ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ & ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΧΕΤΙΚΟ ΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΒΙΑΣΜΟΥ
1. Γιατί εστιάζουμε στις γυναίκες; Οι άνδρες βιάζονται επίσης!
Ο βιασμός είναι μια σοβαρή παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων που επηρεάζει τους ανθρώπους ανεξάρτητα από το βιολογικό ή κοινωνικό τους φύλο, ή την ταυτότητα φύλου τους. Ωστόσο, σε αυτή την έρευνα και εκστρατεία εστιάζουμε στις γυναίκες και τα κορίτσια, καθώς επηρεάζονται δυσανάλογα από την παραβίαση αυτή.
Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έρευνα σε επίπεδο ΕΕ, την έρευνα του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (Fundamental Rights Agency - FRA) του 2014 για τη βία κατά των γυναικών, μία στις δέκα γυναίκες στην ΕΕ (11%) έχει βιώσει κάποια μορφή σεξουαλικής βίας από την ηλικία των 15. Μια στις 20 γυναίκες στην ΕΕ (5%) έχει βιαστεί μετά την ηλικία των 15 ετών. Το FRA συμπεραίνει ότι κάτι τέτοιο αντιστοιχεί σε περισσότερες από 9 εκατομμύρια γυναίκες στην ΕΕ που έχουν βιαστεί από την ηλικία των 15 ετών.
2.Ένας ορισμός του βιασμού που θα βασίζεται στην απουσία συναίνεσης, αποτελεί μια νέα, μη δοκιμασμένη σύλληψη;
Όχι. Ο νομικός ορισμός του βιασμού με βάση την απουσία συναίνεσης δεν είναι νέος ή πρωτοποριακός.
Με βάση την αναγνώριση ότι η σεξουαλική επίθεση αποτελεί παραβίαση της σεξουαλικής αυτονομίας του ατόμου, το διεθνές δίκαιο και τα διεθνή πρότυπα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και το διεθνές ποινικό δίκαιο, έχουν εξελιχθεί, κατανοώντας ότι η σεξουαλική επίθεση - συμπεριλαμβανομένου του βιασμού - πρέπει να καθοριστεί με βάση την απουσία συναίνεσης για τη σεξουαλική δραστηριότητα που αξιολογείται στο πλαίσιο των περιβαλλόντων περιστάσεων.
Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, η οποία έχει κυρωθεί από 23 χώρες της ΕΕ (και συνολικά 33 μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης), συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, απαιτεί σαφώς να βρίσκεται η έλλειψη συναίνεσης στο επίκεντρο οποιουδήποτε νομικού ορισμού του βιασμού και άλλων μορφών σεξουαλικής βίας. Ωστόσο, η πλειοψηφία αυτών των χωρών δεν έχει τροποποιήσει αναλόγως τους νομικούς ορισμούς του βιασμού.
Ωστόσο, από τις 31 χώρες της Ευρώπης που αναλύθηκαν στην έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας τον Νοέμβριο του 2018, σε οκτώ, ορισμοί με βάση τη συναίνεση αποτελούν ήδη πραγματικότητα. Αυτές οι χώρες είναι: Βέλγιο, Κύπρος, Γερμανία, Ισλανδία, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο, Σουηδία και Ηνωμένο Βασίλειο.
Η Ιρλανδία έχει ορισμό με βάση τη συναίνεση από το 1981. Στην Αγγλία και την Ουαλία, η συναίνεση έχει καθοριστεί με νόμο στη σημερινή της μορφή από το 2003. Το 2015 καθιερώθηκαν νέες κατευθυντήριες γραμμές και εργαλεία για τους εισαγγελείς και την αστυνομία, ώστε να αποσαφηνιστεί ο νόμος και να υπενθυμιστεί στις εισαγγελικές αρχές ότι ο Νόμος περί Σεξουαλικών Αδικημάτων του 2003 τις υποχρεώνει να ζητούν από τους κατηγορούμενους να εξηγήσουν πώς έλαβαν τη συναίνεσή τους.
3. Ο ορισμός με βάση τη συναίνεση αντιστρέφει το βάρος της απόδειξης;
Όχι. Οι ορισμοί του βιασμού που βασίζονται στη συναίνεση δεν μεταθέτουν το βάρος της απόδειξης από το θύμα στον υποτιθέμενο δράστη. Το τεκμήριο της αθωότητας κυριαρχεί, όπως και όλα τα άλλα δικαιώματα στα πλαίσια μιας δίκαιης δίκης.
