΜΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΕΝΟΠΛΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΠΟΥ ΣΚΟΤΩΣΑΝ ΔΕΚΑΔΕΣ ΕΚΤΟΠΙΣΜΕΝΟΥΣ ΑΜΑΧΟΥΣ ΣΤΗ ΡΑΦΑ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΕΡΕΥΝΗΘΟΥΝ ΩΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΠΟΛΕΜΟΥ

Δημοσιεύθηκε στις 27 Αυγούστου 2024, 17:03Εκτύπωση
  • Νέα έρευνα αποκαλύπτει ότι οι ισραηλινές δυνάμεις δεν έλαβαν όλα τα εφικτά μέτρα για να προστατεύσουν τους αμάχους στις επιθέσεις
  • Στις ισραηλινές εναέριες επιθέσεις στον καταυλισμό εκτοπισμένων στη Ράφα στις 26 Μαΐου χρησιμοποιήθηκαν όπλα αμερικανικής κατασκευής
  • Όλμοι αρμάτων μάχης που εκτοξεύθηκαν στον καταυλισμό εκτοπισμένων σε «ανθρωπιστική ζώνη» σκότωσαν 23 αμάχους
  • Ο άμαχος πληθυσμός τέθηκε σε κίνδυνο από την παρουσία διοικητών και μαχητών της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ σε καταυλισμούς εσωτερικά εκτοπισμένων πολιτών 

Μια νέα έρευνα της Διεθνούς Αμνηστίας αποκαλύπτει ότι οι ισραηλινές δυνάμεις απέτυχαν να λάβουν όλα τα εφικτά μέτρα για να αποφύγουν ή να ελαχιστοποιήσουν τις βλάβες που προκλήθηκαν σε αμάχους που βρίσκουν καταφύγιο σε καταυλισμούς για εσωτερικά εκτοπισμένους ανθρώπους, ενώ πραγματοποίησαν δύο επιθέσεις με στόχο διοικητές και μαχητές της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ στα νότια της κατεχόμενης Λωρίδας της Γάζας τον Μάιο. Οι επιθέσεις αυτές ήταν πιθανότατα αδιάκριτες  κατά αμάχων και η μία επίθεση πιθανότατα επίσης δυσανάλογη. Και οι δύο επιθέσεις θα πρέπει να διερευνηθούν ως εγκλήματα πολέμου.

Στις 26 Μαΐου 2024, δύο ισραηλινές εναέριες επιθέσεις στον «Καταυλισμό Ειρήνης του Kuwaiti», έναν πρόχειρο καταυλισμό για εσωτερικά εκτοπισμένους αμάχους (IDP) στο Tal al-Sultan στη δυτική Ράφα, σκότωσαν τουλάχιστον 36 ανθρώπους - μεταξύ των οποίων έξι παιδιά - και τραυμάτισαν περισσότερους από 100. Τουλάχιστον τέσσερις από τους νεκρούς ήταν μαχητές. Οι εναέριες επιθέσεις, οι οποίες είχαν ως στόχο δύο διοικητές της Χαμάς που διέμεναν ανάμεσα σε εκτοπισμένους αμάχους, αποτελούνταν από δύο κατευθυνόμενους εκρηκτικούς μηχανισμούς GBU-39 αμερικανικής κατασκευής. Η χρήση αυτών των πυρομαχικών, τα οποία εκτοξεύουν θανάσιμα θραύσματα σε μεγάλη έκταση, σε έναν καταυλισμό που στεγάζει αμάχους σε συνωστισμένα προσωρινά καταφύγια πιθανόν να αποτελούσε δυσανάλογη και αδιάκριτη επίθεση και θα πρέπει να διερευνηθεί ως έγκλημα πολέμου.

Στις 28 Μαΐου, στο δεύτερο περιστατικό που διερευνήθηκε, ο ισραηλινός στρατός εκτόξευσε τουλάχιστον τρεις όλμους αρμάτων μάχης σε μια τοποθεσία στην περιοχή al-Mawasi της Ράφα, η οποία είχε χαρακτηριστεί από τον ισραηλινό στρατό ως «ανθρωπιστική ζώνη». Από τα χτυπήματα σκοτώθηκαν 23 άμαχοι -μεταξύ των οποίων 12 παιδιά, επτά γυναίκες και τέσσερις άνδρες- και τραυματίστηκαν πολλοί άλλοι. Η έρευνα της Διεθνούς Αμνηστίας διαπίστωσε ότι οι προφανείς στόχοι της επίθεσης ήταν ένας μαχητής της Χαμάς και ένας μαχητής της Ισλαμικής Τζιχάντ. Η επίθεση αυτή, η οποία απέτυχε να διαχωρίσει τους αμάχους από τους στρατιωτικούς στόχους χρησιμοποιώντας μη κατευθυνόμενα πυρομαχικά σε μια περιοχή γεμάτη αμάχους που βρίσκουν καταφύγιο σε σκηνές, ήταν πιθανότατα αδιάκριτη και θα πρέπει να διερευνηθεί ως έγκλημα πολέμου.

