Μιλήσαμε με οικογένειες δολοφονηθέντων και εξαναγκαστικά εξαφανισμένων ατόμων από όλο τον κόσμο, και ακούγαμε συνεχώς το ίδιο πράγμα: αυτοί οι άνθρωποι γνώριζαν πως βρίσκονταν σε κίνδυνο
TΑ ΚΡΑΤΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΣ ΑΠΟΤΥΓΧΑΝΟΥΝ ΝΑ ΑΠΟΤΡΕΨΟΥΝ ΔΟΛΟΦΟΝΙΕΣ ΚΑΙ ΕΞΑΦΑΝΙΣΕΙΣ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΩΝ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
Τα κράτη παγκοσμίως αποτυγχάνουν στην υποχρέωσή τους να προστατέψουν επαρκώς τους ανθρώπους που υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, γεγονός που έχει οδηγήσει σε μια αύξηση δολοφονιών που θα μπορούσαν να αποφευχθούν και εξαναγκαστικών εξαφανίσεων, δήλωσε η Διεθνής Αμνηστία.
Η νέα έρευνα της οργάνωσης «Θανάσιμες αλλά Αποτρέψιμες Επιθέσεις: Δολοφονίες και Εξαναγκαστικές Εξαφανίσεις Ατόμων που υπερασπίζονται τα Ανθρώπινα Δικαιώματα» τεκμηριώνει το διαρκώς αυξανόμενο ρίσκο που αντιμετωπίζουν οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων - άνθρωποι όλων των κοινωνικών στρωμάτων που εργάζονται ώστε να προωθούν και να προασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Guadalupe Marengo, Επικεφαλής της Διεθνούς Αμνηστίας Παγκοσμίως στο Πρόγραμμα Υπερασπιστών των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Η έρευνα περιλαμβάνει μαρτυρίες από φίλους, συγγενείς και συναδέλφους υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων οικολόγων, ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, ακτιβιστών και ακτιβιστριών υπέρ των δικαιωμάτων των γυναικών, δημοσιογράφων και δικηγορών, οι οποίοι έχουν δολοφονηθεί ή εξαφανιστεί. Πολλοί περιγράφουν πώς τα θύματα αναζητούσαν προστασία και απλώς αγνοήθηκαν από τις αρχές και πώς οι θύτες διέφυγαν της δικαιοσύνης, τροφοδοτώντας έναν θανάσιμο κύκλο ατιμωρησίας.
«Μιλήσαμε με οικογένειες δολοφονηθέντων και εξαναγκαστικά εξαφανισμένων ατόμων από όλο τον κόσμο, και ακούγαμε συνεχώς το ίδιο πράγμα: αυτοί οι άνθρωποι γνώριζαν πως βρίσκονταν σε κίνδυνο», είπε η Guadalupe Marengo, Επικεφαλής της Διεθνούς Αμνηστίας Παγκοσμίως στο Πρόγραμμα Υπερασπιστών των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
«Πριν τους θανάτους ή τις εξαφανίσεις τους είχαν προηγηθεί αρκετές επιθέσεις, στις οποίες οι Αρχές εθελοτυφλούσαν ή ακόμα και τις ενθάρρυναν. Εάν τα κράτη είχαν πάρει σοβαρά τις υποχρεώσεις τους απέναντι στα ανθρώπινα δικαιώματα και εάν είχαν δράσει όπως έπρεπε στις καταγγελίες των απειλών και άλλων κακοποιήσεων, θα μπορούσαν να έχουν σωθεί πολλές ζωές».
Η νέα έρευνα της Διεθνούς Αμνηστίας ενώνει ιστορίες από όλο τον κόσμο για να απεικονίσει την αύξηση επιθέσεων που θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί ενάντια σε υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αναδεικνύει ένα ανατριχιαστικό μοτίβο ατιμωρησίας. Οι υποθέσεις περιλαμβάνουν:
Τη Berta Cáceres, μιας ακτιβίστριας για τα δικαιώματα των ιθαγενών και του περιβάλλοντος από την Ονδούρα, την οποία πυροβόλησαν θανάσιμα το 2016 μετά από χρόνια απειλών και επιθέσεων.
Τον Xulhaz Mannan, ΛΟΑΤΚΙ ακτιβιστή που μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου στο Μπαγκλαντές, μαζί με τον συνάδελφο του το 2016. Έπειτα από 18 μήνες, δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη.
Τον Pierre Claver Mbonimpa, ιδρυτή ενός οργανισμού ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Μπουρούντι, ο οποίος πυροβολήθηκε στο πρόσωπο και στο λαιμό το 2015. Μήνες μετά, καθώς ανέρρωνε στο εξωτερικό, ο γιος και ο γαμπρός του δολοφονήθηκαν.
