ΠΕΡΟΥ: Η ΘΑΝΑΤΗΦΟΡΑ ΚΡΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΕΙΝΑΙ ΑΚΟΜΑ ΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗΣ ΤΩΝ ΙΘΑΓΕΝΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΜΠΕΣΙΝΟ
Από την έναρξη των μαζικών διαδηλώσεων σε διάφορες περιοχές της χώρας τον Δεκέμβριο του 2022, ο στρατός και η Εθνική Αστυνομία του Περού (PNP) έχουν πυροβολήσει παράνομα με θανατηφόρα όπλα και έχουν χρησιμοποιήσει άλλα, λιγότερο θανατηφόρα όπλα αδιακρίτως εναντίον του πληθυσμού, ιδιαίτερα εναντίον των ιθαγενών και των campesinos (αγρεργάτριες/-άτες) κατά την καταστολή των διαδηλώσεων, γεγονότα που συνιστοούν εκτεταμένες επιθέσεις, δήλωσε σήμερα η Διεθνής Αμνηστία, παρουσιάζοντας τα πρώτα ευρήματα της έρευνάς της στη χώρα.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας στις περιοχές Ayacucho, Andahuaylas, Chincheros και Λίμα μεταξύ 29ης Ιανουαρίου και 11ης Φεβρουαρίου, η Διεθνής Αμνηστία έλαβε πληροφορίες σχετικά με 46 περιπτώσεις πιθανών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ κατέγραψε 12 περιπτώσεις θανάτων από τη χρήση πυροβόλων όπλων. Η οργάνωση έλαβε επίσης πληροφορίες για σοβαρές ελλείψεις στη διερεύνηση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην απονομή της δικαιοσύνης.
«Με συνολικά 48 ανθρώπους νεκρούς από την κρατική καταστολή, 11 από τα οδοφράγματα και 1 αστυνομικό νεκρό, καθώς και εκατοντάδες τραυματίες σε μια τραγική περίοδο κρατικής βίας, οι αρχές του Περού έδρασαν ώστε η υπερβολική και θανατηφόρα χρήση βίας να είναι η μόνη απάντηση της κυβέρνησης για περισσότερο από δύο μήνες στην κραυγή χιλιάδων κοινοτήτων που απαιτούν σήμερα αξιοπρέπεια και ένα πολιτικό σύστημα που να εγγυάται τα ανθρώπινα δικαιώματά τους», δήλωσε η Erika Guevara-Rosas, διευθύντρια Αμερικής της Διεθνούς Αμνηστίας.
Στο πλαίσιο μιας τεράστιας πολιτικής αβεβαιότητας, οι πρώτες εκφράσεις κοινωνικής αναταραχής προέκυψαν από αρκετές από τις πιο περιθωριοποιημένες περιοχές του Περού, όπως οι Apurímac, Ayacucho και Puno, των οποίων οι κυρίως ιθαγενείς πληθυσμοί έχουν ιστορικά υποφέρει από διακρίσεις, από την άνιση πρόσβαση στην πολιτική συμμετοχή και από συνεχείς προσπάθειες για πρόσβαση σε βασικά δικαιώματα στην υγεία, τη στέγαση και την εκπαίδευση. Οι διαμαρτυρίες εξαπλώθηκαν σύντομα στην πρωτεύουσα Λίμα και σε άλλα μέρη της χώρας.
Η Διεθνής Αμνηστία διεξήγαγε μια ανάλυση με βάση στοιχεία από του Περουβιανού Συνηγόρου του Πολίτη, λαμβάνοντας ως παραμέτρους τη συγκέντρωση των διαδηλώσεων και τον αριθμό των θανάτων λόγω καταστολής. Διαπίστωσε ότι ο αριθμός των πιθανών αυθαίρετων θανάτων λόγω κρατικής καταστολής είναι δυσανάλογα συγκεντρωμένος σε περιοχές με κυρίως ιθαγενείς πληθυσμούς. Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι το επίπεδο της κρατικής βίας κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων ήταν πρακτικά ίσο με αυτό που καταγράφηκε σε άλλα μέρη, όπως για παράδειγμα στη Λίμα. Ενώ οι περιοχές με κυρίως ιθαγενείς πληθυσμούς αντιπροσωπεύουν μόνο το 13% του συνολικού πληθυσμού του Περού, ωστόσο μετρούν το 80% των συνολικών θανάτων που καταγράφηκαν από την έναρξη της κρίσης. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι αρχές ενήργησαν με έντονη ρατσιστική προκατάληψη, στοχεύοντας σε πληθυσμούς που έχουν ιστορικά υποστεί διακρίσεις.