Για άλλη μια φορά εκτοπισμένοι Παλαιστίνιοι πολίτες που αναζητούσαν καταφύγιο και ασφάλεια πλήρωσαν με τη ζωή τους

— Erika Guevara-Rosas, Ανώτερη Διευθύντρια Έρευνας, Συνηγορίας, Πολιτικής και Εκστρατειών της Διεθνούς Αμνηστίας

Μαχητές της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ βρίσκονταν στον καταυλισμό, μια τοποθεσία που οι εκτοπισμένοι πίστευαν ότι ήταν μια καθορισμένη «ανθρωπιστική ζώνη», θέτοντας εν γνώσει τους σε κίνδυνο τις ζωές των αμάχων. Η επιλογή της τοποθεσίας τους και στους δύο καταυλισμούς εκτοπισμένων αμάχων πιθανόν να παραβίαζε την υποχρέωση να αποφεύγεται, στο βαθµό που αυτό είναι εφικτό, η τοποθέτηση μαχητών σε πυκνοκατοικημένες περιοχές. Η Διεθνής Αμνηστία δεν έχει πληροφορίες σχετικά με τον λόγο ή τα κίνητρα της παρουσίας τους, αλλά όλα τα μέρη της σύγκρουσης θα έπρεπε να έχουν λάβει όλες τις εφικτές προφυλάξεις για την προστασία των αμάχων και των πολιτικών στόχων.

«Ενώ οι επιθέσεις αυτές μπορεί να είχαν ως στόχο διοικητές και μαχητές της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ, για άλλη μια φορά εκτοπισμένοι Παλαιστίνιοι πολίτες που αναζητούσαν καταφύγιο και ασφάλεια πλήρωσαν με τη ζωή τους», δήλωσε η Erika Guevara-Rosas, Ανώτερη Διευθύντρια Έρευνας, Προάσπισης, Πολιτικής και Εκστρατειών της Διεθνούς Αμνηστίας.

«Ο ισραηλινός στρατός είχε πλήρη επίγνωση ότι η χρήση εκρηκτικών μηχανισμών που εκτοξεύουν θανάσιμα θραύσματα σε απόσταση εκατοντάδων μέτρων και μη κατευθυνόμενων βλημάτων αρμάτων μάχης θα σκότωνε και θα τραυμάτιζε μεγάλο αριθμό αμάχων που βρίσκουν καταφύγιο σε συνωστισμένους χώρους χωρίς προστασία. Ο στρατός θα μπορούσε και θα έπρεπε να είχε λάβει όλες τις εφικτές προφυλάξεις για να αποφύγει ή τουλάχιστον να ελαχιστοποιήσει τις βλάβες που προκλήθηκαν στους αμάχους.

«Οι αναπόφευκτοι θάνατοι και τραυματισμοί αμάχων είναι μια σκληρή και τραγική υπενθύμιση ότι, σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, η παρουσία μαχητών στη στοχευόμενη περιοχή δεν απαλλάσσει τον ισραηλινό στρατό από την υποχρέωσή του να προστατεύει τους αμάχους.

«Όλα τα μέρη στη σύγκρουση πρέπει να λαμβάνουν όλες τις εφικτές προφυλάξεις για την προστασία των αμάχων. Αυτό περιλαμβάνει επίσης την υποχρέωση της Χαμάς και άλλων ένοπλων ομάδων να αποφεύγουν, στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό, την τοποθέτηση στρατιωτικών στόχων και μαχητών σε ή κοντά σε πυκνοκατοικημένες περιοχές».

Η Διεθνής Αμνηστία πήρε συνεντεύξεις από 14 επιζώσσες, επιζώντες και μάρτυρες, ερεύνησε τις τοποθεσίες των επιθέσεων, επισκέφθηκε ένα νοσοκομείο στο Χαν Γιουνίς όπου οι τραυματίες λαμβάνουν θεραπεία, φωτογράφισε υπολείμματα των πυρομαχικών που χρησιμοποιήθηκαν στις επιθέσεις για την αναγνώρισή τους και εξέτασε δορυφορικές εικόνες των τοποθεσιών. Ο οργανισμός εξέτασε επίσης σχετικές δηλώσεις του ισραηλινού στρατού σχετικά με τις επιθέσεις.

Στις 24 Ιουνίου 2024, η Διεθνής Αμνηστία απέστειλε ερωτήσεις σχετικά με τα δύο περιστατικά επιθέσεων στις ισραηλινές αρχές. Στις 5 Ιουλίου 2024, η Διεθνής Αμνηστία απέστειλε επίσης ερωτήσεις στον επικεφαλής εισαγγελέα και στους αξιωματούχους του Υπουργείου Δικαιοσύνης της de facto διοίκησης της Χαμάς, ζητώντας να μάθει για την παρουσία διοικητών και μαχητών σε περιοχές που κατοικούν άμαχοι πολίτες. Μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης, δεν είχαν ληφθεί απαντήσεις.

