ΤΟΥΡΚΙΑ: ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗ ΔΙΑΠΡΑΤΤΟΥΝ ΒΙΑΙΟΠΡΑΓΙΕΣ ΣΤΗ ΣΕΙΣΜΙΚΗ ΖΩΝΗ

Δημοσιεύθηκε στις 5 Απριλίου 2023, 14:49Εκτύπωση

Αξιωματικοί της αστυνομίας που στάλθηκαν για να περιφρουρήσουν την περιοχή που επλήγη από τους σεισμούς της 6ης Φεβρουαρίου στην Τουρκία έχουν ξυλοκοπήσει, βασανίσει και κακοποιήσει ανθρώπους που θεωρήθηκαν ύποπτοι για κλοπές και λεηλασίες, δήλωσαν σήμερα η Διεθνής Αμνηστία και η Human Rights Watch Ένα άτομο πέθανε υπό κράτηση μετά από βασανιστήρια. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι αστυνομικοί απέτυχαν επίσης να παρέμβουν για να εμποδίσουν άτομα να επιτεθούν βίαια σε άλλα που φέρονται ύποπτα εγκλημάτων.

Αν και έχουν αναφερθεί περιστατικά κλοπών και λεηλασιών σπιτιών και καταστημάτων μετά τον σεισμό, γεγονός που θέτει τους αξιωματικούς της αστυνομίας ενώπιον μιας τεράστιας πρόκλησης ασφάλειας, το διεθνές δίκαιο και οι νόμοι της Τουρκίας απαγορεύουν τη διάπραξη βασανιστηρίων ή άλλων μορφών κακομεταχείρισης υπόπτων υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Η τουρκική κυβέρνηση έχει από καιρό ισχυριστεί ότι υποστηρίζει μια πολιτική «μηδενικής ανοχής στα βασανιστήρια».

«Εγκυρες αναφορές για αστυνομικούς, χωροφύλακες και στρατιωτικό προσωπικό ότι υποβάλλουν ανθρώπους θεωρούμενους ύποπτους εγκλημάτων, σε βίαιους και παρατεταμένους ξυλοδαρμούς και αυθαίρετη, ανεπίσημη κράτηση αποτελούν σοκαριστικό κατηγορητήριο για τις πρακτικές επιβολής του νόμου στη σεισμόπληκτη περιοχή της Τουρκίας», δήλωσε ο Hugh Williamson, διευθυντής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας της Human Rights Watch.

«Οι αξιωματικοί της αστυνομίας αντιμετωπίζουν την κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τη φυσική καταστροφή ως άδεια να βασανίζουν, να κακοποιούν και να σκοτώνουν ατιμώρητα».
 

Οι αξιωματικοί της αστυνομίας αντιμετωπίζουν την κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω της φυσικής καταστροφής ως άδεια για να βασανίζουν, να κακοποιούν και να σκοτώνουν ατιμώρητα.

Hugh Williamson, διευθυντής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας, Human Rights Watch

Η Διεθνής Αμνηστία και η Human Rights Watch πήραν συνεντεύξεις από 34 άτομα και εξέτασαν το διαθέσιμο βιντεοσκοπημένο υλικό σχετικά με 13 περιπτώσεις βίας που διαπράχθηκαν από την αστυνομία, τη χωροφυλακή (αστυνομία αγροτικών περιοχών) ή από στρατιώτες που είχαν αναπτυχθεί στην περιοχή, και αφορούσαν 34 άντρες θύματα. Οι ερευνήτριες/-ητές άκουσαν πρόσθετες μαρτυρίες και είδαν βίντεο για άλλα άτομα που ξυλοκοπήθηκαν σοβαρά από τις δυνάμεις ασφαλείας, αλλά δεν ήταν σε θέση να επιβεβαιώσουν πλήρως αυτά τα περιστατικά. Μεταξύ των ατόμων που πήραν συνέντευξη ήταν 12 θύματα βασανιστηρίων ή άλλης κακομεταχείρισης, δύο άτομα τα οποία οι χωροφύλακες απείλησαν με την απειλή όπλου, μάρτυρες και δικηγόροι.

Αν και σε τέσσερις περιπτώσεις που κατέγραψαν οι οργανώσεις, ιδιώτες που βοηθούσαν στην ανακούφιση από τους σεισμούς συμμετείχαν επίσης στον ξυλοδαρμό των θυμάτων, η έρευνα επικεντρώθηκε κυρίως στην κακοποίηση που διαπράχθηκε από δημόσιους υπαλλήλους. Όλες οι περιπτώσεις βασανιστηρίων και άλλης κακομεταχείρισης, εκτός από τρεις, σημειώθηκαν στην πόλη Antakya στην επαρχία Hatay. Σε τέσσερις περιπτώσεις, τα θύματα ήταν Σύροι πρόσφυγες και οι επιθέσεις έφεραν ενδείξεις πρόσθετων ξενοφοβικών κινήτρων.

Όλα τα περιστατικά συνέβησαν στις 10 επαρχίες που βρίσκονται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, την οποία ανακοίνωσε ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις 7 Φεβρουαρίου και ενέκρινε το κοινοβούλιο δύο ημέρες αργότερα. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης κατά τη διάρκεια μιας φυσικής καταστροφής παρέχει στην κυβέρνηση εξουσίες όπως η έκδοση διαταγμάτων που επιτάσσουν τη χρήση ιδιωτικών και δημόσιων πόρων (γης, κτιρίων, οχημάτων, καυσίμων, ιατρικών προμηθειών και τροφίμων) για την προσπάθεια διάσωσης και ανακούφισης, τη συνδρομή του στρατού, τον έλεγχο του ωραρίου λειτουργίας των επιχειρήσεων και τον περιορισμό της εισόδου στην πληγείσα περιοχή

Ένας Τούρκος δήλωσε ότι κάποιος χωροφύλακας τον απείλησε, λέγοντας: «Υπάρχει κατάσταση έκτακτης ανάγκης, θα σε σκοτώσουμε... Θα σε σκοτώσουμε και θα σε θάψουμε κάτω από τα χαλάσματα». Ένας Σύρος άντρας είπε ότι κάποιος επιθεωρητής της αστυνομίας στον οποίο παραπονέθηκε όταν ένας αστυνομικός τον γρονθοκόπησε στο πρόσωπο είπε: «Υπάρχει κατάσταση έκτακτης ανάγκης εδώ. Ακόμα κι αν αυτός ο αστυνομικός σε σκοτώσει, δεν θα λογοδοτήσει. Κανείς δεν θα είναι σε θέση να του πει τίποτα».

