ΟΙ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΙΑΧΩΡΙΖΟΥΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ

Της Monica Costa Riba, Υπεύθυνης Εκστρατειών της Διεθνούς Αμνηστίας για την Ευρώπη
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις κλείνουν τα μάτια τους στα δεινά χιλιάδων ανθρώπων που φτάνουν στις ελληνικές ακτές αναζητώντας έναν ασφαλή τόπο.
Η πλειονότητα θα παραμείνει στην Ελλάδα καθώς οι ευρωπαϊκοί κανόνες για το άσυλο -ο αποκαλούμενος Κανονισμός του Δουβλίνου- προβλέπουν ότι οι αιτούντες άσυλο πρέπει να υποβάλουν αίτηση για άσυλο στη χώρα όπου φθάνουν πρώτα. Η Ελλάδα, ως χώρα πρώτης άφιξης, φέρει την ευθύνη να τους βοηθήσει και να τους προστατεύσει, με λίγες μόνο εξαιρέσεις.
Η οικογενειακή επανένωση είναι σχεδόν ο μόνος τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι αυτοί μπορούν να μετακινηθούν με ασφάλεια από την Ελλάδα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο, είναι σοβαρά περιορισμένη: οι αιτούντες άσυλο μπορούν να επανενωθούν μόνο με πυρηνικά οικογενειακά μέλη: συζύγους, παιδιά ή, στην περίπτωση των ασυνόδευτων ανηλίκων, άλλους συγγενείς σε διαφορετικές χώρες της ΕΕ.
Για την Golroz από το Αφγανιστάν, αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει φεύγοντας να αφήσει πίσω στην Ελλάδα την 65χρονη θεία της, την Bibi. Η Golroz έχει εγκλωβιστεί στην Ελλάδα από το Φεβρουάριο του 2016 με τρία από τα τέσσερα παιδιά της, το σύζυγό της, τη θεία της και μια νεαρή ανιψιά.
Όταν η Γερμανία δέχτηκε το αίτημά της να επανενωθεί με το μεγαλύτερο γιο της που ζει εκεί, στα μέσα του 2017, αισθάνθηκε μια τεράστια ανακούφιση.
«Τον σκέφτομαι καθημερινά», είπε.
Σαν δεύτερη μητέρα
Αλλά η θεία της, η Bibi, θα έπρεπε να παραμείνει στην Ελλάδα επειδή μόνο τα άμεσα οικογενειακά μέλη και η μικρή ανιψιά της Golroz έγιναν δεκτά.
Η Bibi είναι σαν δεύτερη μητέρα για την Golroz. Ζούσαν μαζί στο Αφγανιστάν αφότου σκοτώθηκαν οι τέσσερις γιοι της Bibi, και η Golroz δεν μπορούσε να την αφήσει πίσω όταν η οικογένεια αποφάσισε να ξεκινήσει το επικίνδυνο ταξίδι προς την Ευρώπη, αναζητώντας την ασφάλεια.
Στην Ελλάδα, υποστήριζαν η μία την άλλη ενάντια στις σκληρές συνθήκες των καταυλισμών, όπως το να κοιμούνται σε μια σκηνή έξω από το χώρο αφίξεων του κλειστού αεροδρομίου στο Ελληνικό για αρκετούς μήνες.
Σκληροί αποχωρισμοί
Με τη βοήθεια δικηγόρου μιας ελληνικής ΜΚΟ, η οικογένεια προσέφυγε κατά της απόφασης δύο φορές. Έκαναν προσφυγή με βάση την ηλικία της Bibi, τους ισχυρούς οικογενειακούς δεσμούς, τη σχέση εξάρτησης και την υγεία της: Η Bibi έχει διαγνωστεί με ηπατίτιδα Β, οστεοπόρωση, ωτίτιδα και έχει καταρράκτη. Οι προσφυγές όμως απορρίφθηκαν.