Τους «Douma 4», τέσσερις Σύριους ακτιβιστές που απήχθησαν από το γραφείο τους από ένοπλους άνδρες το Δεκέμβρη του 2013 και δεν έχουν δώσει κανένα σημείο ζωής έκτοτε.
Ο ρυθμός των επιθέσεων αυξάνεται
Όταν η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών υιοθέτησε την Διακήρυξη των Υπερασπιστών Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων το 1998, η διεθνής κοινότητας δεσμεύθηκε να τους προστατεύει και να αναγνωρίζει το σημαντικό έργο τους. Ωστόσο, η έρευνα της Διεθνούς Αμνηστίας δείχνει πως το να υποστηρίζεις τα ανθρώπινα δικαιώματα συνεχίζει να αποτελεί εξαιρετικά επικίνδυνη δουλειά, με εκατοντάδες υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων να δολοφονούνται και να εξαφανίζονται εξαναγκαστικά από κρατικούς ή μη κρατικούς φορείς εδώ και δύο δεκαετίες.
Σύμφωνα με την ΜΚΟ Front Line Defenders, τουλάχιστον 281 υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σκοτώθηκαν παγκοσμίως μόνο το 2016, μια αύξηση που ανέρχεται στο ένα τρίτο από το 2015. Ο πραγματικός αριθμός είναι πιθανότατα πιο υψηλός, καθώς πολλοί υπερασπιστές που δολοφονήθηκαν ή απήχθησαν δεν αναγνωρίστηκαν ως τέτοιοι.
Η έρευνα της Διεθνούς Αμνηστίας αποκαλύπτει ότι τα κίνητρα πίσω από αυτές τις επιθέσεις είναι πολλαπλά. Κάποιοι άνθρωποι δέχονται επιθέσεις λόγω του επαγγέλματός τους (για παράδειγμα δημοσιογράφοι, δικηγόροι, συνδικαλιστές κλπ), επειδή υψώνουν το ανάστημά τους σε ισχυρούς φορείς που καταπατούν τα ανθρώπινα δικαιώματα και επειδή δημοσιοποίησαν πληροφορίες ή ευαισθητοποίησαν τους συμπολίτες τους.
Κάποιοι άλλοι βρίσκονται σε υψηλό ρίσκο και λόγω της ιδιότητας τους, αντιμετωπίζοντας βία και διακρίσεις. Αυτοί οι άνθρωποι συμπεριλαμβάνουν αυτούς και αυτές που υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα των γυναικών, εργάτριες/ες του σεξ, ΛΟΑΤΙ άτομα, ιθαγενείς και άλλες μειονότητες. Άλλοι δέχονται επιθέσεις επειδή βρίσκονται σε συγκεκριμένες καταστάσεις όπως σε μια σύρραξη ή όταν κοινότητες βρίσκονται στο έλεος του οργανωμένου εγκλήματος ή βίαιης καταστολής.
«Παρόλο που τα κίνητρα πίσω από αυτές τις επιθέσεις ποικίλουν, το τι κρύβεται πίσω από αυτά είναι η επιθυμία να φιμωθεί όποιος μιλάει ενάντια στην αδικία ή δυσκολεύει τα σχέδια ισχυρών συμφερόντων. Αυτή η φίμωση έχει πολλαπλασιαστικές επιπτώσεις στην ευρύτερη κοινωνία, δημιουργώντας ένα κύκλο φόβου που υποσκάπτει τα δικαιώματα όλων μας», είπε η Guadalupe Marengo.
Η ατιμωρησία αυξάνει τον κίνδυνο
Όταν οι απειλές και οι επιθέσεις δεν ερευνώνται επαρκώς και δεν υπάρχει αντίστοιχη τιμωρία, το αποτέλεσμα είναι ένα κλίμα ατιμωρησίας που διαβρώνει τους κανόνες του νόμου και περνάει το μήνυμα ότι οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μπορούν να δέχονται επιθέσεις χωρίς συνέπειες.
Η μητέρα μου αξίζει δικαιοσύνη και είναι επιτακτική ανάγκη να ρίξουμε φως στη συνομωσία που έγινε. Είναι αναγκαίο εάν θέλουμε να αποτρέψουμε κι άλλους θανάτους
Bertha Zúniga, κόρη της Berta Cáceres
Η Bertha Zúniga, κόρη της ακτιβίστριας από την Ονδούρα που μάχονταν για το περιβάλλον και τα δικαιώματα των ιθαγένων Berta Cáceres (ιδρύτρια του Εθνικού Συμβουλίου Λαϊκών και Ιθαγενικών Οργανισμών της Ονδούρας, που δολοφονήθηκε το περασμένο έτος), είπε:
«Πριν από το θάνατο της μητέρας μου, υπήρξε μια ξεκάθαρη συμμαχία μεταξύ συμφερόντων εταιριών, ιδιωτικών πρακτόρων ασφάλειας, κυβερνητικών εκπροσώπων και του οργανωμένου εγκλήματος. Όλες αυτές οι πλευρές ήταν συνένοχες στο θάνατο της μητέρας μου, ενώ το να γίνει μια ενδελεχής έρευνα αποδεικνύεται όλο και πιο δύσκολο. Η μητέρα μου αξίζει δικαιοσύνη και είναι επιτακτική ανάγκη να ρίξουμε φως στη συνομωσία που έγινε. Είναι αναγκαίο εάν θέλουμε να αποτρέψουμε κι άλλους θανάτους».
