ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΝΑΝΤΙΑΣ, ΣΥΖΥΓΟΥ ΤΟΥ AHMED, ΖΗΤΩΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΥΠΡΙΑΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥΣ
Δημοσιοποιούμε μια ανοικτή επιστολή από τη Νάντια Φιλιππίδου, σύζυγο του Ahmed Hamed. Ο Ahmed έχει χωριστεί από τη σύζυγό του και τις δύο κόρες του εδώ και τέσσερα χρόνια. Τον Σεπτέμβριο του 2015, φυλακίστηκε στην Ουγγαρία και καταδικάστηκε άδικα για «συνέργεια σε πράξη τρομοκρατίας», σε μια καταφανή προβληματική εφαρμογή των νόμων της Ουγγαρίας για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Ο Ahmed απελευθερώθηκε υπό όρους στις 19 Ιανουαρίου 2019 και βρίσκεται σε κέντρο κράτησης μεταναστών/ριών στην Ουγγαρία. Δεδομένου ότι είναι υπήκοος του Συριακού κράτους, κινδυνεύει να εξαναγκαστεί σε επιστροφή στη Συρία, μια χώρα όπου δεν είναι ασφαλής. Η Διεθνής Αμνηστία καλεί την Κύπρο να επιτρέψει την επιστροφή του Ahmed στο σπίτι του και την επανένωσή του με την οικογένεια του.
Το όνομά μου είναι Νάντια Θάλεια Φιλιππίδου, ζω και εργάζομαι στη Λεμεσό της Κύπρου, έχω δύο παιδιά ηλικίας 9 και 8 ετών και μου συμβαίνει κάτι, που δε πίστευα ποτέ πως θα συμβεί.
Το καλοκαίρι του 2015, σχεδιάζαμε μια επίσκεψη στη Μάλτα. Ήμουν πραγματικά κουρασμένη εκείνη την περίοδο, ήθελα να πάω κάπου με την οικογένειά μου για διακοπές. Είχα συμπληρώσει και όλα τα απαραίτητα έντυπα για τον σύζυγό μου Ahmed, ώστε να μπορέσει να ταξιδέψει μαζί μου.
Κατά τη διάρκεια εκείνου του καλοκαιριού, η κατάσταση στη Συρία και ειδικά στην περιοχή όπου ζούσαν οι γονείς του συζύγου μου, είχε γίνει πολύ δύσκολη. Συχνά μας καλούσαν κλαίγοντας, και λέγοντας μας «βοηθήστε μας, βοηθήστε μας, ακούμε ένα αεροπλάνο που έρχεται αυτή τη στιγμή, Θεέ μου θα σκοτωθούμε». Έκλαιγαν τόσο πολύ που πιστεύαμε πως δε θα μπορούσαν να το αντέξουν. Προσπαθούσαμε να τους δώσουμε κουράγιο.
Τελικά, δεν πήγαμε στη Μάλτα.
Στις 8 Σεπτεμβρίου 2015, ο σύζυγός μου έφυγε για να συναντήσει τους ηλικιωμένους γονείς του, τον αδελφό του και την οικογένειά του στην Ισταμπούλ. Την ημέρα εκείνη, είχαν εγκαταλείψει τη Συρία για να διαφύγουν από τον πόλεμο. Ο σύζυγός μου μιλάει αγγλικά, έτσι θα μπορούσε να τους βοηθήσει. Οι γονείς του ήθελαν να φύγουν με προορισμό μια ασφαλή χώρα, και καθώς η Γερμανία δεχόταν τότε πρόσφυγες από τη Συρία, η οικογένεια του συζύγου μου ήθελε να πάει εκεί. Προσπάθησαν να φτάσουν μέσω Ισταμπούλ στη Γερμανία, με τρένο ή λεωφορείο, αλλά δεν τα κατάφεραν. Έτσι αποφάσισαν να ακολουθήσουν τη διαδρομή που όλοι οι πρόσφυγες ακολουθούσαν: με βάρκα από την Τουρκία προς την Ελλάδα, μετά μέσω Βαλκανίων και από εκεί στη Γερμανία. Μου φάνηκε πως ήταν ένα δύσκολο ταξίδι, δεν ήξερα πώς θα τα κατάφερναν.