Στις 17 Μαρτίου, η Διεθνής Αμνηστία και η Human Rights Watch έγραψαν στους υπουργούς Εσωτερικών και Δικαιοσύνης της Τουρκίας για να μοιραστούν τα ευρήματα της έρευνας και να ζητήσουν πληροφορίες σχετικά με τις έρευνες για τις καταγγελίες κακοποίησης που έχουν υποβληθεί και τα βίντεο που κυκλοφορούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Στις 29 Μαρτίου, η Διεύθυνση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Υπουργείου Δικαιοσύνης απάντησε στο όνομα τόσο του Υπουργείου Δικαιοσύνης όσο και του Υπουργείου Εσωτερικών. Τα υπουργεία διαβεβαίωσαν ότι η κυβέρνηση της Τουρκίας έχει μηδενική ανοχή στα βασανιστήρια και ισχυρίστηκαν ότι τα ευρήματα που μοιράστηκαν η Διεθνής Αμνηστία και η Human Rights Watch ήταν «αόριστοι ισχυρισμοί που στερούνται πραγματικής βάσης». Η απάντηση δεν ανταποκρίθηκε στα ευρήματα των οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων ούτε στις ερωτήσεις που τέθηκαν σχετικά με συγκεκριμένες περιπτώσεις ή τις πρακτικές αστυνόμευσης στην περιοχή του σεισμού υπό καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Η κοινή απάντηση των υπουργείων επικεντρώθηκε αντίθετα στο μέγεθος του σεισμού, τις καταστροφές και τις προσπάθειες ανακούφισης.

Τα περισσότερα θύματα ισχυρίστηκαν ότι συνελήφθησαν από ομάδες αστυνομικών, χωροφυλάκων ή στρατιωτών ενώ συμμετείχαν σε προσπάθειες έρευνας και διάσωσης κτιρίων που καταστράφηκαν από τον σεισμό ή ενώ διέρχονταν από γειτονιές της Antakya. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, τα θύματα δεν τέθηκαν υπό επίσημη κράτηση, αλλά ξυλοκοπήθηκαν αμέσως ή αναγκάστηκαν να ξαπλώσουν ή να γονατίσουν, ενώ τα κλοτσούσαν, τα χαστούκιζαν και τα έβριζαν για παρατεταμένο χρόνο, μερικές φορές με χειροπέδες. Ορισμένα εξαναγκάστηκαν να ομολογήσουν εγκλήματα. Όμως μόνο σε δύο περιπτώσεις υπήρξε κάποια συνεπαγόμενη έρευνα εναντίον των θυμάτων για υποτιθέμενα εγκλήματα, γεγονός που δημιουργεί σοβαρές αμφιβολίες για το αν υπήρξε ποτέ πραγματική υποψία ότι μπορεί να είχαν ενεργήσει παράνομα.

«Το σπίτι μου καταστράφηκε, ζω σε μια σκηνή και, σαν να μην έφτανε αυτό, η αστυνομία με χτύπησε και μου έβαλε όπλο στο κεφάλι», δήλωσε ένας άντρας. «Συμπεριφέρονταν σαν να ήταν η Άγρια Δύση».

Ένα 19χρονο θύμα δήλωσε: «Έχασα κάθε αίσθηση του χρόνου και αισθάνθηκα ότι το όλο πράγμα συνεχίστηκε για μιάμιση ή δύο ώρες. Πρώτα ήταν τρεις, μετά ήρθε μια ολόκληρη μεγάλη ομάδα αστυνομικών και μπήκαν μέσα, με γροθιές, κλοτσιές».

Τα θύματα και οι οικογένειές τους υπέβαλαν επίσημες καταγγελίες σχετικά με τη βία που υπέστησαν από τους αξιωματούχους σε μόλις 6 από τις 13 περιπτώσεις που εξετάστηκαν. Μία από αυτές ήταν από άντρα που ανέφερε ότι ο ίδιος και ο αδελφός του υπέστησαν παρατεταμένα βασανιστήρια κατά τη διάρκεια της κράτησης από τη χωροφυλακή και ότι ο αδελφός του στη συνέχεια κατέρρευσε και πέθανε κατά τη διάρκεια της κράτησής του.

Στις άλλες 7 περιπτώσεις, τα θύματα δήλωσαν ότι δεν θα υπέβαλαν επίσημες καταγγελίες επειδή φοβούνταν τα αντίποινα και επειδή θεωρούσαν ότι οι πιθανότητες να απονεμηθεί δικαιοσύνη ήταν ελάχιστες. Αρκετοί δήλωσαν επίσης ότι ο θάνατος μελών της οικογένειας και φίλων στον σεισμό και οι βαρυσήμαντες ανακατατάξεις στη δική τους ζωή επισκίασαν την κακοποίηση που υπέστησαν στα χέρια της αστυνομίας και της χωροφυλακής.

Ειδικά οι Σύριες/-οι ήταν πιο απρόθυμες/-οι να υποβάλουν επίσημη καταγγελία. Μια γυναίκα που εργαζόταν ως μεταφράστρια για ξένες ομάδες έρευνας και διάσωσης δήλωσε: «Οι περισσότεροι χωροφύλακες αντιμετώπιζαν τις/τους Σύριες/-ους σαν κλέφτες και ήταν πολύ επιθετικοί απέναντί τους. Δεν δέχονταν Σύριες/-ους στις ομάδες διάσωσης και θύμωναν πολύ».

Οι περισσότεροι χωροφύλακες αντιμετώπιζαν τις/τους Σύριες/-ους σαν κλέφτες και ήταν πολύ επιθετικοί απέναντί τους.

