Σήμερα στο Χαλέπι και στο Ιντλίμπ, οι ένοπλες ομάδες έχουν την πλήρη ελευθερία να διαπράττουν εγκλήματα πολέμου και άλλες παραβιάσεις του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου χωρίς να τιμωρούνται. Έχουμε επίσης καταγράψει ένοπλες ομάδες, να χρησιμοποιούν σκανδαλωδώς τις ίδιες μεθόδους βασανιστηρίων που χρησιμοποιούνται συνήθως από την κυβέρνηση της Συρίας
ΣΥΡΙΑ: ΑΠΑΓΩΓΕΣ, ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΜΑΖΙΚΕΣ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙΣ ΑΠΟ ΕΝΟΠΛΕΣ ΟΜΑΔΕΣ
Ένοπλες ομάδες που δρουν στο Χαλέπι, στο Ιντλίμπ και στις γύρω περιοχές, στο βόρειο τμήμα της Συρίας, έχουν διαπράξει τρομακτικό αριθμό απαγωγών, βασανιστηρίων και μαζικών εκτελέσεων, δήλωσε η Διεθνής Αμνηστία σε μια νέα αναφορά που δημοσιεύθηκε σήμερα.
Η αναφορά με τίτλο «Τα βασανιστήρια ήταν η τιμωρία μου»: Απαγωγές, βασανιστήρια και μαζικές εκτελέσεις υπό τις διαταγές ενόπλων ομάδων στο Χαλέπι και στο Ιντλίμπ της Συρίας, προσφέρει τη σπάνια ευκαιρία μιας πραγματικής αποτύπωσης της ζωής σε περιοχές υπό τον έλεγχο ένοπλων αντιπολιτευόμενων ομάδων. Παρά τα αποδεικτικά στοιχεία ότι παραβιάζουν το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο (οι νόμοι του πολέμου) κάποιες από αυτές θεωρείται ότι έχουν την στήριξη κυβερνήσεων όπως του Κατάρ, της Σαουδικής Αραβίας, της Τουρκίας και των ΗΠΑ. Η αναφορά ρίχνει επίσης φως στα διοικητικά και οιονεί δικαστικά όργανα που έχουν συσταθεί από τις ένοπλες ομάδες για να διοικούν αυτές τις περιοχές.
«Αυτή η αναφορά αποκαλύπτει την οδυνηρή πραγματικότητα για τους πολίτες που ζουν υπό τον έλεγχο ορισμένων εκ των ενόπλων αντιπολιτευόμενων ομάδων στο Χαλέπι, στο Ιντλίμπ και τις γύρω περιοχές. Πολλοί άμαχοι ζουν με τον συνεχή φόβο ότι θα απαχθούν αν επικρίνουν τον τρόπο που λειτουργούν οι ένοπλες ομάδες που βρίσκονται στην εξουσία ή αν δεν καταφέρουν να συμμορφωθούν με τους αυστηρούς κανόνες που έχουν επιβληθεί από κάποιες εξ αυτών», δήλωσε ο Phillip Luther, Διευθυντής του προγράμματος Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής στη Διεθνή Αμνηστία.
Phillip Luther, Διευθυντής του προγράμματος Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής στη Διεθνή Αμνηστία
«Τα κράτη που είναι μέλη της διεθνούς ομάδας για τη στήριξη της Συρίας, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, του Κατάρ, της Τουρκίας και της Σαουδικής Αραβίας και τα οποία εμπλέκονται σε διαπραγματεύσεις για τη Συρία, πρέπει να πιέσουν τις ένοπλες ομάδες να δώσουν τέλος σε αυτά τα εγκλήματα και να συμμορφωθούν με τους νόμους του πολέμου. Πρέπει, επίσης, να διακόψουν κάθε μεταφορά όπλων ή άλλη υποστήριξη σε ομάδες που εμπλέκονται σε εγκλήματα πολέμου και άλλες κατάφωρες παραβιάσεις».