Στην Juliaca, στην περιοχή Puno, όπου συγκεντρώνεται μεγάλο ποσοστό του ιθαγενικού πληθυσμού, 17 άτομα σκοτώθηκαν στις 9 Ιανουαρίου στο πλαίσιο της αστυνομικής καταστολής. Το ίδιο το γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα δήλωσε ότι οι θάνατοι προκλήθηκαν από βλήματα πυροβόλου όπλου, προκαλώντας ένα από τα πιο τραγικά και ανησυχητικά γεγονότα σε ολόκληρη τη χώρα. Στις αρχές αυτού του μήνα, η κυβέρνηση κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε 7 περιφέρειες, με την Puno να είναι η μόνη περιφέρεια που παρέμεινε υπό στρατιωτικό έλεγχο.
Κατά τη διάρκεια της έρευνάς της, η Διεθνής Αμνηστία πήρε συνεντεύξεις από πολλούς κρατικούς αξιωματούχους, συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων των δυνάμεων ασφαλείας, εισαγγελέων και υπαλλήλων του Συνηγόρου του Πολίτη, καθώς και από επιχειρηματίες, δημοσιογράφους, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, δικηγόρους, μέλη οικογενειών και αυτόπτες μάρτυρες. Το Crisis Evidence Lab της οργάνωσης επαλήθευσε επίσης 36 τεμάχια φωτογραφικού και βιντεοσκοπημένου υλικού, εκ των οποίων τουλάχιστον 11 δείχνουν υπερβολική και ενίοτε αδιάκριτη χρήση θανατηφόρας και δυνητικά θανατηφόρας βίας από τις αρχές.
«Δεν είναι τυχαίο που δεκάδες άνθρωποι δήλωσαν στη Διεθνή Αμνηστία ότι αισθάνονται πως οι αρχές τούς αντιμετωπίζουν σαν ζώα και όχι σαν ανθρώπους. Ο συστημικός ρατσισμός που είναι βαθιά ριζωμένος στην περουβιανή κοινωνία και τις αρχές της εδώ και δεκαετίες είναι η κινητήρια δύναμη πίσω από τη βία που χρησιμοποιείται για την τιμωρία των κοινοτήτων που υψώνουν τη φωνή τους», δήλωσε η Erika Guevara-Rosas.
Αυθαίρετοι φόνοι και πιθανές εξωδικαστικές εκτελέσεις
Παρά το γεγονός ότι τα διεθνή πρότυπα για τα ανθρώπινα δικαιώματα απαγορεύουν τη χρήση πυροβόλων όπλων με θανατηφόρα πυρομαχικά για τον έλεγχο διαδηλώσεων, οι πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν δείχνουν ότι σε πολλές περιπτώσεις η αστυνομία και ο στρατός κατέφυγαν στη χρήση τους ως μία από τις κύριες μεθόδους τους για τη διάλυση διαδηλώσεων, ακόμα και όταν δεν υπήρχε προφανής κίνδυνος για τη ζωή άλλων.
Οι διαδηλώσεις ήταν ως επί το πλείστον ειρηνικές, αλλά υπήρξαν ορισμένες περιπτώσεις στοχευμένης βίας από ορισμένους διαδηλωτές/-ώτριες, που περιλάμβαναν την εκτόξευση λίθων με αυτοσχέδιες σφεντόνες και πυροτεχνήματα. Ωστόσο, τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι η αστυνομία και ο στρατός έριξαν σφαίρες αδιακρίτως, και σε ορισμένες περιπτώσεις σε συγκεκριμένους στόχους, σκοτώνοντας ή τραυματίζοντας παρευρισκόμενες/-ους, διαδηλ-ώτριες/-ωτές και όσες/-ους παρείχαν πρώτες βοήθειες σε τραυματίες.
Από τους 12 χαρακτηριστικούς θανάτους που έχει καταγράψει μέχρι στιγμής η Διεθνής Αμνηστία, όλα τα θύματα φαίνεται να έχουν πυροβοληθεί στο στήθος, στον κορμό ή στο κεφάλι, γεγονός που θα μπορούσε να υποδηλώνει, σε ορισμένες περιπτώσεις, την εσκεμμένη χρήση θανατηφόρας βίας.
