
ΡΩΣΙΑ: ΤΕΤΑΡΤΗ ΧΡΟΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΠΟΥΤΙΝ «ΞΕΝΟΙ ΠΡΑΚΤΟΡΕΣ» ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗ ΣΙΓΑΣΗ ΤΩΝ ΜΚΟ
Περισσότερες από εκατό οργανώσεις έχουν δει τη χρηματοδότησή τους να συρρικνώνεται, τη φήμη τους να αμαυρώνεται, και το προσωπικό τους να εκφοβίζεται κάτω από το δρακόντειο νόμο της Ρωσίας «ξένοι πράκτορες», δήλωσε η Διεθνής Αμνηστία ενόψει της τέταρτης επετείου από τότε που τέθηκε σε ισχύ ο νόμος στις 21 Νοεμβρίου του 2012.
H νέα έκθεση «Πράκτορες των ανθρώπων: Τα τέσσερα χρόνια ισχύος του νόμου «ξένοι πράκτορες» στη Ρωσία τονίζουν το υψηλό τίμημα που έχει πληρώσει η ρωσική κοινωνία, καθώς ανεξάρτητες μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι οποίες ασκούν κριτική, έχουν αναγκαστεί να κλείσουν,παράλληλα, πολύτιμες υπηρεσίες έχουν περιοριστεί, ενώ ο κυβερνητικός έλεγχος για ένα ευρύ φάσμα τομέων, έχει αποσιωπηθεί. Η συγκεκριμένη κατάσταση αντιστοιχεί σε μια υπολογισμένη επίθεση στην ελευθερία της έκφρασης.
Ο νόμος των ξένων πρακτόρων έχει σχεδιαστεί για να περιορίσει, να στιγματίσει και να φιμώσει ολοκληρωτικά τις ΜΚΟ που ασκούν κριτική
-Sergei Nikitin, Διευθυντής της Διεθνούς Αμνηστίας στη Ρωσία
«Ο νόμος των ξένων πρακτόρων έχει σχεδιαστεί για να περιορίσει, να στιγματίσει και να φιμώσει ολοκληρωτικά τις ΜΚΟ που ασκούν κριτική. Αυτός ο νόμος έχει συμπεριλάβει ένα ευρύ φάσμα ΜΚΟ, με σημαντικό κόστος για τα ατομικά δικαιώματα και την ποιότητα της πολιτικής συζήτησης στη Ρωσία. Οι χαμένοι δεν είναι μόνο οι ΜΚΟ, αλλά η ρωσική κοινωνία», δήλωσε ο Sergei Nikitin, Διευθυντής της Διεθνούς Αμνηστίας στη Ρωσία.
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, 148 οργανώσεις έχουν συμπεριληφθεί στον κατάλογο των «ξένων πρακτόρων», εκ των οποίων οι 27 έχουν κλείσει εντελώς. Αυτές οι ΜΚΟ έχουν επιτελέσει σημαντικό ρόλο στην προστασία των δικαιωμάτων των απλών ανθρώπων. Σε πολλές περιπτώσεις, παρείχαν υπηρεσίες που το κράτος είχε αποτύχει να παράσχει, όπως: νομική εκπροσώπηση ή ψυχολογική υποστήριξη για τα θύματα διακρίσεων ή βίας, καθώς επίσης και περιβαλλοντικούς ελέγχους. Αυτή η ζωτικής σημασίας συμβολή στην ευημερία των ανθρώπων στη Ρωσία, τη δεδομένη περίοδο, είτε αποκλείεται είτε απειλείται, επειδή οι ΜΚΟ κινδυνεύουν - ή έχουν ήδη κινδυνέψει – να θεωρηθούν ότι ασκούν «πολιτική δραστηριότητα» και κατά συνέπεια να χαρακτηριστούν ως «ξένοι πράκτορες» σύμφωνα με το νόμο του 2012.