Χτυπήματα στον «Καταυλισμό Ειρήνης του Kuwaiti»

Το απόγευμα της Κυριακής 26 Μαΐου, η Χαμάς ανέλαβε την ευθύνη για την εκτόξευση μιας σειράς πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς αδιακρίτως κατά του Τελ Αβίβ από τη Ράφα. Ο ισραηλινός στρατός δήλωσε ότι οι πύραυλοι αναχαιτίστηκαν από το σύστημα αεράμυνας Iron Dome και δεν καταγράφηκαν θύματα.

Περίπου στις 20:45, ο ισραηλινός στρατός έριξε δύο βόμβες στον «Καταυλισμό Ειρήνης του Kuwaiti» και ανακοίνωσε ότι «έπληξε ένα συγκρότημα της Χαμάς στη Ράφα, στο οποίο δρούσαν σημαντικοί τρομοκράτες της Χαμάς». Ο ισραηλινός στρατός εξέδωσε αργότερα μια ενημέρωση που ανέφερε ότι είχε σκοτώσει δύο ανώτερους στρατιωτικούς διοικητές της Χαμάς, τον Yassin Rabie και τον Khaled Najjar. Ωστόσο, αργότερα προέκυψε ότι ο Khaled Najjar είχε τραυματιστεί, αλλά δεν είχε σκοτωθεί. Ένας στρατιωτικός διοικητής των Ταξιαρχιών Al-Qassam της Χαμάς - ο Khuweiled Ramadan - σκοτώθηκε επίσης, μαζί με τουλάχιστον άλλους δύο μαχητές της Χαμάς των οποίων την ταυτότητα μπόρεσε να εξακριβώσει η Διεθνής Αμνηστία. Η δολοφονία του Yassin Rabie και του Khuweiled Ramadan επιβεβαιώθηκε από το Υπουργείο Υγείας στη Γάζα και σε επικήδειους.

Ο ισραηλινός στρατός ισχυρίστηκε ότι οι επιθέσεις πραγματοποιήθηκαν με «τα μικρότερα πυρομαχικά που μπορούν να εκτοξευθούν από μαχητικά αεροσκάφη». Με βάση φωτογραφίες υπολειμμάτων των εκρηκτικών μηχανισμών που ελήφθησαν στο σημείο από τους επιτόπιους ερευνητές της Διεθνούς Αμνηστίας, τα πυρομαχικά αναγνωρίστηκαν ως αμερικανικής κατασκευής GBU-39 από τους εμπειρογνώμονες όπλων του οργανισμού. Οι βόμβες περιέχουν εκρηκτικό φορτίο 17 κιλών. Ωστόσο, το συνολικό βάρος κάθε βόμβας είναι 113 κιλά, ικανό να εκτοξεύσει μεταλλικά θραύσματα εκατοντάδες μέτρα μακριά. Ο ισραηλινός στρατός διαθέτει μικρότερους πυραύλους ακριβείας, που μεταφέρονται από μη επανδρωμένα αεροσκάφη, οι οποίοι περιέχουν πολύ λιγότερα εκρηκτικά και έχουν μικρότερη επίδραση στην περιοχή.

Χρησιμοποιώντας εκρηκτικά πυρομαχικά με δράση μεγάλης έκτασης σε έναν καταυλισμό εσωτερικά εκτοπισμένων αμάχων, ενώ υπήρχαν διαθέσιμα πυρομαχικά που δρουν σε μικρότερη έκταση, ο ισραηλινός στρατός πιθανόν να μην έλαβε όλες τις εφικτές προφυλάξεις για να αποφύγει ή να ελαχιστοποιήσει την βλάβη σε αμάχους και τη ζημιά σε πολιτικούς στόχους.

Μετά τις ισραηλινές επιθέσεις στον «Καταυλισμός Ειρήνης του Kuwaiti» στη Ράφα στη νότια Λωρίδα της Γάζας.