Προτάσεις
Η Διεθνής Αμνηστία προτρέπει όλα τα κράτη να βάλουν ως προτεραιότητα την αναγνώριση και την προστασία των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι αρχές πρέπει να υποστηρίζουν δημόσια το έργο τους και να αναγνωρίζουν τη συνεισφορά τους στην προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πρέπει να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να αποτρέψουν τέτοιου είδους επιθέσεις σε αυτούς και να αποδίδουν δικαιοσύνη σε όσους κρύβονται πίσω από αυτές τις απειλές, ερευνώντας ενδελεχώς και αποτελεσματικώς τις υποθέσεις και καταδικάζοντας τους υπεύθυνους για τις δολοφονίες και τις εξαναγκαστικές εξαφανίσεις.
Είναι πολύ σημαντικό οι κυβερνήσεις να στέλνουν ένα ξεκάθαρο δημόσιο μήνυμα ότι αυτές οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δε θα γίνονται ανεκτές.
«Οι βίαιες επιθέσεις που καταγράφονται σε αυτή την έρευνα είναι η λογική κατάληξη ενός ανατριχιαστικού «μοτίβου», κατά το οποίο πολλοί ηγέτες παγκόσμια, αντί να υπερασπίζονται τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αντίθετα τους βάζουν σε περισσότερο κίνδυνο με εκστρατείες δυσφήμισης, κατάχρηση δικαστικής εξουσίας ή εσφαλμένη παρουσίαση τους ως αντιτιθέμενους σε εθνικά συμφέροντα Ως αποτέλεσμα, οι ηγέτες αυτοί περιφρονούν τα ανθρώπινα δικαιώματα για όλους μας», είπε η Guadalupe Marengo.
«Για να ανατραπεί αυτή η επικίνδυνη ρητορική, τα κράτη πρέπει να αναγνωρίσουν το βασικό ρόλο που διαδραματίζουν οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όλοι και όλες χρωστάμε πολλά σε όσους με γενναιότητα υπερασπίζονται τα δικαιώματα μας με κόστος την ίδια τους τη ζωή προκειμένου να προστατέψουν το ζωτικό έργο τους».
Υπόβαθρο
Η έρευνα αυτή είναι μέρος της εκστρατείας «Brave» της Διεθνούς Αμνηστίας, η οποία ξεκίνησε τον περασμένο Μάιο και καλεί όλα τα κράτη να αναγνωρίσουν το έργο των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να διασφαλίσουν ότι θα είναι σε θέση να συνεχίσουν τη δουλειά τους σε ασφαλές και σταθερό περιβάλλον.
Ποιοι είναι οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων;
Προέρχονται από όλα τα κοινωνικά στρώματα. Μπορούν να είναι κοινοτικοί ηγέτες, δημοσιογράφοι, δικηγόροι, επαγγελματίες στον κλάδο της υγείας, εκπαιδευτικοί, συνδικαλιστές, πληροφιοριοδότες, θύματα ή συγγενείς θυμάτων παραβιάσεων και καταχρήσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μέλη οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πολιτικοί και μέλη των δυνάμεων ασφαλείας ή άλλου κράτους πράκτορες.
Μπορεί να υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα ως μέρος του επαγγέλματός τους ή σε εθελοντική βάση. Μπορεί να είναι οργανωμένοι και να εργάζονται για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε τακτική βάση ή απλά να έχουν αναλάβει δράση για να υπερασπιστούν τα ανθρώπινα δικαιώματα. Με άλλα λόγια, ένας υπερασπιστής ανθρωπίνων δικαιωμάτων μπορεί να είναι οποιασδήποτε, ανεξαρτήτως ηλικίας, καταγωγής, φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, εθνικότητας ή άλλης κοινωνικής ομάδας, που αντιτίθεται σε παραβιάσεις και καταχρήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή προάγει τα ανθρώπινα δικαιώματα με άλλους τρόπους χωρίς να καταφεύγει ή να υποστηρίζει το μίσος, τη διάκριση ή τη βία.