Ο Johnathan Erik Enciso Arias, ένας 18χρονος μαθητής, παίκτης του βόλεϊ και γιος γονέων που μιλούσαν Quechua, πέθανε στις 12 Δεκεμβρίου από θανατηφόρα πυρομαχικά που τον έπληξαν ενώ βρισκόταν με τους φίλους του στον τοπικό λόφο Huayhuaca, ο οποίος δεσπόζει στο κέντρο της πόλης Andahuaylas. Δεκάδες πολίτες είχαν συγκεντρωθεί στο σημείο για να παρακολουθήσουν και να κινηματογραφήσουν τη διαμαρτυρία των ντόπιων που πραγματοποιήθηκε όταν η αστυνομία χρησιμοποίησε δακρυγόνα για να διαλύσει την πομπή της κηδείας δύο νεαρών αντρών που είχαν πεθάνει την προηγούμενη μέρα στο αεροδρόμιο του Andahuaylas.
Βίντεο και μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων δείχνουν ότι αρκετοί αστυνομικοί έριξαν σφαίρες από την ταράτσα ενός κτιρίου μπροστά από τον λόφο εκείνη την ημέρα. Κρατικοί αξιωματούχοι επιβεβαίωσαν στη Διεθνή Αμνηστία την παρουσία αστυνομικών στην ταράτσα, και η οργάνωση έχει επαληθεύσει υλικό που δείχνει ότι ο John Erik δεν ασκούσε βία εναντίον της αστυνομίας όταν σκοτώθηκε. Ένας άλλος νεαρός, ο Wilfredo Lizarme, 18 ετών, έχασε τη ζωή του υπό παρόμοιες συνθήκες. Οι περιπτώσεις αυτές θα μπορούσαν να συνιστούν εξωδικαστικές εκτελέσεις.
Ο Leonardo Hancco Chacca, ένας 32χρονος χειριστής βαρέων μηχανημάτων, πέθανε αφού οι στρατιώτες σημάδεψαν και πυροβόλησαν εναντίον διαδηλωτριών/-ών κοντά στο αεροδρόμιο του Ayacucho στις 15 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με πολλαπλές μαρτυρίες και εικόνες που απέκτησε η IDL-Reporteros. Οι μάρτυρες ανέφεραν ότι οι ένοπλες δυνάμεις έριχναν αληθινά πυρά για τουλάχιστον 7 ώρες μέσα και γύρω από το αεροδρόμιο, ενίοτε κυνηγώντας διαδηλώτριες/-ωτές ή πυροβολώντας προς την κατεύθυνση εκείνων που βοηθούσαν τους τραυματίες. Συνολικά 9 νέοι άντρες έχασαν τη ζωή τους, ως φερόμενο αποτέλεσμα στρατιωτικής δράσης εκείνη την ημέρα.
Τραυματισμοί και σωματικές βλάβες
Από την έναρξη της κρίσης, περισσότεροι από 1.200 άνθρωποι έχουν τραυματιστεί στο πλαίσιο των διαδηλώσεων και 580 αστυνομικοί έχουν πληγεί, σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Υγείας.
Πέραν των τραυμάτων από σφαίρες, στην ανάλυση εικόνων η Διεθνής Αμνηστία έχει εντοπίσει πολυάριθμους τραυματισμούς από σφαιρίδια pellet. Αυτά τα ανακριβή πυρομαχικά, τα οποία απελευθερώνουν πολλά βλήματα με κάθε βολή, δεν είναι καθόλου κατάλληλα για τον έλεγχο των διαδηλώσεων.
Σε μία περίπτωση, σφαίρα διαπέρασε το χέρι νεαρού άντρα ενώ παρείχε τις πρώτες βοήθειες στις 15 Δεκεμβρίου στο Ayacucho. Ο νεαρός δήλωσε ότι πυροβολήθηκε από στρατιώτες που στόχευαν απευθείας τον ίδιο και τις/τους διαδηλώτριες/-ωτές στην περιοχή. Περισσότεροι από 60 άνθρωποι τραυματίστηκαν στο Ayacucho εκείνη την ημέρα.
Στη Λίμα, τα στοιχεία που συνελέγησαν δείχνουν ότι η μεγάλη χρήση δυνητικά θανατηφόρων πυρομαχικών, όπως σφαιρίδια pellet, καθώς και δακρυγόνων, τα οποία μπορούν επίσης να είναι θανατηφόρα όταν χρησιμοποιούνται με ακατάλληλο τρόπο ή όταν εκτοξεύονται από εκτοξευτή απευθείας στο σώμα, προκάλεσαν τον θάνατο ενός ατόμου, το οποίο χτυπήθηκε από κάνιστρο αερίου στο κεφάλι, και δεκάδες τραυματισμούς.