Τα χτυπήματα της 26ης Μαΐου ήταν επίσης πιθανότατα δυσανάλογα. Κατά την εξέταση του κατά πόσο μια επίθεση είναι δυσανάλογη, το Δίκαιο του πολέμου αναφέρει ότι ένα χτύπημα απαγορεύεται εάν η αναμενόμενη βλάβη στους αμάχους είναι υπερβολική σε σύγκριση με το άμεσο στρατιωτικό πλεονέκτημα που αναμένεται να αποκτηθεί. Σε πολλές επιθέσεις η Διεθνής Αμνηστία δεν μπόρεσε να ταυτοποιήσει τον επιδιωκόμενο στόχο, γεγονός που αποκλείει την αξιολόγηση της αναλογικότητας. Σε αυτή την επίθεση, ο ισραηλινός στρατός ανακοίνωσε ότι στόχος ήταν δύο διοικητές της Χαμάς. Η αναμενόμενη βλάβη των πολιτών θα έπρεπε να είναι γνωστή σε όσους σχεδίασαν την επίθεση. Ο «Καταυλισμός Ειρήνης του Kuwaiti» στο Tal al-Sultan λειτουργούσε για τουλάχιστον τέσσερις μήνες, και ως εκ τούτου η παρουσία μεγάλου αριθμού εκτοπισμένων αμάχων ήταν γνωστή στον ισραηλινό στρατό. Με τους αμάχους να ζουν σε πρόχειρα καταφύγια που δεν παρείχαν καμία προστασία και με δεδομένη την επιλογή δύο βομβών GBU-39, οι εκτεταμένες απώλειες αμάχων θα ήταν προβλέψιμες. Η πιθανότητα ότι αυτές θα ήταν υπερβολικές σε σχέση με το αναμενόμενο άμεσο στρατιωτικό πλεονέκτημα θα έπρεπε να είναι σαφής.

Οι χάρτες που δημοσίευσε ο ισραηλινός στρατός στις 6 Μαΐου άλλαξαν τα όρια της «ανθρωπιστικής ζώνης», αφαιρώντας το Tal al-Sultan, το οποίο θεωρούνταν μέρος της ζώνης αυτής για μήνες. Ωστόσο, η αφαίρεση αυτή δεν κοινοποιήθηκε κατάλληλα στους αμάχους που συνέχισαν να καταφεύγουν εκεί. Οι χάρτες που κυκλοφόρησαν από τον ισραηλινό στρατό σχετικά με τις «ανθρωπιστικές ζώνες» ήταν συχνά συγκεχυμένοι και αντιφατικοί, αποτυγχάνοντας να αποτελέσουν αποτελεσματικές προειδοποιήσεις.

Ο ισραηλινός στρατός έχει δηλώσει, μεταξύ άλλων σε απαντήσεις προς τα μέσα ενημέρωσης, ότι «ερευνά» τις επιθέσεις. Η συστηματική τεκμηρίωση από ισραηλινές και διεθνείς οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει δείξει ότι ο ισραηλινός στρατός, μέσω των δικών του εσωτερικών μηχανισμών, απέτυχε να διερευνήσει αποτελεσματικά και αμερόληπτα τις εικαζόμενες παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου κατά παλαιστινίων αμάχων.

«Υπήρχαν τόσοι πολλοί νεκροί άνθρωποι»

Αρκετοί από τους αμάχους που σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν στις επιθέσεις στον «Καταυλισμό Ειρήνης του Kuwaiti» χτυπήθηκαν από μεταλλικά θραύσματα, συμπεριλαμβανομένου ενός νηπίου και μιας νεαρής γυναίκας που αποκεφαλίστηκαν και οι δύο. Άλλα θύματα υπέστησαν βαθιά κοψίματα και σπασμένα άκρα. Η πλειονότητα των άμαχων θυμάτων που επαληθεύτηκαν από τη Διεθνή Αμνηστία προκλήθηκαν από θραύσματα εκρηκτικών μηχανισμών, ενώ άλλοι υπέστησαν εκτεταμένα εγκαύματα. Ένα επιπλέον πτώμα είχε τόσο σοβαρά εγκαύματα που δεν μπορούσε να αναγνωριστεί.

Μεταξύ των αμάχων που σκοτώθηκαν στις 26 Μαΐου ήταν πέντε μέλη της οικογένειας al-Attar. Εκτοπισμένοι από τη βόρεια Γάζα λόγω του πολέμου, διέμεναν στον «Καταυλισμό Ειρήνης του Kuwaiti» για τέσσερις μήνες. Το υπόστεγο τους ήταν δίπλα σε εκείνο των διοικητών της Χαμάς που στοχοποιήθηκαν, αλλά οι επιζώντες συγγενείς τους δήλωσαν στη Διεθνή Αμνηστία ότι δεν γνώριζαν αν οι άνδρες στο γειτονικό υπόστεγο ανήκαν σε ένοπλη ομάδα.

Η μητέρα μου ήταν νεκρή. Ο πατέρας μου ούρλιαζε για βοήθεια.

— Lina al-Attar, 21 ετών, η οποία τραυματίστηκε στις επιθέσεις

Η Lina al-Attar, 21 ετών, τραυματίστηκε στις επιθέσεις. Η μητέρα της, η θεία της, η γυναίκα του αδερφού της, ο παππούς και ο θείος της σκοτώθηκαν. Η ίδια δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία: «Μέναμε σε ένα ασφαλές μέρος για εκτοπισμένους αμάχους, μόνο με μεταλλικά υπόστεγα και σκηνές, χωρίς σπίτια γύρω ή ανθρώπους που να καταζητούνται. Αυτή ήταν μια πράσινη [ασφαλής] περιοχή στους χάρτες που πέταξε [έριξε] ο ισραηλινός στρατός... Αφού τελειώσαμε την προσευχή του Maghreb, καθόμασταν, κουβεντιάζαμε και χαλαρώναμε, καθώς δεν υπήρχε ήχος από μη επανδρωμένα αεροσκάφη ή βομβαρδισμούς.