μεταφράστρια που εργάζεται με ξένες ομάδες έρευνας και διάσωσης

Ένας άλλος Σύρος εθελοντής έρευνας και διάσωσης, ο οποίος βοήθησε να σωθούν αρκετοί Τούρκοι και Σύροι που θάφτηκαν στα χαλάσματα αλλά βρέθηκε και ο ίδιος θύμα βίας της χωροφυλακής και του πλήθους, δήλωσε: «Δεν θα υποβάλω καταγγελία γιατί πιστεύω ότι δεν θα συμβεί τίποτα. Φοβάμαι να βγω έξω γιατί οι φωτογραφίες του αυτοκινήτου μου εμφανίστηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και κυκλοφόρησαν βίντεο με εμάς... Φοβόμαστε μήπως δεχτούμε ξανά επίθεση. Δεν πήγα στο νοσοκομείο ούτε πήρα ιατρική γνωμάτευση γιατί φοβάμαι μήπως με θεωρήσουν κλέφτη επειδή είμαι Σύρος».

Μάρτυρας ανέφερε ότι «τρεις νεαροί άντρες γύρω στα 20-25 που έμοιαζαν με εργάτες και φτωχούς ξυλοκοπήθηκαν από τους στρατιώτες ως “κλέφτες”, ενώ οι στρατιώτες ενθάρρυναν τους πολίτες που στέκονταν τριγύρω να συμμετάσχουν στον ξυλοδαρμό».

Ένας άλλος συνεντευξιαζόμενος είπε ότι είδε έναν αξιωματικό του στρατού που έμοιαζε υψηλόβαθμος να απευθύνεται σε πλήθος ανθρώπων στο Samandağ, κοντά στην Antakya, από το αυτοκίνητό του και να λέει: «Όταν πιάνετε κλέφτες, να τους χτυπάτε όπως θέλετε, δώστε τους αυτό που αξίζουν, αλλά μην τους σκοτώσετε, καλέστε μας».

Οι Τούρκοι αξιωματούχοι θα πρέπει να διεξαγάγουν πλήρεις, άμεσες και αμερόληπτες ποινικές και διοικητικές έρευνες για όλες τις αναφορές από την περιοχή του σεισμού για βασανισμούς ή άλλες μορφές κακομεταχείρισης ανθρώπων από την αστυνομία, τη χωροφυλακή και το στρατιωτικό προσωπικό, ανεξάρτητα από το αν υποπτεύονται τα θύματα για εγκληματικές δραστηριότητες, δήλωσαν η Human Rights Watch και η Διεθνής Αμνηστία.

«Οι συγκλονιστικές περιγραφές και οι εικόνες της αλόγιστης βίας από αξιωματούχους επιβολής του νόμου που καταχράστηκαν την εξουσία τους εν μέσω της χειρότερης φυσικής καταστροφής που έχει αντιμετωπίσει ποτέ η χώρα δεν μπορούν απλώς να παραμεριστούν», δήλωσε ο Nils Muižnieks, διευθυντής Ευρώπης της Διεθνούς Αμνηστίας.

Οι συγκλονιστικές περιγραφές και οι εικόνες της αλόγιστης βίας από αξιωματούχους επιβολής του νόμου που καταχράστηκαν την εξουσία τους εν μέσω της χειρότερης φυσικής καταστροφής που αντιμετώπισε ποτέ η χώρα δεν μπορούν απλώς να ξεχαστούν.

Nils Muižnieks, διευθυντής Ευρώπης, Διεθνής Αμνηστία

«Όλα τα θύματα, συμπεριλαμβανομένων των προσφυγισσών/-ύγων, έχουν δικαίωμα στη δικαιοσύνη και στην αποκατάσταση της βλάβης που υπέστησαν. Οι αρχές πρέπει να ξεκινήσουν χωρίς καμία καθυστέρηση ποινικές έρευνες για όλες τις περιπτώσεις βασανιστηρίων και άλλης κακομεταχείρισης από την αστυνομία, τη χωροφυλακή και άλλους αξιωματούχους επιβολής του νόμου και να οδηγήσουν τους υπεύθυνους στη δικαιοσύνη».

Πορίσματα και απολογισμοί
Μετά τους σεισμούς της 6ης Φεβρουαρίου, πολιτικοί της περιοχής έκαναν απειλητικά σχόλια σχετικά με περιστατικά κλοπής στις πληγείσες επαρχίες. Ο Ümit Özdağ, ηγέτης του μικρού ακροδεξιού Κόμματος της Νίκης (Zafer Partisi) έγραψε στο Twitter ότι η αστυνομία και οι στρατιώτες θα πρέπει να λάβουν εντολή να πυροβολούν τους πλιατσικολόγους. Στις 10 Φεβρουαρίου, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Ömer Çelik δήλωσε στα μέσα μαζικής ενημέρωσης κατά τη διάρκεια επίσκεψής του σε νοσοκομείο με τραυματίες σεισμοπαθείς: «Θέλω να είμαι λιτός και ξεκάθαρος, θα είμαστε εξαιρετικά ανελέητοι. Προειδοποιούμε όσους επιδίδονται σε λεηλασίες, ότι θα πρέπει να γνωρίζουν πως θα ζουν με την ντροπή για το υπόλοιπο της ζωής τους».

Από τις 10 Φεβρουαρίου και μετά, άρχισαν να κυκλοφορούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης βίντεο με ανθρώπους που φορούσαν ρούχα της αστυνομίας, της χωροφυλακής και του στρατού και χτυπούσαν ανθρώπους σε τοποθεσίες που παρέπεμπαν στην περιοχή του σεισμού. Αρκετά βίντεο προέρχονταν από κανάλια Telegram με ονόματα που έκαναν αναφορά σε λεηλασίες, μερικές φορές με υποτιμητικό υπονοούμενο, όπως «απατεώνες πλιατσικολόγοι του σεισμού» (Deprem Yağmacıları Şerefsizler)) ή «μπάσταρδοι πλιατσικολόγοι» (Yağmacı Piç Kuruları).