Στην Juliaca, ο φωτορεπόρτερ Aldair Mejía χτυπήθηκε από σφαιρίδια στο δεξί του πόδι, τα οποία του προκάλεσαν σοβαρό τραυματισμό, ενώ κάλυπτε τις διαδηλώσεις και τη βίαιη καταστολή από την Εθνική Αστυνομία στις 7 Ιανουαρίου.
Αργές και υποστελεχωμένες έρευνες
Η Διεθνής Αμνηστία συνομίλησε με θύματα και συνέλεξε επίσημες πληροφορίες που έδειξαν ότι, παρόλο που η Γενική Εισαγγελία είχε λάβει κάποια σημαντικά μέτρα, σχεδόν δύο μήνες μετά τα γεγονότα, δεν είχαν ακόμη γίνει βασικά βήματα στις έρευνες, όπως η ολοκλήρωση ορισμένων εκθέσεων εμπειρογνωμόνων ή η συλλογή μαρτυριών. Σε κάποιες περιπτώσεις, το πρωτόκολλο φύλαξης αποδεικτικών στοιχείων δεν είχε διατηρηθεί, γεγονός που υπονομεύει τη δυνατότητα πραγματικά αμερόληπτων και εξαντλητικών ερευνών.
Η οργάνωση εντόπισε περιπτώσεις στις οποίες τα πρώτα στάδια των ερευνών δεν αντικατόπτριζαν με ακρίβεια τα γεγονότα, όπως η περίπτωση του Beckham Romario Quispe Rojas, ενός 18χρονου ποδοσφαιριστή, προπονητή και γιου ενός campesino που μιλούσε Quechua, ο οποίος έχασε τη ζωή του κατά τη διάρκεια διαμαρτυρίας στη Huancabamba, Andahuaylas, σε ένα εγκαταλελειμμένο αεροδιάδρομο. Η νεκροψία δεν ανέφερε το είδος του βλήματος που προκάλεσε τον θάνατό του και παραδόθηκε έναν μήνα μετά τα γεγονότα.
«Η Γενική Εισαγγελία πρέπει να απελευθερώσει επειγόντως τον χρόνο και τους πόρους που απαιτούνται για τη διερεύνηση σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πιθανών εγκλημάτων βάσει του διεθνούς δικαίου. Η καθυστέρηση και η παραμέληση αυτού του κρίσιμου έργου συμβάλλει σε ένα κλίμα ατιμωρησίας που μόνο ενθαρρύνει τέτοιες πράξεις», δήλωσε η Marina Navarro, εκτελεστική διευθύντρια της Διεθνούς Αμνηστίας του Περού.
Ο στιγματισμός των διαδηλωτριών/-ών υπονομεύει την πρόσβαση στη δικαιοσύνη
Οι αρχές, από τα υψηλότερα κλιμάκια κιόλας, διατηρούν στιγματιστικό λόγο εναντίον όσων διαδηλώνουν, ισχυριζόμενες χωρίς αποδείξεις ότι έχουν δεσμούς με την «τρομοκρατία» και με εγκληματικές ομάδες, προκειμένου να απονομιμοποιούν τα αιτήματά τους και να δικαιολογούν τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους.
Η οργάνωση προειδοποιεί επίσης ότι οι αρχές επιτίθενται συνεχώς σε ανεξάρτητα και διεθνή μέσα ενημέρωσης. Η Διεθνής Αμνηστία έχει καταγράψει αρκετές περιπτώσεις σοβαρών παραβιάσεων της ακεραιότητας των δημοσιογράφων κατά την άσκηση του δικαιώματός τους στην ελευθερία της έκφρασης.
Η οργάνωση πήρε συνεντεύξεις από περισσότερους από 20 ανθρώπους που τραυματίστηκαν από δακρυγόνα, σφαιρίδια ή σφαίρες κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων, πολλοί από τους οποίους δεν ένιωσαν ασφαλείς να αναφέρουν τους τραυματισμούς τους υπό τον φόβο της ποινικής δίωξης. Ορισμένοι από αυτούς ανέφεραν ότι δέχτηκαν απειλητικά τηλεφωνήματα ή ότι παρακολουθούνταν από την αστυνομία.