«Δεν άκουσα τον ήχο του πυραύλου... Ο αδελφός μου σήκωσε το μέταλλο που είχε πέσει πάνω μου... Είχε τραυματιστεί στο χέρι του και είχε επίσης τραυματιστεί στον ώμο του από θραύσματα... Κατάφερα να σηκώσω το υπόλοιπο μέταλλο ώστε να απελευθερωθούμε και τους βρήκα όλους διασκορπισμένους στο έδαφος, σε κομμάτια και σε λίμνες αίματος.

«Η μητέρα μου ήταν νεκρή. Ο πατέρας μου ούρλιαζε για βοήθεια. Η γυναίκα του αδελφού μου σκοτώθηκε στο σημείο όπου καθόταν κρατώντας το μωρό της στην αγκαλιά της. Πήρα το μωρό της και το έδωσα στον πατέρα μου. Στη συνέχεια πήρα το κοριτσάκι μου από την αγκαλιά του συζύγου μου, αφού είχε τραυματιστεί. Καταφέραμε να σωθούμε, αλλά υπήρχαν τόσοι πολλοί άνθρωποι νεκροί γύρω μας».

Μετά τις επιθέσεις ακολούθησε πυρκαγιά που προκάλεσε περαιτέρω θανάτους και τραυματισμούς. Οι εμπειρογνώμονες της Διεθνούς Αμνηστίας σε θέματα όπλων ανέλυσαν υλικό που βιντεοσκοπήθηκε στη σκηνή και αναρτήθηκε στο διαδίκτυο από τους κατοίκους αμέσως μετά τα χτυπήματα, και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το μέγεθος και η ένταση της πυρκαγιάς προκλήθηκε πιθανότατα από καύσιμα μαγειρέματος που ήταν αποθηκευμένα στο σημείο που χτυπήθηκε από τους ισραηλινούς εκρηκτικούς μηχανισμούς.

Ένας κάτοικος, εκτοπισμένος από τη βόρεια Γάζα από τον Νοέμβριο του 2023, δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία: «Βρισκόμουν περίπου 30-40 μέτρα από τον βομβαρδισμό... Άκουσα τον ήχο δύο διαδοχικών τεράστιων επιθέσεων και στη συνέχεια ξεκίνησε μια τεράστια πυρκαγιά.

«Άκουσα ανθρώπους να φωνάζουν και ξάπλωσα στο έδαφος. Ακόμα τρέμω όταν θυμάμαι τη σκηνή. Είδα ανθρώπους να καίγονται. Έχουμε ζήσει βομβαρδισμούς, αλλά δεν είχα δει ποτέ κάτι τέτοιο... Ψάχναμε για ασφάλεια, θέλαμε απλώς να ζήσουμε, και τώρα είμαστε πάλι χαμένοι».

Δορυφορικές εικόνες από το πρωί της 26ης Μαΐου 2024, δείχνουν πολλές δομές στον «Καταυλισμό Ειρήνης του Kuwaiti» (πάνω). Στις 27 Μαΐου, οι δορυφορικές εικόνες απεικονίζουν σημαντικές καταστροφές στην περιοχή μετά από δύο εναέριες επιθέσεις και μια επακόλουθη πυρκαγιά (κάτω).

«Τους σκότωσαν εν ψυχρώ»: Επίθεση στο al-Mawasi

Την Τρίτη 28 Μαΐου, περίπου στις 2:45 μ.μ., ο ισραηλινός στρατός εκτόξευσε τουλάχιστον τρεις όλμους αρμάτων μάχης σε μια τοποθεσία στην περιοχή al-Mawasi της Ράφα - που έχει χαρακτηριστεί εδώ και μήνες από τον ισραηλινό στρατό ως «ανθρωπιστική ζώνη» της Γάζας - με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 23 άνθρωποι και να τραυματιστούν πολλοί άλλοι.

Η έρευνα της Διεθνούς Αμνηστίας διαπίστωσε ότι δύο μαχητές - ένας από τη Χαμάς και ένας από την Παλαιστινιακή Ισλαμική Τζιχάντ - διέμεναν σε σκηνές κοντά σε εκτοπισμένους πολίτες κοντά στο σημείο των επιθέσεων. Αυτοί οι μαχητές μπορεί να ήταν ο επιδιωκόμενος στόχος των χτυπημάτων. Μια άλλη πηγή ανέφερε στη Διεθνή Αμνηστία ότι υπήρχαν μαχητές σε ένα τζιπ που κινούνταν στην περιοχή εκείνη τη στιγμή, το οποίο οριακά ξέφυγε από τις επιθέσεις. Η Διεθνής Αμνηστία δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει αν οι μαχητές στο τζιπ ήταν οι ίδιοι μαχητές που διέμεναν στις σκηνές.