Το Crisis Evidence Lab της Διεθνούς Αμνηστίας εξακρίβωσε λεπτομέρειες από 10 βίντεο που δείχνουν βία από άτομα που εμφανώς φορούν επίσημες στολές των δυνάμεων ασφαλείας. Τέσσερα από τα βίντεο δείχνουν ξεκάθαρα τις επίσημες δυνάμεις ασφαλείας να χτυπούν ανθρώπους, μερικές φορές ενώ τα χέρια των θυμάτων ήταν δεμένα. Όλα τα βίντεο, τα οποία είναι διαθέσιμα στο διαδίκτυο και έχουν κυκλοφορήσει ευρέως, δείχνουν τις επίσημες δυνάμεις ασφαλείας να διαπράττουν ανοιχτά βίαιες πράξεις και χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης.

Η Διεθνής Αμνηστία χρησιμοποίησε επίσης βίντεο για να επιβεβαιώσει την τοποθεσία δύο περιστατικών στα οποία άτομα που φορούσαν γιλέκα τα οποία χρησιμοποιούνται από εθελοντές έκτακτης ανάγκης συμμετείχαν σε επίθεση, ενώ η αστυνομία και η χωροφυλακή ήταν παρούσες. Σε τουλάχιστον τέσσερις περιπτώσεις που καταγράφηκαν, τα φωτογραφικά και βιντεοσκοπημένα στοιχεία επιβεβαίωσαν τις μαρτυρίες των θυμάτων και των μαρτύρων που ερωτήθηκαν από τις οργανώσεις.

Η περίπτωση των Ahmet και Sabri Güreşçi
Μεταξύ των υποθέσεων που εξετάστηκαν ήταν και τα συγκλονιστικά στοιχεία για τα βασανιστήρια των αδελφών Sabri Güreşçi, 37 ετών, και Ahmet Güreşçi, 27 ετών, από τη χωροφυλακή, που οδήγησαν στον θάνατο του Ahmet κατά την κράτησή του. Δεν εντοπίστηκε κανένα βίντεο, αν και ο Sabri Güreşçi δήλωσε ότι οι χωροφύλακες τους βιντεοσκοπούσαν ενώ τους χτυπούσαν.

Σε συνέντευξή του στις/στους ερευνήτριές/-ητές μας και σε επίσημη καταγγελία στην αστυνομία στις 13 Φεβρουαρίου, ο Sabri Güreşçi δήλωσε ότι στις 11 Φεβρουαρίου χωροφύλακες συνέλαβαν τον ίδιο και τον Ahmet στο σπίτι τους στη γειτονιά Büyükburç της περιοχής Altınözü του Hatay, ως ύποπτους για πλιάτσικο και άλλα εγκλήματα.

Όπως υποστήριξε ο Sabri Güreşçi και η σύζυγός του, μόλις έφτασαν οι χωροφύλακες, πυροβόλησαν τέσσερις ή πέντε φορές στον αέρα, παρόλο που ο ίδιος και ο αδελφός του δεν έδειξαν καμία αντίσταση. Αφού τα αδέρφια επιβιβάστηκαν σε όχημα, περίπου 15 χωροφύλακες τους χτύπησαν στο κεφάλι, στα χέρια και στα πόδια με κλομπ, τους χαστούκισαν και τους γρονθοκόπησαν, τους προσέβαλαν και τους απείλησαν. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι να φτάσουν στον σταθμό χωροφυλακής Altınözü.

Κατά παράβαση του νόμου, τα αδέλφια δεν οδηγήθηκαν σε γιατρό για ιατρική εξέταση πριν μεταφερθούν στον σταθμό. Κρατήθηκαν σε χώρο που έμοιαζε με αποθήκη αντί για κελί, όπου περίπου 10 χωροφύλακες τους έβρεχαν με νερό και τους χτυπούσαν για παρατεταμένο χρονικό διάστημα, τους έγδυσαν, τους πίεζαν τους όρχεις και επιχείρησαν πρωκτικό βιασμό τους με κλομπ.

Ο Sabri Güreşçi ανέφερε τα λόγια των χωροφυλάκων: «Υπάρχει κατάσταση έκτακτης ανάγκης, θα σας σκοτώσουμε... Θα σας σκοτώσουμε και θα σας θάψουμε κάτω από τα χαλάσματα... Θα πούμε ότι το κοινό σας λιντσάρισε». Μετά από αυτό, είπε ο Sabri, ο Ahmet έχασε τις αισθήσεις του και έκανε αιμόπτυση, οπότε μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο και διαπιστώθηκε ο θάνατός του.

Σε αυτοψία που έγινε στις 12 Φεβρουαρίου παρουσία εισαγγελέα διαπιστώθηκε τραύμα στον εγκέφαλο, το οποίο μπορεί να προκάλεσε τον θάνατό του, καθώς και πολλαπλές μελανιές στο σώμα του. Εκκρεμεί η πλήρης αξιολόγηση της έκθεσης αυτοψίας από το Ιατροδικαστικό Ινστιτούτο για τον προσδιορισμό της ακριβούς αιτίας θανάτου.

Μεταγενέστερη ιατρική έκθεση για τον Sabri Güreşçi διαπίστωσε πολλαπλές εκδορές, κακώσεις και μακροχρόνιους μώλωπες στους ώμους, την πλάτη, τους γλουτούς και τα άκρα του, καθώς και έναν σπασμένο αντίχειρα, σύμφωνα με την αφήγησή του ότι τον χτύπησαν με κλοπ και κλοτσιές οι χωροφύλακες. Η εισαγγελία του Altinözu κίνησε έρευνα (αρ. φακέλου 2023/302), ζητώντας εντολή απορρήτου για τη διάρκειά της, την οποία το δικαστήριο ενέκρινε.

Ο Sabri αφέθηκε ελεύθερος, με ταξιδιωτική απαγόρευση μέχρι την έκβαση της ποινικής έρευνας εναντίον του. Σύμφωνα με πληροφορίες, τρεις αξιωματικοί της χωροφυλακής τέθηκαν σε διαθεσιμότητα εν αναμονή της έρευνας. Ο Sabri Güreşçi δήλωσε ότι αναγνώρισε 9 από τους αξιωματικούς που διαδραμάτισαν ενεργό ρόλο στον βασανισμό του ίδιου και του αδελφού του, με αποτέλεσμα τον θάνατο του αδελφού του.
 

