Η ΕΥΡΩΠΗ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΘΕΣΕΙ ΤΕΛΟΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΞΙΟΠΙΣΤΕΣ «ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΒΕΒΑΙΩΣΕΙΣ» ΠΟΥ ΕΝΕΧΟΥΝ ΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΩΝ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
12 Απριλίου 2010
Οι ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να απορρίψουν μια για πάντα την επικίνδυνη πρακτική του να στηρίζονται σε υποσχέσεις «μη βασανισμού» από κυβερνήσεις με αποδεδειγμένο ιστορικό βασανιστηρίων, δήλωσε η Διεθνής Αμνηστία σε μια νέα έκθεση που δημοσιεύτηκε σήμερα.
Η έκθεση, με τίτλο Επικίνδυνες συμφωνίες: Η εμπιστοσύνη της Ευρώπης στις «Διπλωματικές διαβεβαιώσεις» κατά των βασανιστηρίων, τεκμηριώνει πώς οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις επιχειρούν να αποστέλλουν αλλοδαπούς, που φέρονται ότι αποτελούν απειλή για την εθνική ασφάλεια, σε χώρες όπου κινδυνεύουν με βασανιστήρια ή άλλη κακομεταχείριση με αντάλλαγμα αναξιόπιστες, ανεφάρμοστες «διπλωματικές διαβεβαιώσεις» ότι κατά την επιστροφή τους θα τύχουν ανθρώπινης μεταχείρισης.
«Οι διαβεβαιώσεις κατά των βασανιστηρίων, από κυβερνήσεις που διαπράττουν τακτικά τέτοιες παραβιάσεις, απλούστατα δεν μπορούν να θεωρούνται αξιόπιστες. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που αποδέχονται αυτές τις κενές υποσχέσεις υπονομεύουν την απόλυτη απαγόρευση των βασανιστηρίων», δήλωσε η Τζούλια Χολ, εμπειρογνώμων της Διεθνούς Αμνηστίας για ζητήματα αντιτρομοκρατίας και ανθρώπινων δικαιωμάτων στην Ευρώπη.
«Ο καλύτερος τρόπος αποτροπής των βασανιστηρίων είναι να αρνηθούν να στείλουν ανθρώπους σε μέρη όπου κινδυνεύουν».
Η έκθεση εστιάζει στη χρήση διπλωματικών διαβεβαιώσεων από διάφορες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για να δικαιολογήσουν την απέλαση, την έκδοση ή άλλη βίαιη απομάκρυνση αλλοδαπών που θεωρούνται «απειλές για την εθνική ασφάλεια».
Εξασφαλίζοντας διαβεβαιώσεις ότι αυτά τα άτομα θα τύχουν ανθρώπινης μεταχείρισης, οι κυβερνήσεις ισχυρίζονται ότι αυτές οι μεταγωγές είναι «φιλικές προς τα ανθρώπινα δικαιώματα».
Η έκθεση αμφισβητεί αυτόν τον ισχυρισμό, παρέχοντας έρευνα και ανάλυση για τον τρόπο με τον οποίο οι διπλωματικές διαβεβαιώσεις απειλούν την καθολική απαγόρευση των βασανιστηρίων ή άλλης κακομεταχείρισης και για τον τρόπο με τον οποίο οι εγγενείς ελλείψεις της πρακτικής έχουν οδηγήσει στο βασανισμό και την κακομεταχείριση ορισμένων ανθρώπων.
Η έκθεση περιλαμβάνει έρευνα για δεκάδες χώρες, όπως η Αυστρία, το Αζερμπαϊτζάν, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, η Βρετανία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Δανία, η Ισπανία, η Ιταλία, η Ρωσία, η Σλοβακία και η Σουηδία.
Η χρήση διπλωματικών διαβεβαιώσεων κατά των βασανιστηρίων αυξήθηκε σημαντικά μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στις ΗΠΑ. Ορισμένα κράτη έχουν θεσπίσει ειδικούς νόμους ή πολιτικές που κατοχυρώνουν την πρακτική.
Ο Σάμι Μπεν Χεμάις Εσίντ απελάθηκε από την Ιταλία στην Τυνησία τον Ιούνιο του 2008 με την υπόσχεση Τυνήσιων αξιωματούχων ότι δεν θα υφίστατο κακομεταχείριση κατά την κράτησή του εκεί. Ωστόσο, οκτώ μήνες μετά την επιστροφή του, ισχυρίστηκε ότι βασανίστηκε στη διάρκεια μιας ανάκρισης στο υπουργείο Εσωτερικών της Τυνησίας. Παρόμοιες παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων έχουν υποστεί άνθρωποι που επιστράφηκαν διά της βίας σε άλλες χώρες, όπως η Αίγυπτος και η Ρωσία.
Στη Βρετανία, η Ειδική Δευτεροβάθμια Επιτροπή Μετανάστευσης (Special Immigration Appeals Commission - SIAC) θα συζητήσει αυτήν την εβδομάδα την περίπτωση ενός Αιθίοπα υπηκόου που απειλείται με απέλαση βάσει ενός «μνημονίου συνεννόησης» μεταξύ Βρετανίας και Αιθιοπίας, το οποίο φέρεται να υπόσχεται ότι ο άνδρας δεν θα βασανιστεί ούτε θα πέσει θύμα κακομεταχείρισης κατά την επιστροφή του.
Στη Γερμανία, ένας Τούρκος υπήκοος αναμένει απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρώπινων Δικαιωμάτων όσον αφορά την προσπάθεια της κυβέρνησης να τον εκδώσει στην Τουρκία, βασιζόμενη σε διαβεβαιώσεις από τις τουρκικές αρχές ότι θα είναι ασφαλής στη φυλακή εκεί. Η Δανία και η Σουηδία έχουν δηλώσει δημοσίως ότι δεν θα αποκλείσουν τη χρήση διπλωματικών διαβεβαιώσεων στο μέλλον.
«Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πρέπει να δεσμευτούν εκ νέου στις θεμελιώδεις αρχές προστασίας των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Αυτό σημαίνει προστασία των ανθρώπων από κακοποίηση με τήρηση των διεθνών τους υποχρεώσεων. Οι διπλωματικές διαβεβαιώσεις δεν παρέχουν τέτοια εγγύηση και η πρακτική της στήριξης σε αυτές πρέπει να εγκαταλειφθεί, αρχής γενομένης από τώρα», δήλωσε η Τζούλια Χολ.