Οι εμπειρογνώμονες της Διεθνούς Αμνηστίας σε ζητήματα όπλων ανέλυσαν φωτογραφίες από θραύσματα του όπλου που χρησιμοποιήθηκε και αναγνώρισαν το πυρομαχικό ως βλήματα αρμάτων μάχης των 120 χιλιοστών. Οι δορυφορικές εικόνες δείχνουν ότι υπήρχαν ισραηλινές στρατιωτικές θέσεις σε εμβέλεια πυροβόλου των 120 χιλιοστών το πρωί της επίθεσης.

Δύο από τους όλμους έπληξαν τον εξωτερικό τοίχο και την αυλή του σπιτιού της οικογένειας al-Hams, σκοτώνοντας την Beesan al-Hams, ηλικίας επτά ετών, και τον αδελφό της, Saleh al-Hams, ηλικίας πέντε ετών. Ένας άλλος άμαχος, ο Ibrahim al-Ghaffari, 63 ετών, σκοτώθηκε επίσης.

Μετά την επίθεση στο al-Mawasi.

Ο Mohammad Salah al-Hams, θείος των παιδιών, δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία: «Ο Saleh και η Beesan επισκέπτονταν τον παππού τους από τη μεριά της μητέρας τους. Μετά το φαγητό βγήκαν έξω από το οικογενειακό συγκρότημα για να πετάξουν τα σκουπίδια. Ήταν έξω για περίπου 40 με 90 δευτερόλεπτα, όταν χτύπησαν οι όλμοι, με διαφορά μόλις λίγα δευτερόλεπτα. Ήμουν κοντά και έσπευσα στο σπίτι. Ο πατέρας τους βγήκε από το σπίτι και έτρεξε στο σημείο όπου βρισκόταν νεκρός ο Saleh. Είχε χτυπηθεί στο κεφάλι... Η Beesan είχε πεταχτεί σε μια κοντινή σκηνή από τη δύναμη της έκρηξης. Είχε τραυματιστεί σοβαρά και μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο, αλλά πέθανε».

Λίγα λεπτά αργότερα, ένας άλλος όλμος άρματος μάχης έπληξε έναν καταυλισμό σε κοντινή απόσταση, σκοτώνοντας 20 εκτοπισμένους πολίτες, μεταξύ των οποίων 10 παιδιά, επτά γυναίκες και τρεις άνδρες.

Άκουσα έναν εκκωφαντικό θόρυβο. Το πρώτο πράγμα που είδα μετά από αυτό ήταν θραύσματα, σώματα ανθρώπων που μετατράπηκαν σε θραύσματα.

— Η Isra Ali, της οποίας ο σύζυγος και ο γιος σκοτώθηκαν στην επίθεση

Η Isra Ali, μια 33χρονη εκτοπισμένη γυναίκα από τη Shuja'iyah στην πόλη της Γάζας, έχασε τον σύζυγό της, Ashraf Mohammed Ali, έναν 42χρονο οδηγό ταξί, και τον γιο της Amir, 11 ετών.

Η ίδια δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία: «Ετοίμαζα ένα απλό γεύμα για την οικογένειά μου όταν άκουσα θορύβους από μακριά, ο ένας πίσω από τον άλλον. Δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία γιατί είμαστε συνηθισμένοι στους βομβαρδισμούς και τα χτυπήματα, αλλά λίγα λεπτά αργότερα... άκουσα έναν εκκωφαντικό θόρυβο. Το πρώτο πράγμα που είδα μετά από αυτό ήταν κομμάτια, σώματα ανθρώπων που μετατράπηκαν σε κομμάτια. Οι σκηνές δεν είχαν υποστεί ζημιές, αλλά τα παιδιά, συμπεριλαμβανομένου του γιου μου Amir, είχαν γίνει κομμάτια. Δεν ξέρουμε γιατί χτυπήθηκε αυτό το μέρος.

«Τώρα ο σύζυγός μου χάθηκε, το μικρό μου αγόρι χάθηκε. Πού θα πάω με τα παιδιά μου; Πώς μπορούμε να επιβιώσουμε; Η οικογένειά μου έχει διαλυθεί- ο σύζυγός μου, ο μοναδικός βιοπαλαιστής της οικογένειας, σκοτώθηκε. Δεν αισθάνομαι ασφαλής εδώ, αλλά δεν ξέρω πώς να τα καταφέρω ή τι να κάνω».

