ΙΡΑΚ: ΝΑ ΑΠΟΡΡΙΦΘΟΥΝ ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΠΟΥ ΘΑ ΕΠΙΤΡΕΠΟΥΝ ΤΟΝ ΠΑΙΔΙΚΟ ΓΑΜΟ ΚΑΙ ΘΑ ΕΔΡΑΙΩΣΟΥΝ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΤΙΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
Οι νομοθέτες στο Ιράκ πρέπει να απορρίψουν τις τροποποιήσεις του οικογενειακού δικαίου, οι οποίες θα παραβιάσουν τα δικαιώματα των γυναικών και των κοριτσιών, θα εδραιώσουν περαιτέρω τις διακρίσεις και θα μπορούσαν να επιτρέψουν τον γάμο κοριτσιών ηλικίας μόλις εννέα ετών, δήλωσε σήμερα η Διεθνής Αμνηστία, ενόψει της επικείμενης κοινοβουλευτικής ψηφοφορίας για τις αλλαγές.
«Οι νομοθέτες στο Ιράκ πρέπει να λάβουν υπόψη τους τις προειδοποιήσεις της κοινωνίας των πολιτών και των ομάδων για τα δικαιώματα των γυναικών σχετικά με τις καταστροφικές επιπτώσεις αυτών των τροποποιήσεων, οι οποίες θα καταργήσουν την ισχύουσα νόμιμη ηλικία γάμου των 18 ετών τόσο για τα κορίτσια όσο και για τα αγόρια, ανοίγοντας το δρόμο για παιδικούς γάμους, καθώς και αφαιρώντας από τις γυναίκες και τα κορίτσια την προστασία όσον αφορά το διαζύγιο και την κληρονομιά», δήλωσε η Razaw Salihy, Ερευνήτρια της Διεθνούς Αμνηστίας για το Ιράκ.
«Ο παιδικός γάμος όχι μόνο στερεί από τα κορίτσια την εκπαίδευσή τους, αλλά τα παντρεμένα κορίτσια είναι πιο ευάλωτα στη σεξουαλική και σωματική κακοποίηση και στους κινδύνους για την υγεία τους που σχετίζονται με την πρόωρη εγκυμοσύνη. Είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι αυτές οι τροποποιήσεις του νόμου περί οικογενειακού δικαίου προωθούνται με τόση σφοδρότητα, όταν απαιτούνται εντελώς διαφορετικές επείγουσες νομικές μεταρρυθμίσεις για την προστασία των δικαιωμάτων των γυναικών και των κοριτσιών του Ιράκ.
«Το κοινοβούλιο του Ιράκ πρέπει να απορρίψει αυτές τις επικίνδυνες προτεινόμενες τροποποιήσεις και αντ' αυτού να επικεντρώσει τις προσπάθειές του στην αντιμετώπιση των θλιβερών ελλείψεων του Ποινικού Κώδικα, ο οποίος επιτρέπει την «τιμή» ως ελαφρυντικό για τις δολοφονίες γυναικών και κοριτσιών και επιτρέπει τη σωματική τιμωρία της συζύγου και των παιδιών από τον σύζυγο, καθώς και την αποτυχία να ποινικοποιήσει τον βιασμό εντός γάμου».
Ο ισχύων νόμος για το οικογενειακό δίκαιο ισχύει για όλες και όλους στο Ιράκ, ανεξάρτητα από τη θρησκεία τους. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις θα παρέχουν στα θρησκευτικά συμβούλια των Σουνιτικών και Σιιτικών αιρέσεων του Ισλάμ στο Ιράκ την εξουσία να αναπτύξουν τον δικό τους «κώδικα αποφάσεων της Σαρία για θέµατα οικογενειακού δικαίου» εντός έξι μηνών από την ψήφιση του νόμου, απειλώντας ουσιαστικά τα δικαιώματα των γυναικών και των κοριτσιών και την ισότητά τους απέναντι στον νόμο.
Οι τροπολογίες θα ανοίξουν επίσης την πόρτα για τη νομιμοποίηση των μη καταχωρημένων γάμων, οι οποίοι συχνά χρησιμοποιούνται για την παράκαμψη των νόμων περί παιδικού γάμου, και την άρση των ποινών για τους ενήλικες άνδρες που συνάπτουν τέτοιους γάμους και τους κληρικούς που τους τελούν. Θα καταργήσει επίσης κρίσιμες προστασίες για τις διαζευγμένες γυναίκες, όπως το δικαίωμα να παραμείνουν στη συζυγική οικία ή να λαμβάνουν οικονομική στήριξη από τον πρώην σύζυγο.
«Οι τροποποιήσεις παραβιάζουν διεθνείς συνθήκες που έχει επικυρώσει το Ιράκ, συμπεριλαμβανομένης της Σύμβασης για την Εξάλειψη Κάθε Μορφής Διακρίσεων κατά των Γυναικών (CEDAW) και της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού (CRC). Η διασφάλιση της ασφάλειας, της αξιοπρέπειας και των δικαιωμάτων των γυναικών και των κοριτσιών δεν αποτελεί μόνο υποχρέωση του κράτους βάσει του διεθνούς δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και ηθική προσταγή που πρέπει να τηρούν όλοι οι θεσμοί στο Ιράκ», δήλωσε ο Razaw Salihy.
Ιστορικό
Η πρώτη ανάγνωση του νομοσχεδίου πραγματοποιήθηκε στις 4 Αυγούστου 2024. Παρόμοιες τροποποιήσεις είχαν προταθεί το 2014 και το 2017, αλλά δεν πέρασαν λόγω εθνικής κατακραυγής. Στις 3 Σεπτεμβρίου 2024, το κοινοβούλιο του Ιράκ επιχείρησε να πραγματοποιήσει δεύτερη ανάγνωση του νομοσχεδίου, αλλά οι αντιτιθέμενες βουλεύτριες και οι αντιτιθέμενοι βουλευτές είχαν οργανώσει μποϊκοτάζ που κατάφερε να σπάσει την απαρτία.
Η δεύτερη ανάγνωση του νομοσχεδίου πραγματοποιήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου, με τις γυναίκες βουλεύτριες και τους αντιπάλους του νομοσχεδίου να εκφράζουν ανησυχίες για το γεγονός ότι δεν είχε ληφθεί υπόψη καμία από τις συστάσεις τους, ούτε είχε μοιραστεί ένα τροποποιημένο σχέδιο. Στις 17 Σεπτεμβρίου, το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο του Ιράκ έκρινε ότι οι τροποποιήσεις ήταν ευθυγραμμισμένες με το σύνταγμα του Ιράκ.