Η αναφορά παρουσιάζει παραβιάσεις που διαπράχθηκαν από πέντε ένοπλες ομάδες που έχουν ασκήσει έλεγχο σε τμήματα των κυβερνείων του Χαλεπίου και του Ιντλίμπ από το 2012. Περιλαμβάνονται το κίνημα Νουρ αλ Ντιν αλ Ζένκι, το μέτωπο της αλ Σάμια και η Διάσπαση 16, οι οποίες έγιναν μέλη της συμμαχίας για την κατάκτηση του Χαλεπιού (γνωστή και ως Φάταχ Χάλαμπ) το 2015. Περιλαμβάνονται, επίσης, η Τζαμπχάτ αλ Νούσρα και το ισλαμιστικό κίνημα Αχράρ αλ Σαμ στο Ιντλίμπ, που, ομοίως το 2015, και οι δυο εντάχθηκαν στην συμμαχία του Στρατού Κατάκτησης.
Ορισμένες μη κρατικές ένοπλες ομάδες όπως η Τζαμπχατ αλ Νούσρα, το μέτωπο της αλ Σάμια και το το ισλαμιστικό κίνημα Αχράρ αλ Σαμ, έχουν δημιουργήσει τα δικά τους «συστήματα δικαιοσύνης» βασισμένα στη Σαρία (ισλαμικός νόμος) στις περιοχές που ελέγχουν και έχουν ιδρύσει ανεπίσημες εισαγγελικές αρχές, αστυνομικές δυνάμεις και κέντρα κράτησης. Έχουν, επίσης, διορίσει δικαστές, μερικοί από τους οποίους δεν έχουν καμία γνώση της Σαρία. Ορισμένες ομάδες, όπως η Τζαμπχάτ αλ Νούσρα και το ισλαμιστικό κίνημα Αχράρ αλ Σαμ, έχουν εφαρμόσει μια αυστηρή ερμηνεία της Σαρία και επέβαλαν ποινές όπως βασανιστήρια ή άλλες μορφές κακομεταχείρισης για πράξεις που εξέλαβαν οι ίδιες ως παραβάσεις.
Η αναφορά τεκμηριώνει 24 περιπτώσεις απαγωγής από ένοπλες ομάδες στα κυβερνεία του Χαλεπιού και του Ιντλίμπ μεταξύ 2012 και 2016. Στα θύματα περιλαμβάνονται ειρηνικοί ακτιβιστές, ακόμη και μερικά παιδιά, καθώς και μειονότητες στοχευμένες αποκλειστικά και μόνο λόγω της θρησκείας τους.
Παρουσιάζει, επίσης, πέντε περιπτώσεις, από το 2014 και το 2015, ανθρώπων που φέρονται ότι υπέστησαν βασανιστήρια από την Τζαμπχάτ αλ Νούσρα και από το κίνημα Νουρ αλ Ντιν αλ Ζένκι μετά την απαγωγή τους.
Ο «Ιμπραήμ» (δεν είναι το πραγματικό του όνομα), ένας πολιτικός ακτιβιστής που απήχθη από την Τζαμπχάτ αλ Νούσρα τον Απρίλιο του 2015 στο Χαλέπι, δήλωσε ότι υπέστη βασανιστήρια καθόλη τη διάρκεια των τριών ημερών που κρατήθηκε. Ο ίδιος πιστεύει ότι είχε γίνει στόχος επειδή διοργάνωνε ειρηνικές διαδηλώσεις για την υποστήριξη της εξέγερσης του 2011.
«Με πήγαν στο δωμάτιο βασανιστηρίων. Με έβαλαν στη στάση shabeh, κρεμώντας με από την οροφή από τους καρπούς μου, έτσι ώστε τα δάχτυλα των ποδιών μου ήταν πάνω από το έδαφος. Τότε άρχισαν να με χτυπάνε με καλώδια σε όλο μου το σώμα ... Μετά την shabeh χρησιμοποίησαν την τεχνική dulab [λάστιχο]. Δίπλωσαν το σώμα μου και με ανάγκασαν να μπω μέσα σε ένα λάστιχο αυτοκινήτου και στη συνέχεια άρχισαν να με χτυπάνε με ξύλινα ραβδιά», είπε. Αργότερα αφέθηκε ελεύθερος, εγκαταλελειμμένος στην άκρη του δρόμου.
