ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΕΞΟΥΣΙΩΝ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
Το Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εξετάζει για πρώτη φορά τις εξουσίες μαζικής επιτήρησης του Ηνωμένου Βασιλείου.
Οι εξουσίες επιτήρησης της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου θα εξεταστούν από,Το Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων αυτή τη βδομάδα,ως το τελευταίο στάδιο μιας μακρόχρονης νομικής μάχης για την παράνομη χρήση των, προηγούμενα κρυφών, εποπτικών εξουσιών και το μοίρασμα τεράστιων ποσοτήτων ιδιωτικών επικοινωνιών.
Την Τετάρτη (10 Ιουλίου), το Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων- ανώτατο όργανο του δικαστηρίου - θα ακούσει επιχειρήματα από τη Διεθνή Αμνηστία, τον Οργανισμό Liberty [Ελευθερία], τον Οργανισμό Privacy International [Διεθνής Προστασία] και άλλες οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων από τέσσερις ηπείρους σχετικά με τις αμέτρητες πρακτικές παράνομης παρακολούθησης του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η υπόθεση αποτελεί το αποκορύφωμα έξι ετών αποκαλύψεων και νομικών προκλήσεων μετά από την αποκάλυψη του Edward Snowden το 2013 σχετικά με το πώς το γραφείο πληροφοριών του GCHQ του Ηνωμένου Βασιλείου παρακολουθούσε κρυφά και επεξεργαζόταν εκατομμύρια ιδιωτικές επικοινωνίες απλών πολιτών σε καθημερινή βάση και - χωρίς σαφή νομική βάση ή κατάλληλες εγγυήσεις - διαμοιράζοντας τα δεδομένα με τον Οργανισμό Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, καθώς και με υπηρεσίες πληροφοριών άλλων χωρών.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, ένα κατώτερο τμήμα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρώπινων Δικαιωμάτων απεφάνθη ότι οι νόμοι του Ηνωμένου Βασιλείου που επιτρέπουν τη μαζική επιτήρηση ήταν παράνομοι, παραβιάζοντας τα δικαιώματα της ιδιωτικότητας και της ελευθερίας της έκφρασης. Το δικαστήριο παρατήρησε, όσον αφορά την έγκριση της μαζικής παρακολούθησης, ότι το καθεστώς του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν ανίκανο να διατηρήσει την «παρέμβαση» μόνο στο «αναγκαίο σε μια δημοκρατική κοινωνία».
Ωστόσο, η Διεθνής Αμνηστία και άλλοι/ες ζήτησαν στη συνέχεια από το Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων να προχωρήσει περαιτέρω, απορρίπτοντας ολοκληρωτικά το υπερβολικά μαζικό καθεστώς παρακολούθησης του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η Lucy Claridge, Διευθύντρια Στρατηγικών Διαφορών της Διεθνούς Αμνηστίας, δήλωσε:
«Έχει αποκαλυφθεί ότι οι βρετανικές πρακτικές επιτήρησης σε βιομηχανική κλίμακα ήδη θεωρήθηκαν παράνομες, αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ευρώπη θα μπορούσε τώρα να αποφασίσει την αποφασιστική απαλλαγή από τη δορυφορική παρακολούθηση και τον απρόσκοπτο διακρατικό διαμοιρασμό των προσωπικών δεδομένων εκατομμυρίων ανθρώπων».
Υπόθεση ενώπιον του Τμήματος Ευρείας Σύνθεσης
Μέρη που συμμετέχουν στην υπόθεση
Η υπόθεση είναι το αποκορύφωμα τριών πρωτότυπων νομικών προκλήσεων από τις ακόλουθες ομάδες και ιδιώτες: την Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών [American Civil Liberties Union], τη Διεθνή Αμνηστία, την Bytes for All, την Καναδική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών [Canadian Civil Liberties Association], την Αιγυπτιακή Πρωτοβουλία για τα Προσωπικά Δικαιώματα [Egyptian Initiative for Personal Rights], την Ουγγρική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών [Hungarian Civil Liberties Union], το Ιρλανδικό Συμβούλιο για τις Πολιτικές Ελευθερίες [Irish Council for Civil Liberties], το Κέντρο Νομικών Πόρων [Legal Resources Centre], τη Liberty και την Privacy International, το Big Brother Watch, την Open Rights Group, την English Pen, την Δρ. Constanze Kurz, το Γραφείο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας [Bureau of Investigative Journalism] και την Alice Ross.
Η Διεθνής Αμνηστία και οι άλλοι εννέα αιτούντες εκπροσωπούνται από τον Ben Jaffey QC και την Gayatri Sarathy του Blackstone Chambers, και τον David Heaton της Brick Court Chambers.
Οι αποκαλύψεις του Snowden
Η παρούσα υπόθεση άρχισε το 2013, μετά από τις αποκαλύψεις του Edward Snowden ότι η GCHQ παρακολουθούσε κρυφά, επεξεργάζονταν και αποθήκευε δεδομένα που αφορούσαν ιδιωτικές επικοινωνίες εκατομμυρίων ανθρώπων, ακόμη και όταν αυτοί οι άνθρωποι δεν συνιστούσαν σαφώς πρόσωπα ιδιαίτερου συμφέροντος για τις υπηρεσίες πληροφοριών (πρόγραμμα «Tempora»). Ο Snowden αποκάλυψε επίσης ότι η κυβέρνηση είχε πρόσβαση στις επικοινωνίες και τα δεδομένα που συλλέχθηκαν από την Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ και τις υπηρεσίες πληροφοριών των άλλων χωρών. Όλα αυτά έγιναν χωρίς τη συγκατάθεση ή την ενημέρωση του κοινού, χωρίς νομική βάση και χωρίς κατάλληλες διασφαλίσεις. Οι πληροφορίες που συλλέχθηκαν και αποθηκεύτηκαν από την κυβέρνηση μπορούν να αποκαλύψουν πτυχές από το στενό περιβάλλον της ιδιωτικής ζωής ενός ατόμου – για παράδειγμα, που πηγαίνουν, με ποιους/ες έρχονται σε επαφή, ποιες ιστοσελίδες επισκέπτονται και πότε.
Το 2014, το Δικαστήριο Ερευνητικών Εξουσιών [Investigatory Powers Tribunal] - το εξαιρετικά μυστικοπαθές δικαστήριο του Ηνωμένου Βασιλείου που εξετάζει τις καταγγελίες κατά των GCHQ, MI5 και MI6 - αποφάνθηκε ότι αυτές οι πρακτικές ενδέχεται, από πλευρά αρχής, να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις του Ηνωμένου Βασιλείου για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτή η διαπίστωση αμφισβητήθηκε στη συνέχεια από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ,το οποίο αποφάνθηκε μερικώς ενάντια στο Ηνωμένο Βασίλειο πέρσι.
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, το Δικαστήριο για τις εξουσίες ¨Ερευνας διαπίστωσε ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών του Ηνωμένου Βασιλείου κατασκόπευαν παράνομα τις επικοινωνίες της Διεθνούς Αμνηστίας και του Κέντρου Νομικών Πόρων [Legal Resources Centre] της Νότιας Αφρικής. Επίσης, διαπίστωσε ότι η ανταλλαγή πληροφοριών από το Ηνωμένο Βασίλειο προς τις ΗΠΑ, η οποία διέπεται από ένα μυστικό νομικό πλαίσιο, ήταν παράνομη, μέχρι τη στιγμή που αποκαλύφθηκε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.