Η Διεθνής Αμνηστία συνάντησε την οικογένεια στους καταυλισμούς της Θήβας και του Ελληνικού το 2017 και στο διαμέρισμά τους στην Αθήνα τον Ιούλιο του 2018. Στην Αθήνα παρακολουθούσαν μαθήματα γερμανικών, καθώς προετοιμάζονταν να ξεκινήσουν μια νέα ζωή στη Γερμανία.
«Κάνουμε μάθημα κάθε μέρα. Είναι δύσκολο όταν έχεις παιδιά. Τα προσέχουμε εναλλάξ με το σύζυγό μου, ώστε να μπορώ να μελετήσω λίγο.»
Ακόμα δεν μπορεί να πιστέψει ότι η Bibi δε θα ταξιδέψει μαζί τους.
Εγκλωβισμένες στην Ελλάδα για περισσότερο από ένα χρόνο
Οι γυναίκες που ταξιδεύουν μόνες τους ή με παιδιά εκπροσωπούν το μεγαλύτερο μέρος των ατόμων που αναμένουν να επανενωθούν με συγγενείς σε άλλες χώρες. Υπάρχουν επίσης οικογένειες στην Ελλάδα που ελπίζουν να επανενωθούν με τα παιδιά τους που ταξίδευαν μόνα τους σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Πολλές έχουν εγκλωβιστεί εδώ και πάνω από ένα χρόνο.
Οι γυναίκες εξηγούσαν πώς ο παρατεταμένος διαχωρισμός σε συνδυασμό με την ελάχιστη ή καθόλου πληροφόρηση σχετικά με τη διαδικασία επηρεάζουν την ψυχική τους υγεία, επιδεινώνοντας το άγχος και την κατάθλιψή τους.
Επιπλέον, ο ορισμός της «οικογένειας» στο κοινοτικό δίκαιο περιορίζεται στα μέλη της πυρηνικής οικογένειας. Εξαιρέσεις στον ορισμό, όπως η επανένωση για ανθρωπιστικούς λόγους ή για λόγους εξάρτησης, δε γίνονται πάντα αποδεκτές. Αυτό σημαίνει ότι, για παράδειγμα, οι ηλικιωμένες γυναίκες ή οι γυναίκες που επιβίωσαν από βίαια περιστατικά, με μέλη της εκτεταμένης οικογένειάς τους σε άλλες χώρες, διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο να παραμείνουν πίσω στην Ελλάδα.
Από το 2016 οι ευρωπαϊκές χώρες, και κυρίως η Γερμανία, έχουν λάβει περισσότερες από 14.300 αιτήσεις επανένωσης και περίπου οι 12.500 από αυτές έχουν γίνει δεκτές. Επανενώσεις επιτεύχθηκαν σε περίπου 9.200 περιπτώσεις.
Αλλά η Golroz και η Bibi δεν είναι στατιστικά στοιχεία.
Είναι δύο από τις πάνω από 100 ξεριζωμένες γυναίκες στην Ελλάδα με τις οποίες μίλησε η Αμνηστία από το Μάρτιο του 2017. Αυτές οι γυναίκες και κορίτσια είχαν κρίσιμα πράγματα να πουν για τα δικαιώματά τους, την ασφάλεια, την ευημερία και τις προκλήσεις τους.
Με βάση αυτές τις συνομιλίες, η Αμνηστία συγκέντρωσε τις δέκα σαφείς απαιτήσεις τους για αλλαγή, που απευθύνονται στις αρχές της Ελλάδας και της Ευρώπης. Αυτές περιλαμβάνουν την έκκληση προς τους ευρωπαίους ηγέτες να διευρύνουν τις συνθήκες για οικογενειακή επανένωση και να συμφωνήσουν σε ένα δικαιότερο σύστημα αποδοχής των προσφύγων που φτάνουν στις ευρωπαϊκές ακτές.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ: Τα δέκα αιτήματα των ξεριζωμένων γυναικών στην Ελλάδα