ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ: Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΩΝ ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΩΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΛΥΤΗ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΗ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
11 Ιουλίου 2007
Η Διεθνής Αμνηστία, το Κέντρο AIRE (AIRE Centre), η Διεθνής Επιτροπή Νομικών (The International Commission of JURISTs), η Interights και η REDRESS προειδοποιούν ότι, στη σημερινή ακροαματική διαδικασία, το Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καλείται να επανεξετάσει την απόλυτη απαγόρευση των βασανιστηρίων και κάθε άλλης μορφής κακομεταχείρισης.
Η αποδυνάμωση της καθολικά αποδεκτής απόλυτης απαγόρευσης των βασανιστηρίων και άλλων μορφών κακομεταχείρισης θα ήταν λανθασμένη και θα έβαζε σε κίνδυνο όλους μας καθώς θα υπονόμευε μια από τις βασικές αρχές πάνω στις οποίες έχει χτιστεί το ευρωπαϊκό σύστημα.
Στην υπόθεση «Σαάντι κατά Ιταλίας» που εξετάζεται, ο Νασίμ Σαάντι (Nassim Saadi) ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι η διαταγή για την απέλασή του στην Τυνησία, σύμφωνα με το Νόμο Πισάνου (Pisanu), παραβιάζει τις υποχρεώσεις της ιταλικής κυβέρνησης σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που απαγορεύει και προστατεύει τους πολίτες από τα βασανιστήρια και κάθε άλλης μορφής κακομεταχείριση, γιατί η επιστροφή του στην Τυνησία θα τον εξέθετε σε πραγματικό κίνδυνο βασανισμού ή κάποιας άλλης μορφής κακομεταχείριση.
Η κυβέρνηση της Βρετανίας, μαζί με μερικές άλλες, έχουν παρέμβει στην υπόθεση υποστηρίζοντας την απέλαση παρά τον κίνδυνο βασανιστηρίων ή άλλων μορφών κακομεταχείρισης. Η κυβέρνηση Βρετανίας ζητά από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να αλλάξει τη νομολογία που αυτή τη στιγμή είναι ευθυγραμμισμένη με την καθολικά αναγνωρισμένη απόλυτη απαγόρευση των βασανιστηρίων και κάθε άλλης μορφής κακομεταχείρισης. Η Βρετανία υποστηρίζει ότι η απαγόρευση των βασανιστηρίων και άλλων μορφών κακομεταχείρισης δεν πρέπει να είναι απόλυτη για τους αλλοδαπούς πολίτες τους οποίους κάποιο κράτος θεωρεί κίνδυνο για την εθνική ασφάλειά του και τους οποίους θέλει να απελάσει.
Προς το παρόν, ο νόμος για τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι ξεκάθαρος. Η απόλυτη απαγόρευση των βασανιστηρίων και κάθε άλλης μορφής κακομεταχείρισης σημαίνει ότι τα κράτη είναι υποχρεωμένα να εξασφαλίζουν ότι οι εκπρόσωποί τους δεν συμμετέχουν σε βασανιστήρια ή άλλες μορφές κακομεταχείρισης, ανεξαρτήτως των συνθηκών. Πρέπει να φέρνουν ενώπιον της δικαιοσύνης όσους είναι υπεύθυνοι για τέτοιες πράξεις και να διασφαλίζουν την επανόρθωση των θυμάτων. Η απαγόρευση σημαίνει, επίσης, ότι τα κράτη δεν δύνανται να εκθέτουν ανθρώπους σε κίνδυνο βασανισμού ή άλλης μορφής κακομεταχείρισης σε άλλες χώρες. Έτσι, δεν μπορούν να στείλουν κάποιον νόμιμα σε κάποιο μέρος όπου θα αντιμετωπίσει κίνδυνο βασανισμού ή άλλης μορφής κακομεταχείρισης. Αυτοί οι κανόνες διατηρούνται, ανεξάρτητα των συνθηκών, ακόμα κι
όταν ο άνθρωπος που εμπλέκεται είναι ύποπτος για τρομοκρατία.
Η απαγόρευση των βασανιστηρίων και κάθε άλλης μορφής κακομεταχείρισης είναι απόλυτη για εύλογο λόγο. Τα βασανιστήρια είναι σοβαρή παραβίαση της προσωπικής αξιοπρέπειας και της σωματικής ακεραιότητας. Η επίδρασή τους είναι επίσης διαβρωτική για το κράτος δικαίου και το ηθικό κύρος του ίδιους του κράτους. Για αυτούς και άλλους λόγους, η πρακτική των βασανιστηρίων έχει επανειλημμένα καταδικαστεί από διεθνή και εθνικά δικαστήρια. Η απόλυτη απαγόρευσή τους έχει πετύχει την ανύψωση του κύρους του διεθνούς δικαίου, είναι θεμελιώδης, επιτακτική και απαραβίαστη.