Σε μια άλλη συγκλονιστική υπόθεση, ο «Χαλίμ», ένας ανθρωπιστής εργάτης, απήχθη από το κίνημα Νουρ αλ Ντιν αλ Ζένκι τον Ιούλιο του 2014, ενώ επέβλεπε ένα έργο σε ένα νοσοκομείο στην πόλη Χαλέπι. Κρατήθηκε σε απομόνωση για περίπου δύο μήνες πριν αναγκαστεί να υπογράψει μια «ομολογία» υπό συνθήκες βασανιστηρίων.
«Όταν αρνήθηκα να υπογράψω το έγγραφο της ομολογίας ο ανακριτής διέταξε τον φρουρό να με βασανίσει. Ο φρουρός χρησιμοποίησε την τεχνική bisat al-rih [ιπτάμενο χαλί]. Τοποθέτησε τα χέρια μου πάνω από το κεφάλι μου και με ανάγκασε να σηκώσω τα πόδια μου σε ορθή γωνία. Στη συνέχεια άρχισε να με χτυπάει με καλώδια στα πέλματα των ποδιών μου. Δεν άντεξα τον πόνο κι έτσι υπέγραψα», είπε.
Ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μειονότητες και παιδιά ως στόχοι
Αρκετοί από τους δημοσιογράφους και ακτιβιστές των μέσων ενημέρωσης που εργάζονται για να υποβάλουν την έκθεση σχετικά με τις παραβιάσεις είπαν στη Διεθνή Αμνηστία ότι είχαν απαχθεί επειδή είχαν επικρίνει τη συμπεριφορά των ενόπλων ομάδων που βρίσκονταν στην εξουσία. Πολλοί αφέθηκαν αργότερα ελεύθεροι, προφανώς μετά από δημόσια πίεση στην ένοπλη ομάδα που τους είχε απαγάγει.
Ο «Ίσα», ένας 24χρονος ακτιβιστής των μέσων ενημέρωσης, είπε ότι σταμάτησε να ανεβάζει στο Facebook οτιδήποτε θα μπορούσε να τον βάλει σε κίνδυνο αφού δέχθηκε απειλές από την Τζαμπχάτ αλ Νούσρα.
«Έχουν τον έλεγχο του τι μπορούμε και τι δεν μπορούμε να πούμε. Είτε συμφωνείς με τους κοινωνικούς τους κανόνες και τις πολιτικές ή εξαφανίζεσαι. Κατά τα τελευταία δύο χρόνια, απειλήθηκα τρεις φορές από την Τζαμπχάτ αλ Νούσρα επειδή έκανα κριτική στην κυριαρχία τους μέσω Facebook», είπε.
Ο «Ιμάντ», άλλος ένας ακτιβιστής των μέσων ενημέρωσης, περιέγραψε πώς η Τζαμπχάτ αλ Νούσρα εισέβαλε στο Radio Fresh, ένα ραδιοφωνικό σταθμό στο Κυβερνείο του βόρειου Ιντλίμπ, τον Ιανουάριο του 2016, απήγαγε δύο από τους εκφωνητές και τους κράτησε για δύο ημέρες απλά επειδή έπαιζαν μουσική που θεώρησαν ότι ήταν προσβλητική για το Ισλάμ.
Στο Χαλέπι, οι ακτιβιστές των μέσων ενημέρωσης αναφέρουν ότι έλαβαν προφορικές και γραπτές απειλές από το μέτωπο της αλ Σάμια και το κίνημα Νουρ αλ Ντιν αλ Ζένκι για την κριτική που άσκησαν σε αυτές τις ένοπλες ομάδες ή επειδή τις κατηγόρησαν για διαφθορά στο Facebook.
Δικηγόροι, πολιτικοί ακτιβιστές και άλλοι έχουν επίσης αντιμετωπίσει επιθέσεις αντιποίνων από το μέτωπο της αλ Σάμια, την Τζαμπχάτ αλ Νούσρα και το ισλαμιστικό κίνημα Αχράρ αλ Σαμ, λόγω των δραστηριοτήτων τους, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και πολιτικές απόψεις τους.