Οι τροποποιήσεις στο νόμο, που ψηφίστηκε τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους, έχουν χρησιμοποιηθεί μόνο για να επεκτείνουν το τεράστιο εύρος της απαγορευμένης «πολιτικής δραστηριότητας», έτσι ώστε να συμπεριληφθεί σε αυτό το πλαίσιο σχεδόν κάθε μορφή σχολιασμού για τη δημόσια τάξη ή τις ενέργειες των δημοσίων υπαλλήλων.
Η Διεθνής Αμνηστία εξέτασε περιπτώσεις πάνω από δέκα ΜΚΟ που αναφέρονται ως «ξένοι πράκτορες» και διενήργησε συνεντεύξεις με την ηγεσία και το προσωπικό τους. Συμπεριέλαβε οργανώσεις που εργάζονται για ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, όπως: διακρίσεις, προστασία των γυναικών και των δικαιωμάτων των LGBTI, διατήρηση της ιστορικής μνήμης, ακαδημαϊκή έρευνα, ποινική δικαιοσύνη και μεταρρύθμιση του συστήματος των φυλακών, δικαιώματα των καταναλωτών καθώς και περιβαλλοντικά ζητήματα. Ο κοινός άξονας ήταν ότι όλες αυτές οι οργανώσεις προσπάθησαν να κινητοποιήσουν ανθρώπους προς μία κριτική αξιολόγηση της κυβερνητικής πολιτικής.
Ενώ η χρηματοδότηση στη Ρωσία υπήρξε πάντοτε περιορισμένη, η πρόσβαση έχει γίνει ακόμη πιο δύσκολη στον απόηχο της επιθετικής δαιμονοποίησης των ΜΚΟ στα ρωσικά μέσα ενημέρωσης. Μία από τις συνέπειες του νόμου «ξένοι πράκτορες» ήταν να κάνει τη χρηματοδότηση από το εξωτερικό -η μόνη διαθέσιμη εναλλακτική λύση για τις ΜΚΟ- μια μη ασφαλή πηγή κεφαλαίων, καθώς κάτι τέτοιο συνδέεται με σημαντικούς νομικούς κινδύνους, ενώ ενέχει και τον κίνδυνο αμαύρωσης της φήμης της κάθε οργάνωσης. Οποιαδήποτε, δηλαδή ΜΚΟ, η οποία έχει χρηματοδότηση από το εξωτερικό και ασχολείται με ό,τι θεωρείται ότι είναι πολιτική δραστηριότητα, ενδέχεται να εμπίπτει στην απαγόρευση που θέτει ο εν λόγω νόμος.
Είναι αρκετά σαφές ότι ο κύριος στόχος των ρωσικών αρχών είναι να καταπνίξει την ανάπτυξη μιας κοινωνίας πολιτών που ενεργά ασκεί κριτική και να την αντικαταστήσει με υπάκουους, εξαρτώμενους, από την κυβερνητική πολιτική υποστηρικτές. Η εφαρμογή της προσέγγισης της ‘καμένης γης’ στη κοινωνία των πολιτών, δεν ανταποκρίνεται στα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της Ρωσίας
— Sergei Nikitin
Ενώ ο νόμος, σαφώς αναφέρει ότι «οι δραστηριότητες για την προστασία του φυσικού και ζωικού περιβάλλοντος» δεν θα πρέπει να θεωρούνται «πολιτικές», τουλάχιστον 21 περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν συμπεριληφθεί στη λίστα των «ξένων πρακτόρων».
