Βλέπουμε ότι οι ρωσικές αρχές είναι αποφασισμένες όχι μόνο να αποτρέψουν και να τιμωρήσουν αυστηρά κάθε διαμαρτυρία, όσο ειρηνική κι αν είναι, αλλά και να ελαχιστοποιήσουν κάθε ενημέρωση του κοινού γι' αυτήν.
ΡΩΣΙΑ: ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΙ ΚΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΕΣ ΦΙΜΩΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΤΑΠΝΙΓΕΙ Η ΚΑΛΥΨΗ ΤΩΝ ΔΙΑΔΗΛΩΣΕΩΝ – ΝΕΑ ΕΚΘΕΣΗ
Οι ρωσικές αρχές έχουν αναπτύξει ένα εξελιγμένο σύστημα περιορισμών και αυστηρών αντιποίνων για να συντρίψουν τις δημόσιες διαμαρτυρίες, το οποίο επεκτείνεται στην καταστολή κάθε αναφοράς τους από δημοσιογράφους και ανεξάρτητες/-ους παρατηρήτριες/-ητές.
Οι περιορισμοί έχουν αυξηθεί μετά την εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 και η αχαλίνωτη καταστολή του αντιπολεμικού κινήματος ουσιαστικά αποκλείει τις δημόσιες διαμαρτυρίες και κάθε ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με αυτές, αναφέρει η Διεθνής Αμνηστία σε νέα της έκθεση.
Η έκθεση «Ρωσία: "Θα συλληφθείς ούτως ή άλλως": Αντίποινα εις βάρος παρατηρητών και δημοσιογράφων που καλύπτουν τις διαμαρτυρίες» τεκμηριώνει δεκάδες περιπτώσεις παράνομης παρεμπόδισης του έργου δημοσιογράφων και παρατηρητών κατά τη διάρκεια δημόσιων διαδηλώσεων, συμπεριλαμβανομένων αυθαίρετων συλλήψεων, χρήσης βίας, κρατήσεων και βαρέων προστίμων.
«Μπορούμε να δούμε ότι οι ρωσικές αρχές είναι αποφασισμένες όχι μόνο να αποτρέψουν και να τιμωρήσουν αυστηρά κάθε διαμαρτυρία, όσο ειρηνική κι αν είναι, αλλά και να ελαχιστοποιήσουν κάθε ενημέρωση του κοινού γι' αυτήν», δήλωσε η Natalia Prilutskaya, ερευνήτρια της Διεθνούς Αμνηστίας για τη Ρωσία.
Natalia Prilutskaya, ερευνήτρια της Διεθνούς Αμνηστίας στη Ρωσία
«Από την αρχή της προεδρίας του Βλαντιμίρ Πούτιν το 2000, οι ρωσικές αρχές περιορίζουν σταδιακά το δικαίωμα στην ειρηνική διαμαρτυρία, τιμωρούν όλο και περισσότερο όσους προσπαθούν να το ασκήσουν, καθιστώντας τη Ρωσία μια ζώνη ουσιαστικά απαλλαγμένη από διαμαρτυρίες. Τον Φεβρουάριο του 2022, δεκάδες χιλιάδες αψήφησαν την προοπτική των εκβιαστικών προστίμων και της φυλάκισης και βγήκαν στους δρόμους των ρωσικών πόλεων για να διαμαρτυρηθούν κατά της εισβολής στην Ουκρανία. Οι αρχές αντέδρασαν εκδίδοντας τις βαρύτερες διαθέσιμες ποινές κατά πολλών ατόμων που συμμετείχαν. Η αστυνομία χρησιμοποίησε βάναυση βία εναντίον εργαζομένων στα μέσα ενημέρωσης και παρατηρητριών/-ών που παρακολουθούσαν και πραγματοποιούσαν ανεξάρτητο ρεπορτάζ για τις διαδηλώσεις.
«Οι αρχές είχαν χρησιμοποιήσει την ίδια προσέγγιση έναν χρόνο νωρίτερα στις διαδηλώσεις υπέρ του αδίκως φυλακισμένου ηγέτη της αντιπολίτευσης Aleksei Navalny. Το Κρεμλίνο, αρνούμενο να λάβει γνώση το κοινό για τις διαδηλώσεις και παρεμποδίζοντας την παρακολούθησή τους, επιδιώκει να εξαλείψει κάθε δημόσια έκφραση δυσαρέσκειας».
Νέοι κίνδυνοι για την καταστολή αντιπολεμικών ρεπορτάζ και διαδηλώσεων αναφορικά με τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης
Τα τελευταία χρόνια, οι ρωσικές αρχές έχουν δημιουργήσει ένα νομοθετικό σύστημα που περιορίζει την ελευθερία της έκφρασης και αυξάνει σημαντικά τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι παρατηρήτριες/-ητές, οι δημοσιογράφοι και άλλες/-οι εργαζόμενες/-οι στα μέσα ενημέρωσης που κάνουν ρεπορτάζ για δημόσιες συγκεντρώσεις.
