Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΟΥ ΤΡΑΜΠ ΓΙΑ “ΔΙΑΚΟΠΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ” ΤΡΟΦΟΔΟΤΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΙΣΑΛΛΟΔΟΞΙΑ
Με αφορμή τα σχέδια που ανακοίνωσε ο Πρόεδρος των Η.Π.Α. Ντόναλντ Τραμπ, περί υπογραφής εκτελεστικής εντολής «για προσωρινή αναστολή της μετανάστευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες», η Joanne Lin, διευθύντρια συνηγορίας της Διεθνούς Αμνηστίας στις Η.Π.Α., δηλώνει:
«Ενώ το πεδίο εφαρμογής της νέας πολιτικής που προτάθηκε από τον Τραμπ είναι ασαφές, αυτό που γίνεται σαφές είναι το εξής: ο Πρόεδρος χρησιμοποιεί μια πανδημία για να προωθήσει τη μισαλλοδοξία και την ξενοφοβία που αποτελούσαν ορόσημα της προεδρίας του από την πρώτη κιόλας μέρα.
«Είμαστε μία χώρα και δεν είναι δυνατό να αντιμετωπίσουμε την εξάπλωση του COVID-19 χωρίς τις συνεχείς προσπάθειες των μεταναστών/ριών, οι οποίοι/ες παρέχουν υγειονομική περίθαλψη και οικιακή βοήθεια, στελεχώνουν σούπερ μάρκετ και παράγουν τρόφιμα, των οποίων το έργο κρίθηκε απαραίτητο, ενώ ταυτόχρονα αγωνίζονται για την πρόσβαση σε περίθαλψη, υποστήριξη και υπηρεσίες.
«Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πρώτες σε κρούσματα του COVID σε όλο τον κόσμο, τα μέτρα που προτείνουν οι ειδικοί στον τομέα της υγείας ως ικανά να σταματήσουν την εξάπλωση, όπως η δυνατότητα εκτεταμένης πραγματοποίησης τεστ και η αυτο-απομόνωση, έχουν υπονομευθεί και περιφρονηθεί από τον Τραμπ. Εάν ο Πρόεδρος Τραμπ θέλει να περιορίσει την εξάπλωση και τους θανάτους που συμβαίνουν υπό την ηγεσία του, τώρα είναι η ώρα να απευθυνθεί στους επιστήμονες στον τομέα της υγείας και όχι να προσπαθεί να μεταφέρει την ευθύνη στους μετανάστες/ριες».
Υπόβαθρο και ευρύτερο πλαίσιο
Η Διεθνής Αμνηστία έχει καταγράψει αντιμεταναστευτικές πολιτικές που έχουν θεσπιστεί από τον Πρόεδρο Τραμπ μόλις από την πρώτη εβδομάδα της προεδρίας του, όταν υπέγραψε αυτό που έγινε γνωστό ως Απαγόρευση των Μουσουλμάνων και έθεσε σε κίνηση μια σειρά από γεγονότα που συνεχίζουν να αφήνουν τις οικογένειες σε αβεβαιότητα και κίνδυνο μέχρι σήμερα. Το τμήμα της Διεθνούς Αμνηστίας των ΗΠΑ αντιτάχθηκε στην απαγόρευση των μουσουλμάνων από την πρώτη εφαρμογή της, ζητώντας από το Κογκρέσο να την κρίνει ως άκυρη μέσω της έγκρισης του νόμου NO BAN (H.R. 2214 / S. 1123) (Καμία απαγόρευση). Μέλη της Αμνηστίας των Η.Π.Α. από όλη τη χώρα κινητοποιήθηκαν κατά της απαγόρευσης εισόδου ατόμων από συγκεκριμένα κράτη, συμμετείχαν στην πορεία διαμαρτυρίας και τη διαδήλωση που διοργανώθηκε στην Ουάσιγκτον, παρέδωσαν μια σχετική έκκληση στην ηγεσία του Κογκρέσου, ενώ παράλληλα δραστηριοποίησαν κοινότητες στα αεροδρόμια και διεξήγαγαν συγκεντρώσεις για να ενημερώσουν τους ανθρώπους για τα δικαιώματά τους.
Μετά την απαγόρευση, η AI USA κατέγραψε δεκάδες μελέτες περίπτωσης (case studies) για τις βλάβες που προκλήθηκαν σε άτομα και οικογένειες από την Υεμένη, το Ιράν, το Σουδάν και από άλλα κράτη που έπληξε η ταξιδιωτική απαγόρευση και τεκμηρίωσε τους τρόπους με τους οποίους η ζωή τους επηρεάστηκε πλήρως από την απαγόρευση. Το 2019, οι ερευνητές της Διεθνούς Αμνηστίας των Η.Π.Α. ταξίδεψαν στον Λίβανο και την Ιορδανία, όπου και πήραν σχεδόν 50 συνεντεύξεις από πρόσφυγες οι οποίοι, ως αποτέλεσμα της απαγόρευσης, έχουν εγκλωβιστεί σε χώρες όπου αντιμετωπίζουν περιοριστικές πολιτικές, εχθρικά περιβάλλοντα, και στερούνται των ίδιων δικαιωμάτων με τους μόνιμους κατοίκους ή τους πολίτες. Η έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας των ΗΠΑ, «Το βουνό είναι μπροστά μας και η θάλασσα είναι πίσω μας,» καταγράφει πώς οι πολιτικές διάκρισης του Τραμπ έχουν αποδεκατίσει την επανεγκατάσταση των προσφύγων από τον Λίβανο και την Ιορδανία, χώρες που φιλοξενούν τον υψηλότερο αριθμό προσφύγων στον κόσμο σε σχέση με τους πληθυσμούς τους. Η Διεθνής Αμνηστία έχει επίσης περιγράψει λεπτομερώς πώς οι επιστροφές προσφύγων από τον Λίβανο στη Συρία είναι πρόωρες και, στα τέλη του 2019, δημοσίευσε μια περαιτέρω έκθεση, «Απεσταλμένοι/ες σε Ζώνη Πολέμου: Οι Παράνομες Απελάσεις των Σύρων Προσφύγων από την Τουρκία», αναφέροντας λεπτομερώς πώς η Τουρκία απέλασε Σύρους πρόσφυγες στη Συρία, όπου διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο.
Η Διεθνής Αμνηστία έχει καταγράψει τον τρόπο με τον οποίο η πολιτική του Προέδρου Τραμπ που αφορά τον οικογενειακό διαχωρισμό, σε ορισμένες περιπτώσεις αποτελεί βασανιστήριο, όπως αυτό ορίζεται από το αμερικανικό και το διεθνές δίκαιο, έχει τεκμηριώσει την αμελή φροντίδα και την κακομεταχείριση των ανθρώπων που ζητούν ασφάλεια στις Η.Π.Α., θέτοντάς τους σε επιπλέον κίνδυνο κατά τη διάρκεια του COVID-19, κατήγγειλε την πολιτική του «Remain in Mexico» [Παραμονή στο Μεξικό], που έχει ωθήσει τους αιτούντες/ούσες άσυλο σε επικίνδυνες και επισφαλείς συνθήκες στο Μεξικό, και κατήγγειλε δημόσια τις συμφωνίες περί ασύλου και τις απαγορεύσεις χορήγησης ασύλου που έκοψαν την πρόσβαση στο σύστημα ασύλου των ΗΠΑ.