Σε χώρες με νόμους που βασίζονται στη συναίνεση, η ευθύνη εξακολουθεί να είναι στην πλευρά του κατηγόρου (δηλαδή του θύματος), να αποδείξει πέρα από κάθε εύλογη αμφιβολία ότι η σεξουαλική πράξη δεν ήταν συναινετική και αν ο βιασμός διαπράχθηκε εκ προθέσεως, απερίσκεπτα ή εξ αμελείας. Το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια της έρευνας και των δικαστικών διαδικασιών, ο κατηγορούμενος μπορεί να ερωτηθεί σχετικά με τα μέτρα που έλαβε για να διαπιστώσει εάν το άλλο συναινεί, δεν σημαίνει ότι θεωρείται ένοχος.
Αποτελεί ένα απαραίτητο βήμα για τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων που μπορεί να αποδείξουν απουσία συναίνεσης, το οποίο είναι το βασικό στοιχείο που ορίζει τον βιασμό σε αυτές τις δικαιοδοσίες, και όχι η χρήση ή η απειλή φυσικής βίας.
4. Δηλαδή η Αμνηστία λέει ότι οι άνθρωποι πρέπει να υπογράψουν συμβόλαιο για να κάνουν σεξ;
Όχι. Η ιδέα της συναίνεσης είναι απλή: Για να κάνεις σεξ, πρέπει να γνωρίζεις ότι το άτομο που θέλεις να κάνεις σεξ, θέλει να κάνει σεξ μαζί σου.
Αυτό σημαίνει απλώς ότι επικοινωνείτε, τόσο λεκτικά όσο και μη-λεκτικά με τον/την σύντροφο/ισσα σας και διασφαλίζετε ότι όλες οι σεξουαλικές δραστηριότητες πραγματοποιούνται με πλήρη αμοιβαία συμφωνία. Θα πρέπει να είναι σαφές ότι η σιωπή ή η μη ρητή δήλωση της λέξης "όχι", δεν είναι το ίδιο με το να δοθεί συναίνεση. Ένας γενικός κανόνας είναι: σε περίπτωση αμφιβολίας, ρωτήστε. Εάν εξακολουθείτε να αμφιβάλετε, σταματήστε. Δεν είναι ντροπή να ρωτήσετε, και δεν πρέπει να προχωρήσετε εκτός αν το άλλο πρόσωπο συναινεί.
Εάν ένα άτομο κοιμάται ή δεν έχει τις αισθήσεις του, το άτομο αυτό δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί και δεν μπορεί να συναινέσει σε οποιοδήποτε είδος σεξουαλικής δραστηριότητας. Μπορεί να υπάρχουν και άλλες καταστάσεις στις οποίες ένα άτομο δεν είναι σε θέση να συναινέσει πραγματικά - για παράδειγμα, εάν δεν έχει τη διανοητική ικανότητα να συναινέσει ή είναι ανήλικο.
5. Τι εννοούμε με το "μόνο το Ναι σημαίνει Ναι" ή το "Ας μιλήσουμε για Ναι"; Η συναίνεση πρέπει να είναι λεκτική; Είναι η λέξη "ναι" η μόνη αποδεκτή;
Το "Ναι" - ή η συναίνεση - μπορεί να εκφραστεί με ποικίλους, λεκτικούς και μη λεκτικούς τρόπους. Είναι σημαντικό να παρατηρείτε, να αισθάνεσθε και να σέβεστε τα λεκτικά και μη λεκτικά μηνύματα του άλλου ατόμου και να επικοινωνείτε. Η ενεργητική συμμετοχή είναι καθοριστική για τις συναινετικές σεξουαλικές σχέσεις.
6. Υποστηρίζει η Αμνηστία τις «ηλεκτρονικές εφαρμογές για την παροχή συναίνεσης»;
Όχι. Η συναίνεση είναι μια συνεχής διαδικασία επικοινωνίας και μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή, καθώς τα όρια και τα επίπεδα άνεσης μπορούν να αλλάξουν, πριν και κατά τη διάρκεια μιας σεξουαλικής συνάντησης. Έτσι, ακόμα και αν κάποιος δώσει τη συναίνεσή του μέσω μιας εφαρμογής, δικαιούται να την αποσύρει σε οποιοδήποτε στάδιο, το οποίο δεν λαμβάνουν υπόψη οι περισσότερες "εφαρμογές για την παροχή συναίνεσης".