Η διεθνής κοινότητα έχει δεσμευτεί επανειλημμένα νομικά και έχει κάνει δημόσιες δηλώσεις ότι τα μέτρα που παίρνουν τα κράτη για να μας προστατέψουν όλους από την τρομοκρατία πρέπει να είναι συμβατά με το διεθνές δίκαιο, περιλαμβανομένης και της απόλυτης απαγόρευσης των βασανιστηρίων και κάθε άλλης μορφής κακομεταχείρισης. Παρ' όλα αυτά, τα ΜΜΕ, εκθέσεις οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και επιτροπές εμπειρογνωμόνων του Συμβουλίου της Ευρώπης έχουν πάρα πολλά παραδείγματα μέτρων που παίρνουν τα κράτη για να παρακάμψουν την απόλυτη απαγόρευση. Η αποστολή ανθρώπων σε μέρη όπου υπάρχει κίνδυνος να βασανιστούν ή να πέσουν θύματα άλλης μορφής κακομεταχείρισης με βάση «διπλωματικών διαβεβαιώσεων», όπως προσπαθεί να κάνει η Ιταλία στην υπόθεση του Σαάντι, είναι ένα μόνο παράδειγμα αυτού του φαινομένου που ενδιαφέρει ιδιαίτερα την Ευρώπη. Οι «διπλωματικές διαβεβαιώσεις» είναι μια ανεφάρμοστη «συμφωνία κυριών» με το κράτος που δέχεται τον άνθρωπο που έχει απελαθεί, ότι θα κάνει μια εξαίρεση από τις 'συνήθεις πρακτικές' του να βασανίζει κρατουμένους προστατεύοντας το συγκεκριμένο άτομο από τέτοιου είδους μεταχείριση.
Ιστορικό:
Η υπόθεση «Σαάντι κατά Ιταλίας» δικάζεται από το Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις 11 Ιουλίου 2007. Στην υπόθεση αυτή, ο Νασίμ Σαάντι ισχυρίζεται, μεταξύ άλλών, ότι η διαταγή να τον απελάσουν από την Ιταλία στην Τυνησία, σύμφωνα με το Νόμο Πισάνου, παραβιάζει τις υποχρεώσεις της Ιταλίας σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Ο Νασίμ Σαάντι, πολίτης της Τυνησίας που μένει νόμιμα στην Ιταλία, καταδικάστηκε το Μάιο 2005 σε ποινή τετραετούς και έξι μηνών κάθειρξης για εγκληματική συνομωσία και πλαστογράφηση. Στην ίδια δίκη αθωώθηκε για την κατηγορία της διασύνδεσης με τη διεθνή τρομοκρατία. Εφέσεις τόσο από τον Νασίμ Σαάντι όσο και από το δημόσιο κατήγορο αναμένουν την εκδίκασή τους σε ιταλικά δικαστήρια.
Όμως, τον Αύγουστο 2006, κι ενόσω η έφεση εκκρεμούσε, το Υπουργείο Εσωτερικών διέταξε την απέλαση του Νασίμ Σαάντι στην Τυνησία σύμφωνα με το Νόμο Πισάνου. Σύμφωνα με το νόμο αυτό, ένα άτομο που θεωρείται ύποπτο για ανάμειξη σε δραστηριότητες που σχετίζονται με την τρομοκρατία μπορεί να απελαθεί με την εντολή του Υπουργού Εσωτερικών ή ενός νομάρχη, χωρίς να έχουν απαγγελθεί κατηγορίες ή να έχει δικαστεί. Οι προσφυγές για τέτοιου είδους απελάσεις δεν έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα. Η υπόθεση Σαάντι είναι μια από μια σειρά υποθέσεων που εκκρεμούν και αμφισβητούν την εφαρμογή του νόμου αυτού, που η συνταγματικότητά του βρίσκεται υπό αναθεώρηση στην Ιταλία.
Μεταξύ άλλων, στην επιχειρηματολογία του στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο Νασίμ Σαάντι ισχυρίζεται ότι αντιμετωπίζει πραγματικό κίνδυνο βασανισμού ή άλλης κακομεταχείρισης ή άλλων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τυνησία κι έτσι δε θα μπορούσε νόμιμα να επιστρέψει εκεί. Η οργανώσεις μας έχουν στα χέρια τους καταγγελίες ότι άνθρωποι που έχουν επιστρέψει στην Τυνησία από το εξωτερικό και από την Ιταλία ειδικότερα, έχουν κρατηθεί σε απόλυτη απομόνωση και έχουν υποστεί βασανιστήρια και άλλες μορφές κακομεταχείρισης κατά τη διάρκεια της κράτησής τους. Ένας άλλος Τυνήσιος, που απελάθηκε από την Ιταλία με το Νόμο Πινάσου στις αρχές του 2007, έχει σύμφωνα με καταγγελίες υποστεί κακομεταχείριση κατά τη διάρκεια της κράτησής του εκεί.