Τελικά τα κατάφεραν. Όλοι/ες εκτός από τον σύζυγό μου, ο οποίος βρίσκεται ακόμη πολύ μακριά από μένα. Πέρασαν στην Ελλάδα και από εκεί στα Βαλκάνια. Έφθασαν στα σύνορα της Σερβίας με την Ουγγαρία, η οποία μόλις είχε κλείσει τα σύνορά της. Υπήρξαν ταραχές και ο σύζυγός μου προσπαθούσε να τους ηρεμήσει όλους/ες. Στις 16 Σεπτεμβρίου 2015 ο αδελφός του μου τηλεφώνησε και μου είπε, «οι Ούγγροι συνέλαβαν τον αδερφό μου, δεν είναι μαζί μας, δεν ξέρουμε πού είναι, μάθε σε παρακαλώ πού είναι ο Ahmed». Διαλύθηκα. Αισθανόμουν συντετριμμένη, κάλεσα αμέσως την υπηρεσία έκτακτης ανάγκης και το ανέφερα. Ήταν Σάββατο. Τη Δευτέρα, τηλεφώνησα στην πρεσβεία της Κύπρου στην Ουγγαρία και μου είπαν ότι ο σύζυγός μου ήταν στη φυλακή. Εξοντώθηκα. Με όποιο κουράγιο και δύναμη μου είχε απομείνει, πήρα τα παιδιά μου και πήγα στην Ουγγαρία. Είδα τον σύζυγό μου σε ένα αστυνομικό τμήμα της Ουγγαρίας να κάθεται σε μια καρέκλα και να κλαίει συνεχώς. Έπεσε πάνω στα παιδιά μας κλαίγοντας, δεν μιλήσαμε, απλά κλαίγαμε. Μου είπε: «Νάντια, λένε ότι είμαι τρομοκράτης», και ξεσπούσε σε κλάματα, έκλαιγε ασταμάτητα. Με άφησαν να τον δω μόνο για μια ώρα. Είπα στην αστυνομία ότι ο Ahmed δεν έχει καμία σχέση με την τρομοκρατία, ότι είναι ένας οικογενειάρχης και ότι είναι πολύ καλός άνθρωπος, αλλά όλα μάταια. Αφού φύγαμε από το αστυνομικό τμήμα, έπεσα στο πεζοδρόμιο και δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Πήραμε ένα ταξί και επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο, όπου εξακολουθούσα να κλαίω. Ζήτησα να δω ξανά τον σύζυγό μου, αλλά μου είπαν ότι δεν μπορούσα. Ο Γολγοθάς μου μόλις ξεκινούσε. Για 4 μήνες δεν είχα καμία επικοινωνία με τον σύζυγό μου, δεν ήξερα αν ήταν καλά, προσευχόμουν καθημερινά για αυτόν, για μένα και τα παιδιά μου, που άρχιζαν το σχολείο και χρειάζονταν τον πατέρα τους. Ποτέ δεν πίστεψα όσα έλεγαν για τον σύζυγό μου, επειδή τον ξέρω. Είμαι η σύζυγός του, έζησα μαζί του και τον ξέρω.
