Ο ΣΑΙΝΤΟΥ, ΟΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ Η ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
του Σπύρου Απέργη, δικηγόρου, ειδικού στο προσφυγικό δίκαιο και πρώην προέδρου του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας
Ο Σαϊντού Καμαρά, αιτών διεθνή προστασία από τη Γουινέα και μαθητής Λυκείου στον Άγιο Δημήτριο, έλαβε απορριπτική απόφαση στο αίτημά του σε πρώτο βαθμό. Ο συγκεκριμένος αιτών ήρθε στην Ελλάδα τον Νοέμβρη του 2019 σε ηλικία 16 ετών. Κατά τη διαμονή του, απέκτησε σημαντικούς δεσμούς στην Ελλάδα καθώς πήγε σχολείο, απέκτησε φίλους και φίλες, μαθαίνει την ελληνική γλώσσα και, με τη βοήθεια της κοινωνίας των πολιτών, από όλες τις κινήσεις του φαίνεται να επιθυμεί σοβαρά την ένταξή του στην ελληνική κοινωνία.
Όμως η προσπάθειά του, και μέσω της αίτησης διεθνούς προστασίας, έχει συναντήσει σοβαρά εμπόδια. Η ένταξή του στην ελληνική κοινωνία δεν σχετίζεται πλέον με τη διαδικασία διεθνούς προστασίας επειδή ούτε ο πρώτος ούτε ο δεύτερος βαθμός διεθνούς προστασίας μπορεί να χορηγήσουν παραμονή για ανθρωπιστικούς λόγους. Η συγκεκριμένη αρμοδιότητα καταργήθηκε το 2014 και αντικαταστάθηκε από τη δυνατότητα παραπομπής από τη διαδικασία διεθνούς προστασίας σε υπηρεσία, αρχικά του Υπουργείου Εσωτερικών και, στη συνέχεια, του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, η οποία έκρινε το σχετικό αίτημα παραμονής στην Ελλάδα για ανθρωπιστικούς λόγους. Όμως και η αρμοδιότητα αυτή των αρχών απόφασης του αιτήματος διεθνούς προστασίας του καταργήθηκε από την παρούσα κυβέρνηση το 2021. Συνεπώς μόνο η κατάσταση στη χώρα καταγωγής του Σαϊντού, τη Γουινέα, σχετικά με τον κίνδυνο δίωξης και επιστροφής του στη Γουινέα εξετάζεται πλέον στη διαδικασία για διεθνή προστασία. Την παραμονή για ανθρωπιστικούς λόγους εξαιτίας τυχόν ένταξης στην ελληνική κοινωνία δεν έχει πλέον αρμοδιότητα να την εξετάσει ο πρώτος και ο δεύτερος βαθμός της διαδικασίας διεθνούς προστασίας λόγω των επιλογών των κυβερνήσεων να την αφαιρέσουν σταδιακά εντελώς ως αρμοδιότητα από τη διαδικασία διεθνούς προστασίας.
Πιο συγκεκριμένα, για να πάρει καθεστώς διαμονής (αναγνώριση ως πρόσφυγας ή δικαιούχος επικουρικής προστασίας) ο Σαϊντού (ή οποιοσδήποτε/οποιαδήποτε άλλος/η αιτών/ούσα διεθνή προστασία) πρέπει να κριθεί ότι κινδυνεύει λόγω δίωξης στη χώρα καταγωγής του/της για συγκεκριμένους λόγους (θρησκευτικούς, πολιτικούς, εθνοτικούς κ.λπ.) ή ότι κινδυνεύει με θανατική ποινή, εκτέλεση, βασανιστήρια, απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση ή αδιάκριτη βία λόγω πολέμου, να μην έχει κρατική προστασία στη χώρα του/της ούτε να μπορεί να πάει κάπου αλλού στη χώρα καταγωγής και να ζήσει αξιοπρεπώς και χωρίς κίνδυνο. Αυτές είναι (γενικά και με απλά λόγια) οι αρμοδιότητες των αρχών απόφασης στη διαδικασία διεθνούς προστασίας που βρίσκεται ο Σαϊντού και όλοι/ες οι αιτιούντες/σες διεθνούς προστασίας.
Γενικά, τα τελευταία χρόνια, έχουν επέλθει σειρά αρνητικών αλλαγών στη νομοθεσία για τη διεθνή προστασία, οι οποίες δημιουργούν διαδικαστικά και άλλα εμπόδια στους αιτούντες/ούσες άσυλο, τα οποία οδηγούν ή μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρές παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους, τόσο σε ό,τι αφορά την ουσιαστική τους πρόσβαση και στο δίκαιο της εξέτασης του αιτήματός τους στις διαδικασίες διεθνούς προστασίας, όσο και την προστασία τους από την επιστροφή στις χώρες καταγωγής τους σε συνθήκες κινδύνου κατά παράβαση των ευρωπαϊκών και διεθνών προτύπων ανθρώπινων δικαιωμάτων που είναι δεσμευτικά για τη χώρα. Επίσης, έχουν αφαιρέσει κάθε αρμοδιότητα να εξετάζουν οι αρχές απόφασης διεθνούς προστασίας, έστω παρεμπιπτόντως, την κατάσταση του/της κάθε αιτούντος/σας στην Ελλάδα και την τυχόν δημιουργία σταθερών βιοτικών δεσμών στη χώρα μας.
Ωστόσο, πρέπει να διασφαλίζεται τουλάχιστον το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, το οποίο προβλέπεται στη διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού που έχει υπογράψει και επικυρώσει η Ελλάδα. Το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού θα πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό μέλημα των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε όλες τις δράσεις που αφορούν τα παιδιά, ανεξάρτητα από το αν αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς για κοινωνική πρόνοια ή από νομικά, εκτελεστικά ή νομοθετικά όργανα, σύμφωνα με την ως άνω Σύμβαση. Κατά την εκτίμηση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού, τα κράτη-μέλη της Ένωσης πρέπει ιδίως να λαμβάνουν δεόντως υπόψη την αρχή της οικογενειακής ενότητας, την ευημερία και την κοινωνική ανάπτυξη του ανηλίκου, την ασφάλειά του και τις απόψεις του ανηλίκου ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητά του.
Οι αρχές ενός κράτους θα πρέπει επίσης να εξηγούν, στο πλαίσιο της διαδικασίας διεθνούς προστασίας, με ποιον τρόπο έχει συμπεριληφθεί το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού. Ποιο θεωρείται βέλτιστο συμφέρον του παιδιού;[1] Σε ποια κριτήρια βασίζεται; Πώς τα συμφέροντα του παιδιού έχουν ζυγιστεί σε σχέση με άλλα ζητήματα, είτε πρόκειται για γενικά θέματα πολιτικής είτε για μεμονωμένες περιπτώσεις; Στην περίπτωση Rahimi εναντίον της Ελλάδας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα επιβεβαίωσε ότι σε όλες τις ενέργειες που σχετίζονται με τα παιδιά πρέπει να γίνεται ξεχωριστή αξιολόγηση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού και πριν από τη λήψη απόφασης που θα επηρεάσει τη ζωή του παιδιού αυτού.[2]
Δυστυχώς, έχει δημιουργηθεί μια πολύ αρνητική κατάσταση για τη ζωή χιλιάδων παιδιών-αιτούντων διεθνή προστασία στην Ελλάδα, μερικά από τα οποία ενηλικιώνονται κατά τη διάρκεια της –μακρόσυρτης, αρκετές φορές– διαδικασίας διεθνούς προστασίας, όπως συμβαίνει με τον Σαϊντού. Τα παιδιά έχουν ανάγκη περισσότερο από όλους την προστασία των δικαιωμάτων τους για την αξιοπρέπειά τους. Πρέπει να έχουμε, λοιπόν, από τη δική μας πλευρά, τη στοιχειώδη αξιοπρέπεια, ως κρατικές και θεσμικές αρχές και ως κοινωνία, να είμαστε αντάξιοι των νομικών και κατ’ επέκταση των ηθικών υποχρεώσεών μας απέναντι στα παιδιά, όπως σήμερα ο Σαϊντού και αύριο άλλοι ανήλικοι αιτούντες διεθνή προστασία.