Υπόθεση των πέντε Κούρδων από το Ντιγιάρμπακιρ
Μια δεύτερη πολύ σοβαρή καταγγελία για βασανιστήρια από τη χωροφυλακή και την αστυνομία του Adıyaman αναφέρθηκε στην εισαγγελία του Ντιγιάρμπακιρ στις 14 Φεβρουαρίου από δικηγόρους που εκπροσωπούσαν τους R.T., İ.T., E.T., Y.A. και A.T., 5 νεαρούς Κούρδους από το Ντιγιάρμπακιρ, οι οποίοι είχαν ταξιδέψει σε μια ομάδα 7 ατόμων στο Adıyaman για να βοηθήσουν στις προσπάθειες έρευνας και διάσωσης στις 11 Φεβρουαρίου. Όπως και σε ορισμένες άλλες περιπτώσεις, η Human Rights Watch και η Διεθνής Αμνηστία χρησιμοποιούν τα αρχικά αυτών των ατόμων για να προστατεύσουν την ιδιωτική τους ζωή, κατόπιν αιτήματός τους.

Η καταγγελία των αντρών προς τον εισαγγελέα ανέφερε ότι οι χωροφύλακες τους πήραν από τον χώρο ενός κτιρίου που κατέρρευσε, όπου βρίσκονταν σε εξέλιξη προσπάθειες διάσωσης, χωρίς εξηγήσεις. Τους μετέφεραν σε μια κοντινή σκηνή γεμάτη χωροφύλακες και αστυνομικούς, οι οποίοι τους κατηγόρησαν για πλάτσικο και κλοπή. Τέσσερις ή πέντε χωροφύλακες κι ένας αστυνομικός, μαζί με άτομα με πολιτικά, τους χτύπησαν.

Περίπου μια ώρα αργότερα, τους μετέφεραν σε ένα αστυνομικό τμήμα με ένα λευκό μικρό λεωφορείο με δύο χωροφύλακες, ένας από τους οποίους είπε: «Σε περίπτωση που κάποιος από αυτούς κουνηθεί, τινάξτε του τα μυαλά στον αέρα». Στο αστυνομικό τμήμα, γύρω στις 10 το βράδυ, περίπου 30 αστυνομικοί φέρονται να χαστούκισαν, να γρονθοκόπησαν, να κλότσησαν και να χτύπησαν τους άντρες με χέρια, πόδια, κλομπ και ξύλα. Ορισμένοι αστυνομικοί φαίνεται ότι κατέγραψαν τα βασανιστήρια στα τηλέφωνά τους. Στη συνέχεια, η αστυνομία κατέσχεσε τα τηλέφωνα, τις ταυτότητες, τα πορτοφόλια και τα ρούχα τους, αφήνοντας τους άντρες με τα εσώρουχα.

Τους ανάγκασαν να ξαναμπούν στο ίδιο λευκό λεωφορείο και δεν τους επέτρεψαν να καθίσουν, αλλά τους στρίμωξαν ανάμεσα στα καθίσματα. Καθώς το λεωφορείο απομακρυνόταν, οι αστυνομικοί τούς ανάγκασαν να ομολογήσουν ψευδώς ότι έκαναν πλιάτσικο και να πουν «είμαστε κλέφτες και καθάρματα», κάτι που οι αστυνομικοί κατέγραψαν επίσης στα τηλέφωνά τους. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού ξυλοκοπήθηκαν και δέχτηκαν προσβολές και απειλές για τη ζωή τους.

Γύρω στα μεσάνυχτα, τους ανάγκασαν να βγουν από το μικρό λεωφορείο σε μια ερημική περιοχή σχεδόν 10 χλμ έξω από την πόλη. Σε θερμοκρασίες υπό το μηδέν, η αστυνομία έριξε νερό πάνω στους γυμνούς άντρες και τους ανάγκασε να συρθούν στο έδαφος. Αφού τους επέστρεψαν τις ταυτότητές τους, η αστυνομία τους εγκατέλειψε εκεί. Κάποιος άντρας είχε καταφέρει να κρύψει ένα τηλέφωνο στο εσώρουχό του και μπόρεσε να καλέσει βοήθεια.

Η Διεθνής Αμνηστία και η Human Rights Watch εξέτασαν την ποινική καταγγελία, μίλησαν με τον R.T., που επιβεβαίωσε τις λεπτομέρειες, εξέτασαν βίντεο με τους άντρες κατά τη διάσωσή τους, το οποίο είχε κοινοποιηθεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και μίλησαν με έναν δημοσιογράφο που ήταν από τους πρώτους που τους πήραν συνέντευξη στην τοποθεσία Adıyaman, όπου μεταφέρθηκαν μετά τη δοκιμασία τους. Ένας άντρας νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο μετά το περιστατικό με σοβαρό τραυματισμό στο μάτι.

Η περίπτωση του R.A. και των μελών της οικογένειας του
Ο R.A., 51 ετών, δήλωσε ότι στις 18 Φεβρουαρίου αστυνομικοί ειδικών δυνάμεων έφτασαν στο σπίτι του ξαδέλφου του στο Iskenderun, όπου έμενε ο ίδιος και η οικογένειά του μετά τις σοβαρές ζημιές που υπέστη το σπίτι τους από τον σεισμό:

«Ένας αστυνομικός ειδικών δυνάμεων ντυμένος με παραλλαγή, μάσκα και ασπίδα με σημάδεψε με όπλο και μου είπε να πέσω στο έδαφος. Σε λίγα λεπτά, εγώ, ο γιος μου, ο ξάδελφός μου και οι τρεις γιοι του ήμασταν όλοι στο έδαφος. Μας χτύπησαν όλους τόσο φρικτά. Μας χτυπούσαν με κλοτσιές, γροθιές και κλομπ. Ενώ μας χτυπούσαν, μας έλεγαν: «Είστε κλέφτες. Κλέψατε. Ενώ έψαχναν το σπίτι, έσπασαν κάθε πόρτα, κατέστρεψαν τα προσωπικά μας αντικείμενα».

