ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ: Ο ΕΚΤΑΚΤΟΣ ΝΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΔΙΝΕΙ «ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ ΦΩΣ ΓΙΑ ΒΙΑ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΠΡΟΩΘΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΣΥΝΟΡΑ»
Όσον αφορά την πρόταση της φινλανδικής κυβέρνησης για έναν έκτακτο νόμο σχετικά με τη λεγόμενη «εργαλειοποίηση» της μετανάστευσης, η οποία ορίζεται στο κείμενο ως ενέργειες από «κράτη ή άλλους φορείς» για τη διευκόλυνση των παράτυπων μεταναστευτικών κινήσεων προς μια άλλη χώρα σε μια προσπάθεια αποσταθεροποίησης αυτής, η Διευθύντρια του Γραφείου Ευρωπαϊκών Θεσμών της Διεθνούς Αμνηστίας, Eve Geddie, δήλωσε:
«Ο νόμος αυτός υπονομεύει σοβαρά την πρόσβαση στο άσυλο και την προστασία από την επαναπροώθηση στη Φινλανδία. Κινδυνεύει να λειτουργήσει ως πράσινο φως για βία και επαναπροωθήσεις στα σύνορα».
Στις λεγόμενες καταστάσεις «εργαλειοποίησης», ο νόμος εξουσιοδοτεί τις αρχές να περιορίζουν την υποδοχή αιτήσεων ασύλου σε συγκεκριμένα τμήματα των φινλανδικών συνόρων, παρέχοντάς τους την εξουσία για παρεμπόδιση εισόδου, μεταξύ άλλων και με τη χρήση βίας. Υπό ορισμένες συνθήκες, οι αρχές μπορούν ακόμη και να απέχουν εντελώς από την αξιολόγηση ατομικών περιστάσεων των ανθρώπων, κατά παράβαση της απαράβατης αρχής της μη επαναπροώθησης.
Συχνά περιγράφονται ως “pushbacks” (επαναπροωθήσεις), η παράνομη πρακτική των συνοπτικών και βίαιων επιστροφών στα σύνορα, η οποία χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες για να εμποδίσει ανθρώπους που χρήζουν προστασίας να φτάσουν στα σύνορά τους.
Ο νόμος επιτρέπει στους φινλανδούς συνοριοφύλακες να κάνουν εξαιρέσεις σε περιπτώσεις που αφορούν άτομα που θεωρούν ότι βρίσκονται σε ευάλωτη κατάσταση ή που κινδυνεύουν από σοβαρές παραβιάσεις κατά την επιστροφή τους στη χώρα από την οποία πέρασαν. Ωστόσο, η αξιολόγηση των καταστάσεων και των ευάλωτων σημείων των ανθρώπων απαιτεί ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό καθώς και επαρκή χρόνο. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι μια τέτοια αξιολόγηση θα ήταν δυνατή στο πλαίσιο σύντομων αλληλεπιδράσεων με συνοριακούς υπαλλήλους.
Ο προτεινόμενος νόμος δεν προσφέρει καμία πραγματική δυνατότητα προσφυγής, επιτρέποντας μόνο στους θιγόμενους να υποβάλουν διοικητική καταγγελία, η οποία δεν θα αναστέλλει την επιστροφή.
Οι εξουσίες αυτές φαίνεται να μην συνάδουν τόσο με την ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ όσο και με τον πρόσφατα συμφωνηθέντα κανονισμό της ΕΕ για τις κρίσεις και την ανωτέρα βία.
«Έχουμε ευρωπαϊκά και διεθνή νομικά πρότυπα για κάποιο λόγο: η αρχή της μη επαναπροώθησης πρέπει πάντα να τηρείται και οι ισχυρισμοί για σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά την επιστροφή απαιτούν αυστηρό έλεγχο, ανεξάρτητα από το πώς οι άνθρωποι έφτασαν στο έδαφος», δήλωσε η Geddie.
«Η πρόταση αυτή θα έθετε σε κίνδυνο τα δικαιώματα των ανθρώπων που αναζητούν ασφάλεια και θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυθαιρεσία και βία στα σύνορα. Η Φινλανδία θα πρέπει να απορρίψει αυτή την επίθεση κατά των βασικών συνταγματικών αξιών της και του κράτους δικαίου και να αποκαταστήσει επειγόντως τις συνθήκες για την ανθρώπινη διαχείριση των συνόρων και τον σεβασμό των διεθνών υποχρεώσεών της».
Η πρόταση της Φινλανδίας ακολουθεί τα επικίνδυνα βήματα της Λετονίας, της Λιθουανίας και της Πολωνίας, όπου έχουν εισαχθεί πολυάριθμες πολιτικές και πρακτικές κατά παράβαση του δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο όνομα της αντιμετώπισης των λεγόμενων προσπαθειών «εργαλειοποίησης», από το 2021.
Ιστορικό
Η εν λόγω νομοθετική πρόταση αποτελεί μέρος μιας σειράς πρόσφατων μέτρων που πρότεινε η φινλανδική κυβέρνηση και τα οποία περιορίζουν τα δικαιώματα των αιτούντων άσυλο και των μεταναστριών/ών και παρουσιάζονται ως απάντηση στην αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που περνούν στη Φινλανδία από τη Ρωσία για να ζητήσουν άσυλο από τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Από τον Νοέμβριο, η Φινλανδία έκλεισε σταδιακά όλα τα ανατολικά συνοριακά σημεία διέλευσης με τη Ρωσία. Τον Απρίλιο, το κλείσιμο παρατάθηκε επ' αόριστον. Μόνο δύο άτομα πέρασαν τα σύνορα για να ζητήσουν άσυλο από τον Φεβρουάριο έως τα μέσα Μαΐου, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και άλλοι εξέφρασαν ανησυχίες σχετικά με την αντίδραση της Φινλανδίας η οποία δεν ευθυγραμμίζεται με το δίκαιο της ΕΕ και το διεθνές δίκαιο, ενώ η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών υπογράμμισε «τους κινδύνους τιμωρίας, κράτησης και επαναπροώθησης που αντιμετωπίζουν οι αιτούντες άσυλο» στη Ρωσία.