Ο νόμος απαιτεί από τις/τους δημοσιογράφους στις διαδηλώσεις να φορούν «ευδιάκριτα διακριτικά εκπροσώπου των μέσων μαζικής ενημέρωσης».
Ωστόσο, η αστυνομία προβάλλει ολοένα και περισσότερες πρόσθετες απαιτήσεις, μεταξύ άλλων για «επιστολές ανάθεσης σύνταξης» ή διαβατήρια από εργαζόμενες/-ους στα μέσα ενημέρωσης που καλύπτουν δημόσιες συγκεντρώσεις. Οι αρχές έχουν προειδοποιήσει τις/τους εργαζόμενες/-ους στα μέσα ενημέρωσης κατά της «συμμετοχής» σε επικείμενες διαδηλώσεις και έχουν συλλάβει αυθαίρετα δημοσιογράφους πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τις συγκεντρώσεις στις οποίες έκαναν ρεπορτάζ. Σε πολλές περιπτώσεις, οι συλλήψεις πραγματοποιήθηκαν με υπερβολική και παράνομη βία, η οποία θα μπορούσε να ισοδυναμεί με βασανιστήρια και άλλη κακομεταχείριση.
«Παράλληλα με τους αυστηρούς νομικούς περιορισμούς στις ελευθερίες των μέσων ενημέρωσης που έχει ήδη επιβάλει το κράτος, η αστυνομία ενεργεί όλο και περισσότερο αυθαίρετα για να εμποδίσει τις/τους δημοσιογράφους και άλλες/-ους εργαζόμενες/-ους στα μέσα ενημέρωσης να ενημερώνουν το κοινό σχετικά με τις διαδηλώσεις», δήλωσε η Natalia Prilutskaya.
Παράλληλα με τους αυστηρούς νομικούς περιορισμούς στις ελευθερίες των μέσων ενημέρωσης που έχει ήδη επιβάλει το κράτος, η αστυνομία ενεργεί όλο και πιο αυθαίρετα για να εμποδίσει δημοσιογράφους και άλλες/-ους εργαζόμενες/-ους στα μέσα ενημέρωσης να ενημερώνουν το κοινό σχετικά με τις διαδηλώσεις.
Natalia Prilutskaya, ερευνήτρια της Διεθνούς Αμνηστίας για τη Ρωσία
Σύμφωνα με την ανεξάρτητη Ένωση Δημοσιογράφων και Εργαζομένων στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (η οποία έκλεισε με δικαστική απόφαση τον Σεπτέμβριο του 2022), τουλάχιστον 16 δημοσιογράφοι συνελήφθησαν μέσα σε μία εβδομάδα μετά τις μαζικές διαδηλώσεις που ξέσπασαν στις 23 Ιανουαρίου 2021 κατά της φυλάκισης του Aleksei Navalny. Εφτά μέλη του προσωπικού της Επιτροπής κατά των Βασανιστηρίων, μιας εξέχουσας ρωσικής ΜΚΟ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, συνελήφθησαν αυθαίρετα, σε ορισμένες περιπτώσεις με τη χρήση βίας, ενώ έκαναν monitoring των διαδηλώσεων. Σε πολλές από αυτές τις περιπτώσεις, καθώς και σε άλλες, οι εργαζόμενες/-οι στα μέσα ενημέρωσης και οι παρατηρήτριες/-ηρητές των διαδηλώσεων οδηγήθηκαν σε δίκη για «συμμετοχή σε μη εξουσιοδοτημένη δημόσια συγκέντρωση» και τους επιβλήθηκαν πρόστιμα ή καταδικάστηκαν σε δεκαήμερη ή μεγαλύτερη διάρκεια της λεγόμενης διοικητικής κράτησης.
Τα αντίποινα κατά των δημόσιων παρατηρητών και των εργαζομένων στα μέσα ενημέρωσης κλιμακώθηκαν περαιτέρω μετά την πλήρους κλίμακας εισβολή στην Ουκρανία. Στις 4 Μαρτίου 2022, εφαρμόστηκε νέα νομοθεσία που περιόριζε περαιτέρω το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης. Τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι γραμμές, οι αρχές είχαν κινήσει ποινικές διαδικασίες κατά τουλάχιστον 9 δημοσιογράφων και μπλόγκερ βάσει του αδικήματος της «διάδοσης ψευδών πληροφοριών σχετικά με τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις» που εισήχθη τότε (άρθρο 207.3 του Ποινικού Κώδικα). Ορισμένα μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφοι τιμωρήθηκαν επίσης βάσει ενός άλλου νέου «αδικήματος», αυτού της «δυσφήμισης» των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων που έχουν αναπτυχθεί στο εξωτερικό (άρθρο 20.3.3 του Κώδικα Διοικητικών Αδικημάτων), αφού μοιράστηκαν πληροφορίες σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με τη νέα νομοθεσία, δημοσιεύματα των μέσων ενημέρωσης που περιέχουν οποιοδήποτε αντιπολεμικό μήνυμα έχουν καταστεί πιθανός λόγος δίωξης. Τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 2022, το «Vechernie Vedomosti», ένα ανεξάρτητο μέσο ενημέρωσης στο Γεκατερίνμπουργκ και η εκδότριά του, Guzel Aitkulova, τιμωρήθηκαν με πρόστιμο 450.000 ρουβλίων (7.240 δολάρια ΗΠΑ) για τη δημοσίευση μιας μερικώς θολωμένης φωτογραφίας με αντιπολεμικά αυτοκόλλητα και άλλων οπτικών μέσων που αντιτίθενται στην εισβολή.