Αργότερα συνειδητοποίησα ότι η Ουγγαρία κατέστρεφε την οικογένειά μου για τη δική της πολιτική σκοπιμότητα και προπαγάνδα. Πώς μπορείτε να καταστρέφετε μια τέτοια οικογένεια; Πώς μπορείτε να στερείτε τα παιδιά από τον πατέρα τους; Τη σύζυγο από τον σύζυγό της; Πώς μπορείτε να συκοφαντείτε κάποιον έτσι, γιατί;
Το 2016 άρχισα να λαμβάνω μηνύματα από ακτιβιστές/στριες από όλη την Ευρώπη λέγοντας: «Νάντια, γνωρίζουμε την αλήθεια, θα σας βοηθήσουμε». Πλέον ζούσα με ένα τηλέφωνο στο χέρι, κάθε μήνυμα ήταν ένα μήνυμα ελπίδας. Άρχισα να ελπίζω ότι κάτι θα συνέβαινε, και ότι μια μέρα θα άκουγα τον σύζυγό μου να λέει «Καλημέρα αγάπη μου, πώς είσαι σήμερα;»
Το 2016 η Διεθνής Αμνηστία επικοινώνησε μαζί μου, και στην πρώτη κλήση εγώ απλά έκλαιγα. Μου είπαν το ίδιο, ότι θα με βοηθούσαν. Έλαβα μεγάλη αλληλεγγύη και υποστήριξη από τα μέλη της Διεθνούς Αμνηστίας. Νιώθω σαν να είναι η δεύτερη οικογένεια μου.
Σιγά-σιγά τα καταφέρναμε. Οι άνθρωποι άρχισαν να μαθαίνουν την αλήθεια και να συνειδητοποιούν τι συμβαίνει.
Δανείστηκα χρήματα από τη δουλειά μου, τα οποία επέστρεψα σταδιακά, οπότε μπόρεσα να πληρώσω τον δικηγόρο.
Ο σύζυγός μου απελευθερώθηκε στις 19 Ιανουαρίου 2019.
Περιμέναμε ότι θα επιστρέψει αμέσως στο σπίτι. Όπως είπαν οι δύο Κύπριοι πρεσβευτές στην Ουγγαρία στον σύζυγό μου, θα του εξέδιδαν ταξιδιωτικό έγγραφο μετά την απελευθέρωσή του, ώστε να μπορέσει να έρθει στην Κύπρο, καθώς τα ταξιδιωτικά του έγγραφα είχαν λήξει, όσο ήταν στη φυλακή.
Όμως, τα πράγματα δεν αποδείχθηκαν έτσι. Ο σύζυγός μου δεν έλαβε ταξιδιωτικό έγγραφο, ώστε να επιστρέψει στην Κύπρο. Αντίθετα, μεταφέρθηκε σε κέντρο κράτησης προσφύγων στην Ουγγαρία, όπου και εξακολουθεί να κρατείται.
Έμαθα από το Υπουργείο Εξωτερικών ότι ο φάκελος του συζύγου μου βρίσκεται στο Υπουργείο Εσωτερικών και ότι θα πρέπει να ζητήσω πληροφορίες από εκεί.
Από εκείνη τη στιγμή, άρχισε ένας δεύτερος εφιάλτης. Οι αρχές στην Κύπρο καθυστερούν να πάρουν μια απόφαση, και όλες οι προσπάθειές μου να αποκτήσω πληροφορίες είναι μάταιες, ενώ δεν έχουν τηρηθεί οι διαδοχικές υποσχέσεις και διαβεβαιώσεις. Σήμερα, οκτώ μήνες μετά την αρχική απελευθέρωση του Ahmed, οι κόρες μου και εγώ περιμένουμε ακόμα από τη Δημοκρατία της Κύπρου να κάνει αυτό που απαιτείται. Να επιτρέψουν στην οικογένειά μας να επανενωθεί και να συνεχίσουμε με τις ζωές μας. Ίσως δεν μπορούμε να αναπληρώσουμε το χαμένο χρόνο, αλλά τουλάχιστον οι κόρες μου δεν θα στερηθούν κι άλλο τον πατέρα τους.
Από τον Ιανουάριο του 2019 περιμένω να δω τον Ahmed, να ακούσω να παρκάρει το αυτοκίνητό του έξω, να ζήσω μαζί του και με τα παιδιά μου. Δεν παντρεύτηκα τον Ahmed για να τον δω σε ένα κέντρο κράτησης μεταναστών/στριών. Η θέση του είναι εδώ, στο σπίτι μας, όπως ήταν από το 2007, όταν τον γνώρισα για πρώτη φορά.
Εάν πρόκειται για εφιάλτη, ας τελειώσει επιτέλους. Ο Ahmed πρέπει πια να επιστρέψει.