«Όταν ο λόγος του κράτους επιδιώκει να ποινικοποιήσει όσες/-ους διαδηλώνουν, η κοινωνία στο σύνολό της χάνει. Έτσι δικαιολογούνται οι αυθαίρετες στρατιωτικές και αστυνομικές τακτικές κατά του άμαχου πληθυσμού, περιορίζεται η ελευθερία της έκφρασης και θυματοποιούνται εκ νέου όσες και όσοι θρηνούν την απώλεια ενός αγαπημένου τους προσώπου», δήλωσε η Marina Navarro.
Στις 21 Ιανουαρίου, η αστυνομία συνέλαβε αυθαίρετα δεκάδες άτομα στο Universidad Nacional Mayor de San Marcos, παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχαν νομικοί λόγοι που να δικαιολογούν τέτοιες συλλήψεις. Στην επιχείρηση, η οποία διήρκεσε αρκετές ώρες και στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 500 αστυνομικοί, συνολικά 192 άτομα δέχτηκαν επιθέσεις και συνελήφθησαν, μεταξύ των οποίων φοιτήτριες/-ητές, δημοσιογράφοι, υπερασπίστριες/-ιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μέλη αντιπροσωπειών από άλλες περιοχές της χώρας που είχαν έρθει στη Λίμα για να συμμετάσχουν στις διαδηλώσεις. Η φύση της επιχείρησης και οι αναφορές για σωματική και ψυχολογική βία, καθώς και οι επαληθευμένες εικόνες, υποδεικνύουν πιθανή σκληρή, απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση.
Άτομο που συνελήφθη κατά τη διάρκεια της επιχείρησης δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία ότι αξιωματούχοι της Διεύθυνσης Αντιτρομοκρατίας της PNP απείλησαν τα συλληφθέντα άτομα ότι «αν συνέχιζαν να διαμαρτύρονται, θα έβαζαν τις φωτογραφίες τους στον τοίχο των τρομοκρατών», αναφερόμενος στο σημείο όπου αναγνωρίζονται τα άτομα που κατηγορούνται γι’ αυτό το έγκλημα.
Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, αναφέρθηκε σωματική βία κατά την αρχική επέμβαση, καθώς και η αδιάκριτη σύλληψη περαστικών, η άρνηση πρόσβασης σε αλληλέγγυες/-ους και η άσκοπη χρήση χειροπέδων. Η Διεθνής Αμνηστία έλαβε επίσης αναφορές για το «φύτεμα» υποτιθέμενων ενοχοποιητικών στοιχείων και την πρακτική τουλάχιστον μίας σύλληψης που αργότερα δεν εμφανίστηκε στα επίσημα αρχεία της επιχείρησης.
Η ανισότητα υπονομεύει τις υπηρεσίες που σώζουν ζωές
Το σύστημα υγείας του Περού είναι ένα από τα λιγότερο χρηματοδοτούμενα στη Λατινική Αμερική, και οι εργαζόμενες/-οι στον τομέα της υγείας στερούνται σοβαρά δίκαιες και ανθρώπινες συνθήκες εργασίας. Πολλοί άνθρωποι δήλωσαν στη Διεθνή Αμνηστία ότι η συντριπτική φτώχεια, η έλλειψη υπηρεσιών και η ανισότητα που υφίστανται ήταν από τους λόγους για τους οποίους αποφάσισαν να βγουν στους δρόμους.
Ο Robert Pablo Medina Llanterhuay, 16χρονος μαθητής λυκείου και γιος αγρότη, πυροβολήθηκε όταν μάρτυρες τον είδαν να περπατά ανάμεσα σε ομάδα διαδηλωτριών/-ών με μια μικρή περουβιανή σημαία στο χέρι στην πόλη Chincheros στις 12 Δεκεμβρίου. Η αστυνομία είχε ρίξει δακρυγόνα από κοντινή απόσταση για να διαλύσει το πλήθος εκείνη την ημέρα, και ο ίδιος πυροβολήθηκε στο στήθος. Το πλησιέστερο νοσοκομείο που ήταν σε θέση να διενεργήσει αυτοψία βρισκόταν αρκετές ώρες μακριά, πράγμα που σημαίνει ότι τα μέλη της οικογένειας δεν είχαν πρόσβαση σε αυτό, και έθαψαν το πτώμα του Robert χωρίς να εξεταστεί.