Επιπλέον, ενώ οι «εφαρμογές για την παροχή συναίνεσης» προωθούνται εμπορικά ως εάν να βοηθούν έναν κατηγορούμενο να παράσχει αποδεικτικά στοιχεία σε περίπτωση σεξουαλικής επίθεσης, η δυνατότητα να παραχθεί ένα «συμβόλαιο» δήλωσης συναίνεσης, φαίνεται να προσφέρει πιθανή προστασία για τους δράστες - και πάλι, μια τέτοια συναίνεση θα μπορούσε να αρθεί οποιαδήποτε στιγμή ,ή θα μπορούσε να έχει αποσπαστεί δια του εξαναγκασμού, το οποίο δεν θα καταγραφόταν στην εφαρμογή. Μετατρέποντας το ζήτημα της συναίνεσης σε αυτό της ευθύνης, οι «εφαρμογές για την παροχή συναίνεσης» αγνοούν ότι η συναίνεση αυτή αφορά την ενεργητική συμμετοχή, την αμοιβαιότητα και την ισότητα, και τον σεβασμό της σωματικής και σεξουαλικής αυτονομίας του άλλου.
7. Τι γίνεται με τις ψευδείς κατηγορίες/καταγγελίες;
Δεν υπάρχουν στοιχεία ότι οι ψευδείς καταγγελίες βιασμού είναι συνήθεις, και ασφαλώς δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι νόμοι που βασίζονται στη συναίνεση αυξάνουν τον αριθμό των ψευδών καταγγελιών βιασμών. Στην πραγματικότητα, οι βιασμοί σπανίως καταγγέλλονται εξαιτίας της έλλειψης εμπιστοσύνης στο δικαστικό σύστημα ή του φόβου μήπως τα θύματα δεν γίνουν πιστευτά.
Η πραγματικότητα είναι ότι χρειάζεται πολύ θάρρος και αποφασιστικότητα για να καταγγείλει κάποια έναν βιασμό. Και όταν το κάνουν, οι γυναίκες συχνά κατηγορούνται και ταπεινώνονται, ερωτώνται επανειλημμένα τι έκαναν για να προκαλέσουν τον βιασμό ή γιατί βρέθηκαν σε μια συγκεκριμένη κατάσταση. Οι επιζήσασες αξίζουν να γίνουν πιστευτοί/ες, οι καταγγελίες τους θα πρέπει να διερευνώνται διεξοδικά και θα πρέπει να λαμβάνουν την υποστήριξη που δικαιούνται.
8. Τι γίνεται με βιασμούς που δεν περιλαμβάνουν σωματική βία; Τους αντιμετωπίζουμε ως λιγότερο σοβαρό αδίκημα;
Όχι. Αυτό που ορίζει έναν βιασμό είναι η απουσία συναίνεσης. Και δεν πρέπει να υπάρχει οποιαδήποτε υπόθεση, νομικά ή πρακτικά, ότι ένα άτομο έχει δώσει συναίνεση, επειδή δεν υπάρχουν ενδείξεις σωματικής βίας, όπως μώλωπες ή επειδή δεν αντιστάθηκε σωματικά. Απλώς επειδή μια γυναίκα δεν έχει ορατά τραύματα, δεν είπε ΟΧΙ ή δεν αντιστάθηκε, δεν σημαίνει ότι δεν βιάστηκε. Παρά την προσδοκία ότι ένα «πρότυπο» θύμα βιασμού θα αντισταθεί στον επιτιθέμενο, το πάγωμα μπροστά στη σεξουαλική επίθεση έχει αναγνωριστεί ως μια κοινή φυσιολογική και ψυχολογική αντίδραση, αφήνοντας το θύμα ανίκανο να αντιταχθεί στην επίθεση, συχνά μέχρι το σημείο ακινησίας. Για παράδειγμα, μια σουηδική κλινική μελέτη του 2017 διαπίστωσε ότι το 70% των 298 γυναικών που εξετάστηκαν αφού επέζησαν βιασμών, παρουσίασαν "ακούσια παράλυση" κατά τη διάρκεια της επίθεσης.