Στον R.A. και τον γιο του, καθώς και στον ξάδελφο του Α.Y. και τους τρεις γιους του τους πέρασαν χειροπέδες και τους μετέφεραν σε ένα λεωφορείο της αστυνομίας, όπου, όπως ανέφερε, ο ξυλοδαρμός συνεχίστηκε καθώς μεταφέρθηκαν στο αστυνομικό τμήμα Denizciler στο Iskenderun. Ο R.A. είπε ότι ένας αστυνομικός με κανονική στολή «μου είπε ότι ήταν από το Yozgat, με τράβηξε σε ένα σημείο χωρίς κάμερες και με χτύπησε ξεχωριστά, ενώ άλλοι αστυνομικοί τον παρακολουθούσαν και δεν έκαναν τίποτα για να τον σταματήσουν. Μου έσπασαν τα δόντια, το πλευρό μου, μελάνιασαν τα μάτια μου, υπάρχουν τόσες μελανιές σε όλο μου το σώμα». Η αναφορά του αστυνομικού στο ότι είναι από το Yozgat μπορεί να εκληφθεί ως ρατσιστική αναφορά στο γεγονός ότι ο R.A. είναι Κούρδος, δεδομένου ότι ορισμένοι άνθρωποι από το Yozgat υπερηφανεύονται ότι είναι Τούρκοι εθνικιστές.

Ο R.A. είπε ότι ο ξάδελφός του ο A.Y. είναι ιδιοκτήτης καταστήματος τηλεφώνων και ηλεκτρονικών ειδών στο Iskenderun και μαζί με τους γιους του είχαν απομακρύνει όλα τα προϊόντα τους από το κατάστημα για λόγους ασφαλείας. Ένας άλλος καταστηματάρχης στο ίδιο παζάρι κατήγγειλε στην αστυνομία ότι είχαν κλαπεί ηλεκτρονικά προϊόντα από το κατάστημά του και ότι ο Α.Υ. και οι γιοι του θα μπορούσαν να είναι οι κλέφτες, αφού τους είχαν δει στην περιοχή. Αυτό προκάλεσε την έφοδο της αστυνομίας στο σπίτι του A.Y. Η αστυνομία συνέλαβε επίσης τρεις Σύρους άντρες που εργάζονταν στο ίδιο παζάρι και έμεναν επίσης στο σπίτι. Ο Ρ.Α. αφέθηκε ελεύθερος με δικαστικό ένταλμα ελέγχου εν αναμονή της ολοκλήρωσης της ποινικής έρευνας.

Η περίπτωση του Ömer Türkmen και των ανιψιών του
Ο Ömer Türkmen, 37 ετών, δήλωσε ότι, στις 24 Φεβρουαρίου, αστυνομικοί ειδικών δυνάμεων επιτέθηκαν στον ίδιο και στα δύο ανίψια του, τον Nizam Doğan, 20 ετών, και τον Mehmet Ali Doğan, 18 ετών, έξω από το σπίτι του στη συνοικία Saraykent της Antakya. Το σπίτι του είχε υποστεί ζημιές από τον σεισμό, και οι τρεις τους το επισκέπτονταν. Ένας αστυνομικός τού έκανε έλεγχο ταυτότητας, τον κατηγόρησε ότι είναι κλέφτης με ποινικό μητρώο και τον γρονθοκόπησε στην αριστερή πλευρά του προσώπου του κάτω από το μέτωπο, ρίχνοντάς τον κάτω. Στη συνέχεια ο αστυνομικός τον χτύπησε στο κεφάλι με το όπλο του, τον σημάδεψε με το όπλο και του είπε: «Θα σε σκοτώσω εδώ». Άλλοι αστυνομικοί τον κλότσησαν επίσης στο στομάχι καθώς ήταν πεσμένος στο έδαφος.

Η αστυνομία χτύπησε επίσης τα ανίψια του, τα οποία είχαν προσπαθήσει να βοηθήσουν τον Türkmen. Μισή ώρα αργότερα, όταν ένας αστυνομικός επιθεωρητής και άλλοι αστυνομικοί έφτασαν με ένα όχημα, ο Türkmen εξήγησε ότι αυτό ήταν το σπίτι του. Ο επιθεωρητής είπε ότι δεν υπήρχε λόγος να παρατείνουμε το θέμα, ότι το θέμα είχε κλείσει και, αν και ζήτησε συγγνώμη, είπε στον Türkmen: «Αν ήμουν εδώ, θα ήσουν σε ακόμα χειρότερη κατάσταση».

Στις 25 Φεβρουαρίου, ο Türkmen έλαβε ιατρική έκθεση νοσοκομείου που τεκμηριώνει τα τραύματά του, και την ίδια ημέρα υπέβαλε επίσημη καταγγελία σε μια σκηνή της αστυνομίας στον κήπο του γραφείου του περιφερειάρχη της Antakya.

Περίπτωση των M.G. και C.T.
Οι 10 από τις 13 καταγεγραμμένες περιπτώσεις αφορούσαν αστυνομικούς και χωροφύλακες που ξυλοκοπούσαν ή κακομεταχειρίζονταν με άλλο τρόπο άτομα εκτός των επίσημων χώρων κράτησης χωρίς να προσκομίζουν γραπτή καταγραφή της σύλληψης ή της de facto κράτησης του ατόμου.

Στις 10 Φεβρουαρίου, η αστυνομία χτύπησε άσχημα τον M.G. και τον φίλο του τον C.T., και οι δύο 19 ετών και από την Antakya. Ο M.G. δήλωσε ότι ξυλοκοπήθηκαν στη γειτονιά Armutlu λίγο αφότου οι δύο τους έκαναν ένα διάλειμμα από τις προσπάθειες διάσωσης στο κτίριο όπου η θεία και ο ξάδελφος του C.T. είχαν παγιδευτεί κάτω από τα ερείπια. Οι δύο νεαροί μπήκαν σε κοντινό κτίριο για να πάνε στην τουαλέτα, αφού συμβουλεύτηκαν έναν χωροφύλακα για το πού θα έπρεπε να πάνε για τουαλέτα. Ο M.G. δήλωσε ότι η αστυνομία τούς ακολούθησε στο κτίριο:

Δεν μας έδωσαν χρόνο να εξηγήσουμε, δεν μας άκουγαν και απλώς άρχισαν να μας χτυπούν. Νόμιζα ότι θα σταματούσε όταν βγαίναμε από το κτίριο, αλλά ήταν μόνο η αρχή.
Ο M.G. είπε ότι η αστυνομία τον έσυρε πρώτα από το κτίριο, όπου αρκετά άτομα, μεταξύ των οποίων αστυνομικοί και χωροφύλακες, του επιτέθηκαν:

«Μια ολόκληρη μεγάλη ομάδα ήρθε και συμμετείχε, με γροθιές, κλοτσιές. Έχασα κάθε αίσθηση του χρόνου και αισθάνθηκα ότι όλο αυτό συνεχίστηκε για μιάμιση ή δύο ώρες. Μας πήγαν σε τρία διαφορετικά μέρη, μας έβαλαν σε διαφορετικά οχήματα. Μας πέρασαν χειροπέδες από πίσω οι αστυνομικοί, χωρίς να μπορούμε να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας και μας ανάγκασαν να ξαπλώσουμε μπρούμυτα. Δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε, καθώς μας έβριζαν, μας κορόιδευαν, ένας είπε ότι ξεσπάσει το άγχος του πάνω μας και είπε πράγματα όπως «ο Θεός σάς έστειλε σε εμάς». Όταν καταφέραμε να τους ζητήσουμε να καλέσουν τη θεία του C και την κάλεσαν, κατάλαβαν ότι δεν ήμαστε πλιατσικολόγοι. Μας άφησαν ελεύθερους».

Ο M.G. και ο C.T. έχουν ιατρικές γνωματεύσεις που τεκμηριώνουν τα τραύματά τους, και στις 12 Φεβρουαρίου κατέθεσαν επίσημη καταγγελία στην αστυνομία και την εισαγγελία στο Ürgüp του Nevşehir, όπου στη συνέχεια πήγαν να μείνουν με συγγενείς.

Το Εργαστήριο Αποδεικτικών Στοιχείων Κρίσεων της Διεθνούς Αμνηστίας επαλήθευσε και ανέλυσε επίσης ένα βίντεο 32 δευτερολέπτων με τον ξυλοδαρμό των δύο νεαρών αντρών που κυκλοφόρησε σε τέσσερα κανάλια Telegram στις 12 Φεβρουαρίου. Ο C.T. επιβεβαίωσε ότι αυτός και ο M.G. είναι οι άντρες του βίντεο. Το βίντεο δείχνει την πόρτα ενός κτιρίου, με τον M.G. να βγαίνει με αστυνομικούς και μια ομάδα με πολιτικά να του επιτίθεται με τη συμμετοχή αστυνομικών και την παρουσία χωροφυλάκων. Ο C.T. φαίνεται στην πόρτα, αλλά επιστρέφει στο εσωτερικό του σπιτιού όταν αρχίζει ο ξυλοδαρμός.

Ένας άντρας στο βάθος ακούγεται να λέει: «Ελάτε, βγείτε έξω. Δέξου ξύλο για να συνέλθεις. Εντάξει, σπάστε του το πρόσωπο και το στόμα». Στο βίντεο φαίνονται περίπου 9 άτομα εκτός από τα 2 θύματα. Δύο φορούν στολές χωροφυλακής. Ένας άντρας φοράει το ανοιχτό πράσινο γιλέκο μιας κατασκευαστικής εταιρείας. Ένας άλλος άντρας δίπλα του κρατάει μια μπάρα που μοιάζει να είναι φτιαγμένη από μέταλλο και φαίνεται να ετοιμάζεται να χτυπήσει τον M.G. Μια φωνή στο βάθος προειδοποιεί τον άντρα με τη μεταλλική μπάρα: «Όχι με μέταλλο».

Όταν ο ξυλοδαρμός εντείνεται, εμφανίζονται 2 ακόμη άντρες που φορούν παραλλαγή και προσπαθούν να διακόψουν τον ξυλοδαρμό μαζί με τους άλλους δύο χωροφύλακες. Ο άντρας που καταγράφει το βίντεο λέει: «Πλιάτσικο χα; Χτυπήστε αυτή την αδερφή. Ο κόσμος αντιμετωπίζει τον σεισμό και κοίτα τι κάνεις εσύ». Προς το τέλος του βίντεο εμφανίζονται δύο ένστολοι αστυνομικοί κι ένας άλλος άντρας με παραλλαγή. Ο C.T. επιβεβαίωσε ότι ο M.G. ήταν ο πρώτος που έφυγε από το κτίριο και ξυλοκοπήθηκε, ενώ οι αστυνομικοί μέσα στο κτίριο τράβηξαν τον C.T. πίσω.

Βασανιστήρια και κακομεταχείριση Σύρων προσφύγων που ταξίδεψαν στην Antakya
Οι ερευνήτριες/-ητές πήραν συνέντευξη από 7 Σύρους πρόσφυγες από γειτονικές πόλεις και επαρχίες που ταξίδεψαν στην Antakya για να βοηθήσουν στις προσπάθειες έρευνας και διάσωσης κατά τον σεισμό ώστε να σώσουν συγγενείς, φίλους και άγνωστους από τα ερείπια. Όλοι όσοι μίλησαν στην συνέντευξη δήλωσαν ότι η αστυνομία, οι χωροφύλακες και οι στρατιώτες τούς φέρθηκαν άσχημα, τους διέταζαν σκληρά, «τους απευθύνονταν επανειλημμένα με το μισητό “Σύριε, κάνε αυτό, Σύριε, κάνε εκείνο!”», όπως περιέγραψε ο Η, ένας 48χρονος άντρας, την ταπεινωτική εμπειρία της λεκτικής βίας κατά τη διάρκεια των ελέγχων ταυτότητας.

Κατά τη διάρκεια ελέγχων καθώς εισέρχονταν στην Antakya, τρεις άντρες, ο Α., ο Λ. και ο Η., είπαν ότι οι χωροφύλακες άδειασαν τα μικρά σακίδιά τους στον δρόμο «επειδή ήμαστε Σύριοι». Άλλες φορές τούς απευθύνονταν ως «προδότες, κλέφτες», και η λεκτική κακοποίηση κλιμακωνόταν σε σωματική βία και ξυλοδαρμό.