Ο «Μπάσελ» ένας δικηγόρος στο Ιντλίμπ, απήχθη από το σπίτι του στο Μααράτ αλ Νουμαν το Νοέμβριο του 2015 επειδή επέκρινε την Τζαμπχάτ αλ Νούσρα.
Ήμουν χαρούμενος που απαλλαχθήκαμε από την άδικη εξουσία που ασκούσε η κυβέρνηση της Συρίας, αλλά τώρα η κατάσταση είναι χειρότερη
Δικηγόρος στο Ιντλίμπ που απήχθη από το σπίτι του στο Μααράτ αλ Νουμαν το Νοέμβριο του 2015 επειδή επέκρινε την Τζαμπχάτ αλ Νούσρα
«Επέκρινα δημοσίως την Τζαμπχάτ αλ Νούσρα στο Facebook ... Το επόμενο πρωί οι δυνάμεις της Τζαμπχάτ αλ Νούσρα με πήραν από το σπίτι μου», είπε.
Κρατήθηκε σε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι για 10 ημέρες και τελικά αφέθηκε ελεύθερος αφού οι απαγωγείς τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει το επάγγελμά του, απειλώντας τον ότι αν δεν το κάνει δεν θα έβλεπε ξανά την οικογένειά του.
Μια πολιτική ακτιβίστρια που απήχθη σε ένα σημείο ελέγχου του ισλαμιστικού κινήματος Αχράρ αλ Σαμ και κρατήθηκε σε ένα κέντρο κράτησης διοικούμενο από αυτό, είπε στη Διεθνή Αμνηστία ότι την είχαν σταματήσει επειδή δεν φορούσε νικάμπ και υποψιάζονταν ότι έχει σχέσεις με την κυβέρνηση της Συρίας.
Η Διεθνής Αμνηστία κατέγραψε επίσης την απαγωγή τουλάχιστον τριών παιδιών - αγόρια ηλικίας 14, 15 και 16 - από την Τζαμπχάτ αλ Νούσρα και το ισλαμιστικό κινήμα Αχράρ αλ Σαμ στο Ιντλίμπ και το Χαλέπι μεταξύ του 2012 και του 2015. Από την 28η Ιουνίου, δύο από αυτά εξακολουθούν να αγνοούνται.
Μέλη της κουρδικής μειονότητας στην Σεΐκ Μακσούντ, μια αμιγώς κουρδική συνοικία στην πόλη Χαλέπι, ήταν επίσης μεταξύ των θυμάτων απαγωγής, καθώς και χριστιανοί ιερείς λόγω της θρησκείας τους.
«Όλες οι ένοπλες ομάδες, ιδίως εκείνες στο Χαλέπι και το Ιντλίμπ, πρέπει να απελευθερώσουν αμέσως και άνευ όρων κάθε πρόσωπο που κρατείται αποκλειστικά και μόνο λόγω των πολιτικών πεποιθήσεων του, της θρησκείας ή της εθνικότητας του», δήλωσε ο Phillip Luther.
«Οι ηγέτες των ένοπλων ομάδων στη βόρεια Συρία έχουν καθήκον να τερματίσουν τις παραβάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των εγκλημάτων πολέμου. Πρέπει να μιλήσουν και να καταδικάσουν δημοσίως τέτοιες πράξεις, καθώς και να στείλουν ένα σαφές μήνυμα στους υφισταμένους τους ότι τέτοια εγκλήματα δεν θα γίνει ανεκτά».
Μαζικές Εκτελέσεις
Η αναφορά περιέχει, επίσης, στοιχεία για μαζικές εκτελέσεις που πραγματοποιήθηκαν από την Τζαμπχάτ αλ Νούσρα, το μέτωπο της αλ Σάμια και των θυγατρικών τους «δικαστηρίων», ή από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, έναν θεσμό στο Κυβερνείο του Χαλεπίου αναγνωρισμένο από αρκετές ένοπλες ομάδες ως η μοναδική δικαστική αρχή εκεί.