9. Πώς μπορεί να αποδειχθεί η συναίνεση ή η έλλειψη συναίνεσης στο δικαστήριο;
Οι εξελίξεις στο διεθνές ποινικό δίκαιο έχουν οδηγήσει στην αναγνώριση ότι η συναίνεση μπορεί να δοθεί ελεύθερα και πραγματικά, μόνον όταν η ελεύθερη βούληση ενός από τα συναινούντα μέρη δεν έχει καταβληθεί από εξαναγκαστικές συνθήκες, και όταν το πρόσωπο είναι ικανό να συναινέσει.
Ως εκ τούτου, ο ορισμός του βιασμού πρέπει να περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα εξαναγκαστικών περιστάσεων, όπου η συναίνεση δεν μπορεί να δοθεί ελεύθερα. Ταυτόχρονα, εκτός τέτοιων περιστάσεων, ενώ το βάρος της απόδειξης παραμένει στον/στην κατήγορο, ο κατηγορούμενος θα πρέπει να ερωτηθεί σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο εξασφάλισε τη συναίνεση του καταγγέλλοντα.
Η Επεξηγηματική Έκθεση της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης ορίζει ότι οι διώξεις «θα απαιτούν μια ευαίσθητη, σε σχέση με τα γεγονότα, εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων, προκειμένου να διαπιστωθεί, κατά περίπτωση, εάν το θύμα έχει συναινέσει ελεύθερα στη σεξουαλική πράξη που εκτελέστηκε. Μια τέτοια εκτίμηση πρέπει να αναγνωρίζει το ευρύ φάσμα των αντιδράσεων από
πλευράς συμπεριφοράς στη σεξουαλική βία και τον βιασμό που παρουσιάζουν τα θύματα, και δεν θα πρέπει να βασίζεται σε υποθέσεις τυπικής συμπεριφοράς στις καταστάσεις αυτές.
10. Τι γίνεται με περιπτώσεις όπου είναι «ο λόγος του εναντίον του λόγου της»;
Τα «Αυτός είπε, αυτή είπε», συνιστούν έναν κλασικό μύθο σχετικά με τις περιπτώσεις βιασμού, που θεμελιώνεται σε επικίνδυνα στερεότυπα φύλου. Ωστόσο, δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι οι ψευδείς καταγγελίες βιασμού είναι συχνότερες από ψευδείς καταγγελίες για άλλα εγκλήματα, όπως, για παράδειγμα, τις ληστείες.
Ο μύθος αυτός επίσης αγνοεί ότι οι εισαγγελείς ποινικών υποθέσεων έχουν στη διάθεσή τους μεθόδους που υπερβαίνουν τις αντιφατικές δηλώσεις των δύο πλευρών για να αποδείξουν μια υπόθεση πέραν εύλογης αμφιβολίας στο δικαστήριο, από εγκληματολογικές αποδείξεις, μέχρι δηλώσεις μαρτύρων, αλλά και άλλα ενισχυτικά στοιχεία.
Εν τέλει, είναι απλό: οι μαρτυρίες των θυμάτων σεξουαλικής βίας πρέπει να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο όπως οι μαρτυρίες των θυμάτων κάθε άλλου εγκλήματος. και όλες οι υποθέσεις πρέπει να συμπεριλαμβάνουν αυτές τις μαρτυρίες ως αποδεικτικά στοιχεία, καθώς και όλα τα υπόλοιπα αποδεικτικά στοιχεία προς εξέταση.
11. Θέτει ο ορισμός της συναίνεσης τις επιζήσασες σε κίνδυνο, καθώς μπορεί να τους ζητηθεί να απαντήσουν σε ακόμα περισσότερες ερωτήσεις κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας;
Τα διεθνή πρότυπα ανθρωπίνων δικαιωμάτων απαιτούν από τα κράτη να προστατεύουν τα θύματα κατά τη διάρκεια δικαστικών διαδικασιών για να εξασφαλίσουν ότι δεν υπάρχει «δευτερεύουσα θυματοποίηση», και αυτό ανεξάρτητα από τον ορισμό του βιασμού που βασίζεται στη συναίνεση. Στην πράξη, οι αρχές δεν λαμβάνουν πάντοτε τα απαραίτητα μέτρα για να αποτρέψουν αυτό το φαινόμενο, και αυτό συμβαίνει τόσο σε χώρες με νόμους που βασίζονται στη συναίνεση όσο και σε χώρες που δεν έχουν τέτοιους νόμους.