Σε δύο άλλες περιπτώσεις, αρκετά μέλη των ειδησεογραφικών ομάδων της «Dovod», ενός ανεξάρτητου διαδικτυακού μέσου ενημέρωσης στο Βλαντιμίρ, και της «Pskovskaya Guberniya», μιας εφημερίδας στο Πσκοφ, στοχοποιήθηκαν για την κάλυψη αντιπολεμικών διαδηλώσεων.
Στις 5 Μαρτίου, η αστυνομία ερεύνησε τα σπίτια του αρχισυντάκτη του «Dovod» Kirill Ishutin και τριών άλλων δημοσιογράφων, μεταξύ των οποίων ο 17χρονος Evgeny Sautin, δήθεν ως μάρτυρες σε ποινική έρευνα για «βανδαλισμό» σε σχέση με την εμφάνιση αντιπολεμικού γκράφιτι σε τοπική γέφυρα, το οποίο ανέφερε πρώτο το «Dovod». Την ίδια ημέρα, η αστυνομία και οι ειδικές δυνάμεις των ΜΑΤ εισέβαλαν στα γραφεία της Pskovskaya Gubernia, πραγματοποίησαν έρευνες και κατέσχεσαν υπολογιστές, τηλέφωνα και άλλο εξοπλισμό, στο πλαίσιο διοικητικής υπόθεσης που αφορούσε το «αδίκημα» της «δυσφήμισης» των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων που έχουν αναπτυχθεί στο εξωτερικό, το οποίο είχε εισαχθεί στον νόμο μία ημέρα νωρίτερα. Σύμφωνα με ανώνυμη καταγγελία, η εφημερίδα φέρεται να είχε καλέσει σε μαζικές διαμαρτυρίες μέσω μέιλ με ενημερωτικό δελτίο. Την επόμενη ημέρα, η Pskovskaya Gubernia ανακοίνωσε ότι έπρεπε να αναστείλει τις εργασίες της μέχρι νεωτέρας.
Οι ανελέητες επιθέσεις στον ελεύθερο τύπο για την κάλυψη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και των δραστηριοτήτων του αντιπολεμικού κινήματος έχουν οδηγήσει σε έξοδο εκατοντάδων δημοσιογράφων από τη Ρωσία. Το ανεξάρτητο τηλεοπτικό κανάλι «TV Rain» και η εφημερίδα «Novaya Gazeta» ήταν μεταξύ εκείνων που αναγκάστηκαν να σταματήσουν τις εργασίες τους. Ο ραδιοφωνικός σταθμός «Ekho Moskvy», ο οποίος χρησίμευε ως πλατφόρμα για μερικές από τις πιο κριτικές φωνές στη Ρωσία, έκλεισε από τις αρχές. Οι αντίστοιχες ομάδες τους αναγκάστηκαν να αναζητήσουν νέους τρόπους εργασίας για την ενημέρωση του ρωσικού κοινού.
Οι ανελέητες επιθέσεις στον ελεύθερο τύπο για την κάλυψη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και των δραστηριοτήτων του αντιπολεμικού κινήματος οδήγησαν σε έξοδο εκατοντάδων δημοσιογράφων από τη Ρωσία
Ανάγκη για αλλαγή και ισχυρότερο έλεγχο από τη διεθνή κοινότητα
Οι τρομακτικές πρακτικές που στοχοποιούν ειρηνικές/-ούς διαδηλώτριες/-ωτές, δημοσιογράφους και ανεξάρτητες/-ους παρατηρήτριες/-ητές πρέπει να σταματήσουν αμέσως. Οι κατασταλτικοί ρωσικοί νόμοι που περιορίζουν την ελευθερία της έκφρασης πρέπει να καταργηθούν.
«Όσο η κυβέρνηση της Ρωσίας είναι σε θέση να στραγγαλίζει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες στο εσωτερικό της χώρας, και παραμένει στον δρόμο της αυτοαπομόνωσης, οι φρικτές καταχρήσεις σε όλους τους τομείς θα συνεχίζονται, συμπεριλαμβανομένου του εγκλήματος της επίθεσης κατά της Ουκρανίας», δήλωσε η Natalia Prilutskaya.
«Απαιτείται στενός και αποτελεσματικός έλεγχος από τη διεθνή κοινότητα. Σε τόσο σκοτεινούς καιρούς όπως αυτοί, είναι υψίστης σημασίας να απλώσουμε χείρα βοηθείας στην πολιορκημένη ρωσική κοινωνία των πολιτών και τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης, να βοηθήσουμε όσους παρακολουθούν και αναφέρουν τις παραβιάσεις στο εσωτερικό της χώρας και να ενημερώσουν τον κόσμο γι' αυτές».