Το Μάιο 2005, ο Νασίμ Σαάντι καταδικάστηκε ερήμην σε 20 χρόνια φυλάκιση, από ένα στρατοδικείο της Τυνησίας για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση που δρα στο εξωτερικό και για υποκίνηση τρομοκρατικής ενέργειας και σύμφωνα με αναφορές, η απόφαση αυτή βασίστηκε στη δράση του στην Ιταλία. Αν και θα μπορούσε εύκολα να ξαναδικαστεί αν επιστρέψει στην Τυνησία, μια τέτοια δίκη θα λάβει χώρα σε στρατοδικείο. Η έρευνα των οργανώσεών μας δείχνει ότι οι δίκες σε στρατοδικεία στην Τυνησία παραβιάσουν τα διεθνή πρότυπα για δίκαιη δίκη. Ο προεδρεύων δικαστής είναι ο μόνος μη στρατιωτικός στην ακροαματική διαδικασία και υπάρχει πολύ περιορισμένη πρόσβαση σε αυτές τις δίκες, που διεξάγονται σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει ήδη αποφασίσει σε άλλες περιπτώσεις ότι τέτοιες δίκες παραβιάζουν το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη. Οι πολίτες που δικάζονται σε τέτοια δικαστήρια στην Τυνησία έχουν καταγγείλει παραβιάσεις στο δικαίωμά τους στη νόμιμη υπεράσπιση, που κυμαίνεται από το να μην έχουν ενημερωθεί για το δικαίωμά τους να έχουν πρόσβαση σε δικηγόρο, σε περιορισμούς στην πρόσβαση των δικηγόρων στο φάκελο της δικογραφίας και σε βασικές πληροφορίες όπως η ημερομηνία διεξαγωγής της δίκης. Οι εφέσεις δικάζονται μόνο στο Στρατιωτικό Ακυρωτικό Δικαστήριο και δεν γίνεται επανεξέταση σε πολιτικό δικαστήριο.
Η υπόθεση «Σαάντι κατά Ιταλίας» είναι μια από τις τρεις υποθέσεις που εκκρεμούν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στις οποίες η Βρετανία και άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προσπαθούν να αλλάξουν τη νομολογία στην απόλυτη απαγόρευση να στέλνουν άτομα σε μέρη όπου κινδυνεύουν να βασανιστούν ή να υποστούν άλλης μορφής κακομεταχείρισης, υπέρ μιας δοκιμαστικής διαδικασίας που θα συγκρίνει τον κίνδυνο που διατρέχει το άτομο και το κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια.
Μια άλλη υπόθεση όπου η κυβέρνηση της Βρετανίας έχει υποστηρίξει αυτή τη θέση στο δικαστήριο είναι η υπόθεση «Ράμζυ κατά Ολλανδίας», που επίσης εκκρεμεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το Δικαστήριο δεν έχει ακόμα ξεκινήσει την ακροαματική διαδικασία στην υπόθεση Ράμζυ. Όμως, έχει δεχτεί το αίτημα της Βρετανίας να απευθυνθεί προς το Δικαστήριο κατά την ακροαματική διαδικασία της υπόθεσης «Σαάντι κατά Ιταλίας» και δέχτηκε επίσης να περιλάβει τις θέσεις της Βρετανίας που είχαν προηγουμένως υποβληθεί στην υπόθεση Ραμζύ και στο φάκελο στη υπόθεσης «Σαάντι κατά Ιταλίας». Το Δικαστήριο δεν έχει συμφωνήσει, όμως, ακόμα να περιλάβει στην υπόθεση Σαάντι τις έγγραφες θέσεις που κατατέθηκαν από τρεις ομάδες από ΜΚΟ και παρουσιάζουν αντεπιχειρήματα και περιλαμβάνουν αυτές που κατατέθηκαν από τη Διεθνή Αμνηστία, το Κέντρο AIRE, τη Διεθνή Επιτροπή Νομικών, την Interights και τη REDRESS και περιλαμβάνονται στη δικογραφία της υπόθεσης Ράμζυ, γεγονός που θλίβει ιδιαίτερα τις οργανώσεις αυτές.
Για περισσότερες πληροφορίες και συνεντεύξεις επικοινωνήστε με την Υπεύθυνη Τύπου και Προβολής του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας, ’ννα Μπότσογλου, τηλ. 210 3600628 (εσωτ. 2).