Τα μέτρα που συνιστώνται για την προστασία των θυμάτων κατά τη διάρκεια δικαστικών διαδικασιών, όπως για παράδειγμα στο Εγχειρίδιο των Ηνωμένων Εθνών για τη νομοθεσία για τη βία κατά των γυναικών, συμπεριλαμβάνουν δωρεάν νομική βοήθεια στα θύματα, ιδίως σε ποινικές διαδικασίες, υποστήριξη στο δικαστήριο, συμπεριλαμβανομένης της συνοδείας και εκπροσώπησης από ειδική υπηρεσία επιζήσασων· καθώς και μέτρα όπως το να μην χρειάζεται να συναντήσουν τον εναγόμενο όταν εμφανίζεται στο δικαστήριο, αξιοποιώντας διαδικασία βιντεοσκόπησης ή κατάθεσης μέσω βίντεο. Σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την σεξουαλική ιστορία και τη συμπεριφορά του θύματος μπορούν να επιτραπούν στο δικαστήριο, τόσο σε αστικές όσο και σε ποινικές διαδικασίες, αποκλειστικά και μόνο όταν είναι σχετικές και αναγκαίες.
12. Μπορεί η Διεθνής Αμνηστία να αποδείξει ότι η εισαγωγή νόμων περί συναίνεσης αύξησε τον αριθμό των καταδικαστικών αποφάσεων, π.χ. στο Ηνωμένο Βασίλειο ή τη Σουηδία;
Επί του παρόντος, δεν υπάρχει διαθέσιμη έρευνα που να δείχνει μια τέτοια συσχέτιση. Ωστόσο, είναι επίσης λανθασμένο να αναμένουμε ότι οι νόμοι που βασίζονται στη συναίνεση θα αυξήσουν από μόνοι τους τον αριθμό των καταδικαστικών αποφάσεων. Οι νόμοι που βασίζονται στη συναίνεση δεν συνιστούν από μόνοι τους τη λύση για την αντιμετώπιση και την πρόληψη του βιασμού· είναι ένα σημείο εκκίνησης. Εκτός από τις νομικές αλλαγές, η σωστή εφαρμογή, μεταξύ άλλων μέσω της εκπαίδευσης σχετικών επαγγελματιών παράλληλα με την ευαισθητοποίηση, την κατάργηση των μύθων και την κατάλληλη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη και της πρόληψης. Για παράδειγμα, στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο έχει έναν ορισμό του βιασμού με βάση τη συναίνεση, υπήρξαν άλλες συστημικές αποτυχίες, οι οποίες δείχνουν ότι οι νόμοι που βασίζονται στη συναίνεση αποτελούν ένα μόνο στοιχείο του παζλ.
Οι ορισμοί που βασίζονται στη συναίνεση μπορούν να επηρεάσουν τις κοινωνικές αλλαγές και κατά συνέπεια, να συμβάλουν στον περιορισμό του βιασμού, επηρεάζοντας τις στάσεις και τις συμπεριφορές των ανθρώπων. Εάν ο νόμος ορίζει ότι το σεξ χωρίς συναίνεση είναι βιασμός, αυτό πρέπει να εφαρμόζεται στην ευρύτερη κοινωνία, και κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει εάν συνοδεύεται από κατάλληλη ευαισθητοποίηση και δημόσια εκπαίδευση, με αποτέλεσμα την καλύτερη πρόληψη του βιασμού μακροπρόθεσμα.
Είναι επίσης σημαντικό να τονίσουμε ότι οι νομικοί ορισμοί που αναγνωρίζουν ότι το σεξ χωρίς συναίνεση είναι βιασμός, βασίζονται στο διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και η Διεθνής Αμνηστία ζητά τέτοιες αλλαγές υπογραμμίζοντας τις νομικές υποχρεώσεις των κρατών καθώς και την ανάγκη προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κάθε ατόμου στη σεξουαλική αυτονομία, τη σωματική ακεραιότητα και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, και τη διασφάλιση μιας ζωής απαλλαγμένης από τον βιασμό.