Ο ισραηλινός στρατός δεν έδωσε καμία εξήγηση για την επίθεση, αλλά αργότερα δήλωσε ότι «σε αντίθεση με τις αναφορές των τελευταίων ωρών, οι IDF (Ισραηλινές Δυνάμεις Άμυνας) δεν επιτέθηκαν στην ανθρωπιστική περιοχή στο Al-Mawasi».

Μετά τις επιθέσεις, ορισμένοι κάτοικοι ήρθαν αντιμέτωποι με τους δύο μαχητές και τους ζήτησαν να φύγουν από την περιοχή, γεγονός που αντανακλά την αυξανόμενη οργή στη Γάζα για τη συμπεριφορά των ένοπλων ομάδων που θέτουν σε κίνδυνο τους αμάχους. Ωστόσο, η παρουσία των μαχητών συνεχίστηκε, με αποτέλεσμα το σύνολο του πληθυσμού της περιοχής - οι εκτοπισμένοι, καθώς και οι κάτοικοι - να φύγουν λίγες ημέρες αργότερα.

Οι υποχρεώσεις του Ισραήλ, της Χαμάς και άλλων ένοπλων ομάδων βάσει του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου

Η συγκέντρωση των αμάχων σε μικρές περιοχές της Γάζας έχει αυξηθεί από τα διαδοχικά κύματα μαζικών εκτοπισμών, σε συνδυασμό με τον συνεχόμενο παράνομο αποκλεισμό του Ισραήλ που περιορίζει τη μετακίνηση των ανθρώπων που αναζητούν ασφάλεια εκτός της Γάζας. Οι συνθήκες αυτές καθιστούν ακόμη πιο σημαντικό τα μέρη της σύγκρουσης να τηρούν αυστηρά τους κανόνες του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου που αποσκοπούν στην προστασία των αμάχων από τις συνέπειες των στρατιωτικών επιχειρήσεων.

Η παρουσία στρατιωτικών στόχων δεν απαλλάσσει τις ισραηλινές δυνάμεις από τις υποχρεώσεις τους βάσει του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσής τους να σέβονται τις αρχές της διάκρισης και της αναλογικότητας, καθώς και την υποχρέωσή τους να λαμβάνουν όλες τα εφικτά μέτρα για να προστατεύσουν τους αμάχους.

Η αρχή της διάκρισης, μια θεμελιώδης αρχή του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, απαιτεί από τα μέρη να διακρίνουν ανά πάσα στιγμή μεταξύ στρατιωτικών στόχων και αμάχων ή πολιτικών στόχων και να κατευθύνουν τις επιθέσεις τους μόνο σε στρατιωτικούς στόχους.

Εκτός από την απαγόρευση των επιθέσεων που στρέφονται κατά αμάχων, το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο απαγορεύει τις επιθέσεις χωρίς διακρίσεις, δηλαδή εκείνες που έχουν χαρακτήρα να πλήττουν στρατιωτικούς στόχους και αμάχους ή πολιτικούς στόχους χωρίς διάκριση. Η αρχή της προφύλαξης απαιτεί περαιτέρω από τα μέρη σε μια σύγκρουση να φροντίζουν διαρκώς για την προστασία των αμάχων και των πολιτικών στόχων, μεταξύ άλλων με τη λήψη όλων των εφικτών μέτρων για την αποφυγή, και σε κάθε περίπτωση την ελαχιστοποίηση, της τυχαίας βλάβης των αμάχων και της ζημίας των πολιτικών στόχων.

Το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο απαγορεύει επίσης τις δυσανάλογες επιθέσεις, οι οποίες είναι εκείνες που αναμένεται να προκαλέσουν απώλειες αμάχων, τραυματισμούς αμάχων, ζημιές σε πολιτικούς στόχους ή συνδυασμό αυτών, οι οποίες θα ήταν υπερβολικές σε σχέση με το συγκεκριμένο και άμεσο στρατιωτικό όφελος που αναμένεται.

Τα συμβαλλόμενα μέρη πρέπει επίσης να λαμβάνουν όλες τις εφικτές προφυλάξεις για την προστασία των αμάχων και των πολιτικών στόχων που βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους από τις επιπτώσεις των επιθέσεων.

Για τη Χαμάς και άλλες παλαιστινιακές ένοπλες ομάδες που μάχονται στη Γάζα, αυτό περιλαμβάνει την αποφυγή, στο μέτρο που αυτό είναι εφικτό, της τοποθέτησης στρατιωτικών στόχων και μαχητών εντός ή πλησίον πυκνοκατοικημένων περιοχών, συμπεριλαμβανομένων καταφυγίων εκτοπισμένων αμάχων.