Όταν το περιβαλλοντικό κέντρο Dront, το οποίο βρίσκεται στο Nizhnii Novgorod (στην Κεντρική Ρωσία), έκανε αίτηση για να αφαιρεθεί από τον κατάλογο, το αίτημά του απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι είχε λάβει χρηματοδότηση από το εξωτερικό. Οι τρεις πηγές χρηματοδότησης που αναφέρθηκαν ήταν: 500 ρούβλια ($ 8) από τη Bellona- Murmansk για την εγγραφή του στην εφημερίδα του Dront «Bereginja», ένα δάνειο από μια άλλη περιβαλλοντική ΜΚΟ, η οποία καταγράφεται ως «ξένος πράκτορας», τη Zelenyi Mir (Green World), το οποίο δάνειο αποπληρώθηκε από το Dront πριν από την επιθεώρηση. Η τρίτη πηγή, που προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη (αιτιολογήθηκε ως χρηματοδότηση από το εξωτερικό), ήταν μια επιχορήγηση από το Sorabotnichestvo, ένα ίδρυμα διοικούμενο από την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία.
«Αποδείχθηκε ότι, (η Εκκλησία) δέχεται κάποια εισροή μετρητών από την Κύπρο, κάτι το οποίο το περιφερειακό Υπουργείο Δικαιοσύνης (σε αυστηρή συμμόρφωση με το νόμο) θεωρεί αυτά τα χρήματα ως ‘ξένα’. Είναι μια παράξενη, σουρεαλιστική κατάσταση», δήλωσε ο Ashkat Kaiumov, επικεφαλής του Dront.
Αφού επιδικάστηκε στο Dront η καταβολή προστίμου 300.000 ρουβλίων (περίπου $ 4.800) την 1η Φεβρουαρίου του 2016, η ηγεσία της οργάνωσης αποφάσισε να αναστείλει προσωρινά τις δραστηριότητές της, μέχρι να αφαιρεθεί από τη λίστα των «ξένων πρακτόρων». Εν τω μεταξύ, θα συνεχίσει να εργάζεται ως μη εγγεγραμμένο δημόσιο κίνημα το οποίο δεν χρειάζεται επίσημη κύρωση.
Εάν η υπόθεση του Dront αποδεικνύει τον αργό αφανισμό μιας οργάνωσης, η επίθεση στην Ένωση των γυναικών του Don αναδεικνύει την επίμονη δίωξη μιας ΜΚΟ. Η ένωση αυτή, ήταν ένας από τους πρώτους οργανισμούς που κατηγορήθηκαν ως «ξένοι πράκτορες» βάσει του νόμου το 2014, όταν το Υπουργείο Δικαιοσύνης απέκτησε εξουσία προκειμένου να συμπεριλαμβάνει υποχρεωτικά οργανώσεις στη λίστα του. Ως απάντηση, οι ακτιβιστές, σύστησαν μια νέα οργάνωση, το Ίδρυμα των Γυναικών του Don, με σκοπό να συνεχιστεί το έργο. Ωστόσο, τον Οκτώβριο του 2015 κι αυτή η οργάνωση κηρύχθηκε ως «ξένος πράκτορας». Στις 24 Ιουνίου 2016, η επικεφαλής του, Valentina Cherevatenko, ενημερώθηκε ότι, βάσει του άρθρου 330.1 του ρωσικού ποινικού κώδικα, έχει ανοιχτεί εναντίον της μια ποινική υπόθεση για «εσκεμμένη αποφυγή ευθυνών» υπό το νόμο «ξένοι πράκτορες». Εάν κριθεί ένοχη, η Valentina μπορεί να αντιμετωπίσει μέχρι και δύο χρόνια φυλάκισης.
Η Διεθνής Αμνηστία καλεί τις ρωσικές αρχές να καταργήσουν το νόμο «ξένοι πράκτορες» και να άρουν τους αυθαίρετους περιορισμούς στο έργο των ΜΚΟ.
«Οι ρωσικές αρχές θα πρέπει να είναι αρκετά δυνατές, προκειμένου να δεχτούν την εποικοδομητική κριτική από οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και να μάθουν να εργάζονται μαζί τους και όχι εναντίον τους. Το πρώτο βήμα σε αυτό το δρόμο είναι να καταργήσουν το νόμο «ξένοι πράκτορες» και να άρουν τους αυθαίρετους περιορισμούς στο έργο των ΜΚΟ», δήλωσε ο Sergei Nikitin.