Μεταξύ των θυμάτων έχουν υπάρξει πολίτες, συμπεριλαμβανομένων ενός δεκαεφτάχρονου αγοριού που κατηγορήθηκε για ομοφυλοφιλία και μιας γυναίκας που κατηγορήθηκε για μοιχεία, καθώς και μέλη κυβερνητικών δυνάμεων της Συρίας που αιχμαλωτίστηκαν από τις φιλοκυβερνητικές πολιτοφυλακές σαμπιχά και από την ένοπλη ομάδα που αυτοαποκαλείται Ισλαμικό Κράτος και άλλες αντίπαλες ομάδες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ένοπλες ομάδες πραγματοποίησαν μαζικές εκτελέσεις μπροστά σε πλήθη. Η ηθελημένη θανάτωση ανθρώπων που κρατούνταν σε αιχμαλωσία απαγορεύεται από το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και ισοδυναμεί με έγκλημα πολέμου.
Ο «Σάλεχ», που κρατούνταν από την Τζαμπχάτ αλ Νούσρα τον Δεκέμβριο του 2014, ανέφερε ότι είδε πέντε γυναίκες που ένας φύλακας του είπε ότι κατηγορούνταν για μοιχεία και ότι «μόνο με θάνατο θα μπορούσαν να συγχωρεθούν». Αργότερα είδε ένα βίντεο που έδειχνε τους πολεμιστές της Τζαμπχάτ αλ Νούσρα να πραγματοποιούν δημόσια εκτέλεση ενός εκ των γυναικών αυτών.
Σύμφωνα με τον Ενιαίο Αραβικό Κώδικα, μια σειρά από νομικούς κώδικες βασισμένους στη Σαρία που ακολουθούνται από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο και το «δικαστήριο» που λειτουργεί από το μέτωπο της αλ Σάμια, κάποια εγκλήματα όπως ο φόνος και η αποστασία τιμωρούνται με θάνατο.
Η επιβολή ποινών και η πραγματοποίηση μαζικών εκτελέσεων χωρίς την απόφαση ενός τακτικού δικαστηρίου με πλήρεις δικαστικές διαβεβαιώσεις είναι σοβαρή καταστρατήγηση του διεθνούς δικαίου και ισοδυναμεί με έγκλημα πολέμου
Phillip Luther
Τα τελευταία πέντε χρόνια η Διεθνής Αμνηστία έχει καταγράψει εκτενώς τα εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διαπράχθηκαν σε ογκώδη κλίμακα από τις κυβερνητικές δυνάμεις της Συρίας. Η οργάνωση έχει επίσης καταγράψει σοβαρές παραβιάσεις, συμπεριλαμβανομένων και εγκλημάτων πολέμου, από την ομάδα που αυτοαποκαλείται Ισλαμικό Κράτος και από άλλες ένοπλες ομάδες.
Σύμφωνα με τον Phillip Luther, «Ενώ κάποιοι πολίτες σε περιοχές που βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο αντιπολιτευόμενων ενόπλων ομάδων, είχαν αρχικά καλωσορίσει την απελευθέρωση από τη σκληρή εξουσία της Συρίας, οι ελπίδες ότι αυτές οι ένοπλες δυνάμεις θα σέβονταν τα δικαιώματα έχουν εξασθενήσει, καθώς παίρνουν ολοένα και περισσότερο τον έλεγχο στα χέρια τους και έχουν διαπράξει σοβαρές καταχρήσεις».
«Είναι μείζονος σημασίας η κράτηση από τις κυβερνητικές δυνάμεις και η απαγωγή από τις ένοπλες ομάδες να τεθούν ως προτεραιότητα από τη Ρωσία, τις ΗΠΑ και των Απεσταλμένων του ΟΗΕ στη Συρία κατά τη διάρκεια των συνομιλιών τους στη Γενεύη. Από την πλευρά του, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ πρέπει να επιβάλλει στοχευμένες κυρώσεις στους αρχηγούς των ενόπλων ομάδων που είναι υπεύθυνοι για εγκλήματα πολέμου».