Οι προφυλάξεις για ένα επιτιθέμενο μέρος περιλαμβάνουν την επαλήθευση ότι οι στόχοι είναι στρατιωτικοί, την επιλογή κατάλληλων όπλων και τακτικών για την αποφυγή ή την ελαχιστοποίηση της βλάβης σε αμάχους και των ζημιών σε πολιτικούς στόχους που βρίσκονται κοντά σε στοχευμένους στρατιωτικούς στόχους, την αξιολόγηση του κατά πόσον η επίθεση αναμένεται να είναι δυσανάλογη και, σε τέτοιες περιπτώσεις, την ακύρωση ή την αναστολή της και την αποτελεσματική προειδοποίηση των αμάχων, εκτός εάν οι περιστάσεις δεν το επιτρέπουν.

Η σκόπιμη χρήση της παρουσίας αμάχων ή άλλων προστατευόμενων προσώπων για να καταστήσει ορισμένες περιοχές άτρωτες από στρατιωτική επίθεση απαγορεύεται από το διεθνές δίκαιο. Η Διεθνής Αμνηστία δεν μπόρεσε να διαπιστώσει αν η παρουσία των μαχητών στα στρατόπεδα είχε σκοπό να τους προστατεύσει από στρατιωτικές επιθέσεις. Ωστόσο, σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, ακόμη και αν ένα μέρος χρησιμοποιεί «ανθρώπινες ασπίδες» ή θέτει με άλλο τρόπο παράνομα σε κίνδυνο αμάχους, αυτό δεν απαλλάσσει το αντίπαλο μέρος από την τήρηση των υποχρεώσεών του να διακρίνει μεταξύ στρατιωτικών στόχων και αμάχων ή πολιτικών στόχων, να απέχει από τη διεξαγωγή αδιάκριτων ή δυσανάλογων επιθέσεων και να λαμβάνει όλες τις εφικτές προφυλάξεις για να γλιτώσει τους αμάχους και πολιτικούς στόχους.

Ιστορικό

Πριν από την έναρξη της χερσαίας εισβολής στις 7 Μαΐου 2024, η Ράφα φιλοξενούσε περισσότερους από 1,2 εκατομμύρια ανθρώπους από βορειότερες περιοχές, οι οποίοι είχαν εκτοπιστεί βίαια από τις 13 Οκτωβρίου 2023, όταν ο ισραηλινός στρατός εξέδωσε την πρώτη μαζική εντολή «εκκένωσης» του πληθυσμού της βόρειας Γάζας. Περίπου το 85% του πληθυσμού της Γάζας έχει εκτοπιστεί τουλάχιστον μία φορά και πολλοί έχουν πλέον αναγκαστεί να μετακινηθούν πολλές φορές. Υπολογίζεται τώρα ότι περισσότεροι από ένα εκατομμύριο Παλαιστίνιοι έχουν εκτοπιστεί από τη Ράφα μετά την επέκταση των στρατιωτικών επιχειρήσεων του Ισραήλ στην περιοχή.

Από τον Οκτώβριο του 2023, η Διεθνής Αμνηστία έχει διεξάγει εμπεριστατωμένες έρευνες για 16 ισραηλινές εναέριες επιθέσεις που σκότωσαν συνολικά 370 αμάχους, συμπεριλαμβανομένων 159 παιδιών, και άφησαν εκατοντάδες άλλους τραυματισμένους. Η Διεθνής Αμνηστία έχει βρει αποδείξεις για εγκλήματα πολέμου από τις ισραηλινές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων άμεσων επιθέσεων κατά αμάχων και πολιτικών στόχων ή αδιάκριτων επιθέσεων, καθώς και άλλων παράνομων επιθέσεων και συλλογικής τιμωρίας του άμαχου πληθυσμού. Ο οργανισμός έχει καλέσει τον Εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου να επισπεύσει την έρευνά του για την κατάσταση στην Παλαιστίνη και διεξάγει εκστρατεία για άμεση κατάπαυση του πυρός.

Στις 7 Οκτωβρίου 2023, η Χαμάς και άλλες παλαιστινιακές ένοπλες ομάδες εκτόξευσαν αδιακρίτως πυραύλους κατά του νότιου Ισραήλ και έστειλαν μαχητές στο νότιο Ισραήλ, διαπράττοντας εγκλήματα πολέμου, όπως η σκόπιμη μαζική δολοφονία αμάχων και η ομηρία. Σύμφωνα με τις ισραηλινές αρχές, περίπου 1.200 άνθρωποι σκοτώθηκαν. Η Διεθνής Αμνηστία ζήτησε να λογοδοτήσουν η Χαμάς και άλλες ένοπλες ομάδες για τις σκόπιμες δολοφονίες, τις απαγωγές και τις αδιάκριτες επιθέσεις. Η Διεθνής Αμνηστία ζητά την άμεση απελευθέρωση όλων των αμάχων ομήρων που κρατούνται στη Γάζα. Η ομηρία αποτελεί σοβαρή παραβίαση του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και συνιστά έγκλημα πολέμου.

ΚΑΝΕ ΜΙΑ ΔΩΡΕΑ
Υπερασπίσου τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και στήριξε την ανεξαρτησία του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας.