ΙΡΑΚ: Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΜΝΗΣΤΙΑ ΑΠΟΔΟΚΙΜΑΖΕΙ ΤΙΣ ΘΑΝΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΑΔΙΚΕΣ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΣΑΝΤΑΜ ΧΟΥΣΕΙΝ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
6 Νοεμβρίου 2006
Η Διεθνής Αμνηστία αποδοκιμάζει την απόφαση του Ανώτατου Ιρακινού Ποινικού Δικαστηρίου να καταδικάσει σε θάνατο το Σαντάμ Χουσεΐν και δύο από τους συγκατηγορούμενούς του. Επιπλέον επισημαίνει ότι η δίκη τους ήταν άδικη και έντονα προβληματική. Ο πρώην ιρακινός δικτάτορας καταδικάστηκε χθες για τη δολοφονία 148 ανθρώπων από το χωριό Αλ Ντουτζαΐλ μετά από απόπειρα δολοφονίας του που έγινε εκεί το 1982. Η δίκη, που ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2005, σχεδόν δύο χρόνια μετά την αιχμαλώτιση του Σαντάμ Χουσεΐν, ολοκληρώθηκε τον περασμένο Ιούλιο. Η απόφαση επρόκειτο αρχικά να ανακοινωθεί στις 16 Οκτωβρίου, αλλά καθυστέρησε διότι το δικαστήριο ισχυρίστηκε ότι χρειαζόταν πρόσθετο χρόνο για να εξετάσει τις μαρτυρικές καταθέσεις.
Το επόμενο στάδιο είναι η έφεση στο Ακυρωτικό Τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στη συνέχεια, αν η καταδίκη δεν ανατραπεί, οι καταδικασθέντες σε θάνατο θα εκτελεστούν μέσα σε 30 ημέρες.
«Αυτή η δίκη θα έπρεπε να λειτουργήσει ως κινητήρια δύναμη ώστε να εδραιωθεί η δικαιοσύνη και το κράτος δικαίου στο Ιράκ, να διασφαλιστεί η αλήθεια και να αποδοθούν οι ευθύνες για τις μαζικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διεπράχθησαν από το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν», δήλωσε ο Γεράσιμος Κουβαράς, Διευθυντής του Ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας. «Στην πράξη, όμως, η όλη διαδικασία ήταν απαράδεκτη, με σοβαρά προβλήματα που θέτουν σε αμφισβήτηση την ικανότητα του δικαστηρίου, με την παρούσα του σύσταση, να απονέμει δικαιοσύνη με τρόπο δίκαιο και σύμφωνο με τα διεθνή θεσμικά κείμενα».
Συγκεκριμένα, πολιτικές παρεμβάσεις υπονόμευσαν την ανεξαρτησία και την αμεροληψία του δικαστηρίου, με αποτέλεσμα ο πρώτος Πρόεδρός του να παραιτηθεί και να εμποδιστεί ο διορισμός ενός άλλου. Επιπλέον, το δικαστήριο παρέλειψε να λάβει μέτρα ικανά να διασφαλίσουν την προστασία μαρτύρων και των συνηγόρων υπεράσπισης, τρεις από τους οποίους δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια της δίκης. Ο Σαντάμ Χουσεΐν στερήθηκε την πρόσβαση σε δικηγόρο κατά τον πρώτο χρόνο μετά τη σύλληψή του, ενώ οι διαμαρτυρίες των δικηγόρων του επί της διαδικασίας καθ' όλη τη διάρκεια της δίκης δεν φαίνεται να απαντήθηκαν επαρκώς από το δικαστήριο.
«Ο κάθε κατηγορούμενος έχει δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, ανεξάρτητα από το μέγεθος των κατηγοριών. Αυτό το απλό γεγονός αγνοήθηκε συστηματικά τις δεκαετίες της τυραννίας του Σαντάμ Χουσεΐν. Η ανατροπή του έδωσε την ευκαιρία να αποκατασταθεί αυτό το στοιχειώδες δικαίωμα και ταυτόχρονα να αποδοθούν με δίκαιο τρόπο ευθύνες για τα εγκλήματα του παρελθόντος. Αυτή η ευκαιρία χάθηκε», επισήμανε ο Γεράσιμος Κουβαράς, «και η κατάσταση επιδεινώθηκε με την επιβολή της θανατικής καταδίκης».
Η Διεθνής Αμνηστία θα παρακολουθήσει στενά το στάδιο της έφεσης, κατά τη διάρκεια της οποίας μπορούν να επανεξεταστούν τα αποδεικτικά στοιχεία και η εφαρμογή της νομοθεσίας και επομένως το Ανώτατο Δικαστήριο έχει την ευκαιρία να επανορθώσει τα λάθη της προηγούμενης διαδικασίας. Δεδομένου, όμως, ότι τα λάθη αυτά είναι πολύ σοβαρά και πολλά από αυτά εξακολουθούν να υφίστανται στην παρούσα δίκη ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η Διεθνής Αμνηστία παροτρύνει την ιρακινή κυβέρνηση να εξετάσει σοβαρά άλλες εναλλακτικές επιλογές, όπως για παράδειγμα να προσθέσει στη σύνθεση του δικαστηρίου διεθνείς δικαστές ή να παραπέμψει την υπόθεση σε διεθνές δικαστήριο, κάτι που υποδείχθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο από την Ομάδα Εργασίας του ΟΗΕ για τη Αυθαίρετη Κράτηση.
Αυτή τη στιγμή, ο Σαντάμ Χουσεΐν δικάζεται επίσης από το Ανώτατο Δικαστήριο μαζί με έξι άλλα άτομα για άλλες κατηγορίες, που σχετίζονται με τη λεγόμενη εκστρατεία Ανφάλ το 1988, όταν χιλιάδες άνθρωποι της κουρδικής μειονότητας υποβλήθηκαν σε μαζικούς φόνους, βασανιστήρια και άλλες κατάφωρες καταπατήσεις.