Ένα άλλο 15χρονο αγόρι από την πόλη Pichanaqui, Junín, τραυματίστηκε σοβαρά από πυροβόλο όπλο στις 16 Δεκεμβρίου, ενώ επέστρεφε στο σπίτι του από τη δουλειά του. Ωστόσο, η έλλειψη πρωτοβάθμιας περίθαλψης το οδήγησε να επισκεφτεί δύο νοσοκομεία πριν τελικά χειρουργηθεί τέσσερις ημέρες αργότερα στη Λίμα. Περουβιανές οργανώσεις έχουν καταμετρήσει εκατοντάδες ανθρώπους που έχουν παραπεμφθεί στην πρωτεύουσα για τον ίδιο λόγο και, σε πολλές περιπτώσεις, αντιμετώπισαν διακρίσεις και έλλειψη πόρων.
Προκαταρκτικές συστάσεις
Στις 15 Φεβρουαρίου η Διεθνής Αμνηστία συναντήθηκε με την πρόεδρο Dina Boluarte για να της παρουσιάσει τα πρώτα ευρήματα της έρευνάς της, καθώς και να συστήσει στην κυβέρνησή της, σε όλες τις κρατικές υπηρεσίες και στη διεθνή κοινότητα μια σειρά από δράσεις που θα πρέπει να εφαρμοστούν άμεσα και με αντιρατσιστική προσέγγιση:
Χρειάζεται επειγόντως αλλαγή τακτικής στη διαχείριση των διαδηλώσεων. Οι κρατικές αρχές πρέπει να σταματήσουν τη χρήση θανατηφόρας βίας για τη διάλυση των διαδηλώσεων, και να αποφύγουν τη χρήση δυνητικά θανατηφόρων όπλων όπως τα σφαιρίδια. Τα δακρυγόνα και άλλα λιγότερο θανατηφόρα όπλα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο με κατάλληλο και αναλογικό τρόπο.
Το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα πρέπει να προωθήσει επειγόντως την έρευνα για όσους ενδεχομένως ευθύνονται για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο υψηλότερο επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης της διεξαγωγής όλων των απαραίτητων ερευνών αμέσως και σε βάθος, καθώς και της εξασφάλισης επαρκών πόρων και προσωπικού για τους εισαγγελείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επιπλέον, πρέπει να διασφαλιστούν οι συνθήκες ασφαλείας για τα θύματα και τους μάρτυρες.
Οι αρχές, και ιδίως η πρόεδρος του Περού, πρέπει να λάβουν επειγόντως μέτρα για να τερματιστεί ο στιγματισμός των διαδηλωτριών/-ών. Επιπλέον, όλοι οι κλάδοι της κυβέρνησης θα πρέπει να λάβουν εγκαίρως μέτρα για τον τερματισμό των δομικών φυλετικών διακρίσεων.
Οι αρχές πρέπει να παράσχουν επειγόντως στήριξη στις οικογένειες των νεκρών και των τραυματιών. Η ψυχολογική, οικονομική και εργασιακή υποστήριξη και η αποζημίωση των θυμάτων πρέπει να αποτελέσουν προτεραιότητα.
Η διεθνής κοινότητα και οι μηχανισμοί προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πρέπει να λάβουν όλα τα έγκαιρα και επείγοντα μέτρα για να εξασφαλίσουν την παύση της καταστολής και τη λογοδοσία των περουβιανών αρχών.
«Η σοβαρή κρίση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αντιμετωπίζει το Περού έχει τροφοδοτηθεί από τον στιγματισμό, την ποινικοποίηση και τον ρατσισμό κατά των ιθαγενών πληθυσμών και των κοινοτήτων καμπεσίνο, που σήμερα βγαίνουν στους δρόμους ασκώντας τα δικαιώματά τους στην ελευθερία της έκφρασης και της ειρηνικής συνάθροισης, και σε απάντηση έχουν τιμωρηθεί βίαια. Οι εκτεταμένες επιθέσεις κατά του πληθυσμού έχουν επιπτώσεις όσον αφορά την ατομική ποινική ευθύνη των αρχών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο, για τη δράση τους και για την παράλειψή τους να σταματήσουν την καταστολή», δήλωσε η Erika Guevara-Rosas.
«Επαναλαμβάνουμε την έκκλησή μας προς την προσωρινή πρόεδρο Dina Boluarte και τις υπόλοιπες κρατικές αρχές να θέσουν τέρμα στην καταστολή, να ικανοποιήσουν τα νόμιμα αιτήματα των διαδηλωτριών/-ών και να διασφαλίσουν ότι το κράτος θα εκπληρώσει την υποχρέωσή του να διερευνήσει όλες τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράττονται από τις δυνάμεις ασφαλείας και να προσαγάγει στη δικαιοσύνη τους υπεύθυνους».