Ο U., 28 ετών, δήλωσε ότι ο ίδιος και μια ομάδα 11 φίλων του είχαν ταξιδέψει από την κοντινή πόλη Reyhanlı στην Antakya για να βοηθήσουν στην έρευνα και διάσωση την ημέρα των σεισμών. Στις 11 Φεβρουαρίου, είχαν επιστρέψει στο Reyhanlı με δύο πτώματα που είχαν ανασυρθεί από τα ερείπια, το ένα ενός άντρα από το ίδιο χωριό με τον U. στην επαρχία Idlib, και με το ηλεκτρικό ποδήλατο ενός άλλου άντρα που τους είχε ζητήσει να το παραλάβουν γι' αυτόν. Σταμάτησαν στην Antakya για να φάνε λίγη σούπα. Ο U. είπε ότι μια ομάδα ιδιωτών και χωροφυλάκων τους κατηγόρησε για κλοπή και άρχισε να τους χτυπάει. Αρκετοί κατάφεραν να το σκάσουν αλλά τουλάχιστον έξι ξυλοκοπήθηκαν:

«Οι άνθρωποι συγκεντρώθηκαν γύρω μας και μας επιτέθηκαν. Φορούσαν γιλέκα καθώς ήταν πολίτες που βοηθούσαν στην προσπάθεια διάσωσης. Μας κατηγόρησαν ότι κλέψαμε τα πτώματα και ένα ποδήλατο στο φορτηγό. Οι χωροφύλακες ήταν εκεί και πυροβόλησαν στον αέρα. Τους εξηγήσαμε ότι παίρναμε τα πτώματα με το αυτοκίνητο, αλλά μας σημάδευαν με κ αλάσνικοφ στο πρόσωπο, μας χτύπησαν πολύ άσχημα, μετά ήρθε μια άλλη ομάδα στρατιωτών και μας πέρασαν χειροπέδες».

Τους εξηγήσαμε ότι παίρναμε τα πτώματα στο αυτοκίνητο αλλά μας σημάδευαν με καλάσνικοφ στα πρόσωπα, μας χτυπούσαν πολύ άσχημα, μετά ήρθε μια άλλη ομάδα στρατιωτών και μας πέρασαν χειροπέδες.

Οι άντρες οδηγήθηκαν σε ένα μέρος κοντά στο εμπορικό κέντρο Prime Mall στην Antakya, τους ανάγκασαν να παραδώσουν τα τηλέφωνά τους και στη συνέχεια τους έδωσαν εντολή να τα ανοίξουν με τους αριθμούς pin για να αποδείξουν ότι ήταν οι πραγματικοί ιδιοκτήτες. Οι άντρες υπέστησαν τραυματισμούς στο πρόσωπο και μώλωπες, αλλά κανένας τους δεν αποφάσισε να υποβάλει καταγγελία, λέγοντας ότι ανησυχούσαν ότι οι χωροφύλακες δεν θα λογοδοτούσαν και ότι θα μπορούσαν να υποστούν αντίποινα. Οι ερευνήτριες/-ητές εξέτασαν και επαλήθευσαν πλάνα από την επίθεση εναντίον των αντρών που δημοσιεύτηκαν αργότερα σε τουλάχιστον τέσσερα κανάλια Telegram.
Συστάσεις

Οι τουρκικές αρχές θα πρέπει:

- Να διεξαγάγουν πλήρεις, άμεσες και αμερόληπτες έρευνες για όλες τις καταγγελίες περί βασανιστηρίων ή άλλης κακομεταχείρισης από την αστυνομία, τη χωροφυλακή και το στρατιωτικό προσωπικό στην περιοχή του σεισμού.
- Να διεξαγάγουν πλήρεις έρευνες σχετικά με ξενοφοβικές ή ρατσιστικές συμπεριφορές, συμπεριλαμβανομένων λεκτικών απειλών και σωματικών επιθέσεων, από τους αξιωματούχους επιβολής του νόμου κατά Σύρων ή άλλων αλλοδαπών υπηκόων.
- Να διασφαλίσει ότι όλα τα θύματα έχουν πρόσβαση σε αποζημιώσεις για τη βλάβη που υπέστησαν, σύμφωνα με το δικαίωμά τους και τις υποχρεώσεις της Τουρκίας βάσει του διεθνούς δικαίου.
- Να επανεξετάσει όλο το διαθέσιμο βιντεοσκοπημένο υλικό τέτοιων περιστατικών από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, συμπεριλαμβανομένων των καναλιών Telegram, για να εντοπίσει τα μέλη των δυνάμεων ασφαλείας που εμπλέκονται άμεσα σε περιστατικά βασανιστηρίων ή άλλης κακομεταχείρισης, ή που αποτυγχάνουν να αποτρέψουν ή να παρέμβουν σε περιστατικά όπου ιδιώτες έχουν πάρει τη δικαιοσύνη στα χέρια τους επιτιθέμενοι βίαια και ατιμώρητα σε ανθρώπους.
- Να προβεί σε πλήρη επανεξέταση του κατά πόσον ανώτεροι αστυνομικοί, χωροφύλακες και στρατιωτικοί έδωσαν εντολές στο προσωπικό, οι οποίες υποδείκνυαν ότι η κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης νομιμοποιούσε τα βασανιστήρια ή άλλη κακομεταχείριση.
- Να προβεί σε πλήρη επανεξέταση της επιβολής του νόμου στην περιοχή της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, ώστε να τερματιστεί η κατάφωρη κατάχρηση των αστυνομικών εξουσιών και να κατοχυρωθεί η ασφάλεια και η προστασία του πληθυσμού - αυτό περιλαμβάνει τη διασφάλιση της αυστηρής τήρησης, σε όλες τις περιπτώσεις, των νόμιμων μεθόδων σύλληψης, κράτησης και μεταχείρισης υπόπτων εγκληματιών, καθώς και την πλήρη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις εξασφάλισης ιατρικών γνωματεύσεων για τους κρατουμένους και την άμεση προσαγωγή των κρατουμένων ενώπιον εισαγγελέων και δικαστών.

ΚΑΝΕ ΜΙΑ ΔΩΡΕΑ
Υπερασπίσου τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και στήριξε την ανεξαρτησία του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας.