ΛΙΒΥΗ: ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΝΑ ΠΕΘΑΝΟΥΝ ΑΠΟ ΑΣΦΥΞΙΑ ΣΕ ΣΥΝΩΣΤΙΣΜΕΝΑ ΜΕΤΑΛΛΙΚΑ ΚΟΝΤΕΙΝΕΡ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
1 Σεπτεμβρίου 2011
Λιβύη: Εγκατάλειψη κρατουμένων να πεθάνουν από ασφυξία σε συνωστισμένα μεταλλικά κοντέινερ
Οι δυνάμεις που πρόσκεινται στον Καντάφι άφησαν 19 κρατούμενους να πεθάνουν από ασφυξία, ενόσω βρίσκονταν κλειδωμένοι μέσα σε μεταλλικά κοντέινερ, στην αποπνικτική ζέστη του Ιουνίου, στη βορειοδυτική Λιβύη, ανακάλυψε η Διεθνής Αμνηστία.
Τρεις επιζήσαντες περιέγραψαν πώς οι πιστοί στον Καντάφι τους βασάνισαν και ύστερα τους φυλάκισαν μαζί με άλλους 26 ανθρώπους σε δύο ασφυκτικά γεμάτα κοντέινερ, στις 6 Ιουνίου, σε ένα εργοτάξιο στο al-Khums, 120 χλμ. Ανατολικά της Τρίπολης.
Οι κρατούμενοι υπέμειναν θερμοκρασίες άνω των 40 βαθμών Κελσίου και ήπιαν τον ίδιο τους τον ιδρώτα και τα ούρα τους όταν οι περιορισμένες προμήθειες νερού τελείωσαν. Οι αιχμαλωτίζοντές τους φώναζαν « σκάστε, παλιοαρουραίοι», αγνοώντας τις κραυγές τους για βοήθεια.
Αυτή είναι η πρώτη επίσημη έκθεση για το επεισόδιο του Ιουνίου, επειδή το al-Khums ήταν έξω από τα όρια της ανεξέρτητης έρευνας, μέχρι που τέθηκε υπό τον έλεγχο του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου(EΜΣ), στις 21 Αυγούστου.
«Πρόκειται, προφανώς, για άθλια και απάνθρωπη μεταχείριση μιας ομάδας ανθρώπων που αποτελούνταν ως επί το πλείστον από άμαχο πληθυσμό», δήλωσε η Diana Eltahawy, ερευνήτρια της Βορείου Αφρικής στη Διεθνή Αμνηστία, που αυτή την περίοδο βρίσκεται στη Λιβύη.
Η δολοφονία ή ο βασανισμός κρατουμένων αποτελεί έγκλημα πολέμου για οποιοδήποτε μέρος μιας σύγκρουσης.
Η ομάδα της Διεθνούς Αμνηστίας εξέτασε τα δύο μεταλλικά κοντέινερ που χρησιμοποιήθηκαν για την αιχμαλωσία των ανθρώπων στο al-Khums. Οι πόρτες κλειδώθηκαν ερμητικά, τα κοντέινερ δεν είχαν καθόλου παράθυρα και ο μόνος εξαερισμός προερχόταν από τις δεκάδες τρύπες που είχαν δημιουργηθεί από σφαίρες κατά μήκος των μεταλλικών τοίχων.
Το μεγαλύτερο κοντέινερ περιείχε 19 άτομα, 10 εκ των οποίων επέζησαν. Μόνο ένα άτομο βγήκε ζωντανό από το μικρότερο κοντέινερ που είχε διαστάσεις 2χ6 μέτρα και χρησιμοποιήθηκε για να αιχμαλωτιστούν 10 άτομα. Μερικοί κρατούνταν στο εργοτάξιο από τις 20 Μαϊου.
Οι φρουροί τελικά άνοιξαν τα κοντέινερ αργότερα το απόγευμα της 6ης Ιουνίου, και οι 11 επιζήσαντες μεταφέρθηκαν σε άλλα κέντρα κράτησης στην Τρίπολη. Αφέθηκαν ελεύθεροι στις 21 Αυγούστου, και ο ένας από αυτούς αργότερα πέθανε από νεφρική ανεπάρκεια.
Κανείς δε γνωρίζει τι απέγιναν τα πτώματα εκείνων που ξεψύχησαν μέσα στα κιβώτια.
Ένας από τους επιζήσαντες στα κιβώτια, ο δάσκαλος σε σχολείο, Mohamed Ahmed Ali, και πατέρας οχτώ παιδιών, περιέγραψε πώς ένοπλοι άντρες τον συνέλαβαν στο σπίτι του στις 20 Μαϊου, ύστερα από τη συμμετοχή του σε αντικυβερνητικές διαμαρτυρίες στο al-Khums.
Οι δυνάμεις που πρόσκεινται στον Καντάφι τον ανάγκασαν να γονατίσει πριν του κάνουν ηλεκτροπληξία και πριν χτυπήσουν το κεφάλι και την πλάτη του με μεταλλικά καλώδια. Αργότερα, κρατήθηκε σε ένα μεγαλύτερο κοντέινερ στο al-Khums.
Σύμφωνα με τον Mohamed Ahmed Ali, στις 6 Ιουνίου μερικοί από τους αιχμαλώτους δυσκολεύονταν να αναπνεύσουν και χτυπούσαν τις μεταλλικές πόρτες από νωρίς το πρωί, ικετεύοντας για αέρα και νερό.
« Οι άνθρωποι έπεφταν ένας ένας στο πάτωμα γύρω μου. Τα ρούχα μας έσταζαν στον ιδρώτα. Πολλοί σιγομουρμούριζαν το shehada (μια μουσουλμανική επιβεβαίωση της πίστης που απαγγέλεται όταν πλησιάζει ο θάνατος). Ουρλιάζαμε: «Θα πεθάνουμε εδώ μέσα, άφησέ μας», είπε στη Διεθνή Αμνηστία.
«Τελικά, δε μπορούσα πια να δω, και γινόμουν όλο και πιο αδύναμος. Όλα θόλωσαν και, στο τέλος, έχασα τις αισθήσεις μου».
Ένας άλλος επιζών, ο Faraj Omar Al-Ganin, 27 ετών, είπε ότι οι κρατούμενοι απελπίζονταν όλο και περισσότερο όσο περνούσαν οι ώρες. Πολλοί άρχισαν να πίνουν το ίδια τους τα ούρα και τον ιδρώτα.
«Για ώρες εκλιπαρούσαμε για βοήθεια; οι κρατούμενοι στο δεύτερο κιβώτιο έκαναν το ίδιο», ανέφερε ο Al-Ganin.
«Μετά έπεσε μία παράξενη ησυχία. Συνειδητοποίησα ότι ήμουν ο μόνος που είχε ακόμη τις αισθήσεις του. Φώναξα: «Έχουν πεθάνει όλοι». Στο τέλος, οι φρουροί άνοιξαν τις πόρτες. Με ανάγκασαν να σύρω τα πτώματα έξω μπροστά στα πόδια τους.»
Ο Abdel Rahman Moftah Ali, 24 ετών, ήταν ο μόνος επιζών από το μικρότερο κιβώτιο, και είδε τους υπόλοιπους να πεθαίνουν μπροστά στα μάτια του:
Κανείς από εμάς δε μπορούσε να σταθεί όρθιος πια. Από τα στόματα μερικών ατόμων έβγαινε αφρός…είδα τους συγκρατούμενούς μου να πέφτουν στο πάτωμα και να ακινητοποιούνται ένας ένας…νομίζω πως έπεσα και χτύπησα το κεφάλι μου…τελικά ανέκτησα τις αισθήσεις μου και ήμουν καλυμμένος με αίματα…ήταν μια μέρα στην κόλαση.»
Δημόσιο έγγραφο