71 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΑΚΜΠΑ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ: ΙΟΡΔΑΝΙΑ
Κεφάλαιο 2
Η Ιορδανία είναι η χώρα που φιλοξενεί τον μεγαλύτερο αριθμό παλαιστινίων προσφύγων. Οι περισσότεροι/ες, αλλά όχι όλοι/ες, έχουν ιορδανική υπηκοότητα.
Σύμφωνα με την Υπηρεσία Αρωγής και Έργων των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες της Παλαιστίνης στην Εγγύς Ανατολή (UNRWA), πάνω από 2 εκατομμύρια εγγεγραμμένοι/ες παλαιστίνιοι/ες πρόσφυγες ζουν τώρα στην Ιορδανία. Οι περισσότεροι/ες διαμένουν σε πόλεις και χωριά δίπλα στους Ιορδανούς/ές, ενώ 370.000 ζουν σε καταυλισμούς, από τους οποίους 10 είναι επίσημοι και τρεις ανεπίσημοι.
Περίπου τα τρία τέταρτα των περισσότερων από 2 εκατομμυρίων παλαιστίνιων προσφύγων στην Ιορδανία κατέχουν πλήρη ιορδανική ιθαγένεια και επομένως διαθέτουν εθνικό αριθμό αναγνώρισης, ο οποίος τους επιτρέπει πρόσβαση στην αγορά εργασίας και στις υπηρεσίες δημόσιας υγείας και εκπαίδευσης. Ωστόσο, μια σημαντική μειονότητα, οι περισσότεροι/ες από τους οποίους έφτασαν στην Ιορδανία από τη Λωρίδα της Γάζας, σε αντίθεση με όσους/ες φτάνουν από τη Δυτική Όχθη, δεν κατέχουν ιορδανική υπηκοότητα. Μια εθνική απογραφή που διεξήχθη από το Τμήμα Στατιστικής της Ιορδανίας το 2016 κατέγραψε τον αριθμό τους στα 634.182. Εξαιρούνται από τα δικαιώματα και τις υπηρεσίες που απολαμβάνουν οι πολίτες και συγκαταλέγονται στις πιο άπορες κοινότητες της Ιορδανίας.
Η διαφορά μεταχείρισης μεταξύ των παλαιστινίων προσφύγων που μετακόμισαν στην Ιορδανία από τη Γάζα και εκείνων που προέρχονται από τη Δυτική Όχθη έχει τις ρίζες της στην ιστορία της ισραηλινό-παλαιστινιακής σύγκρουσης.
Μετά τον δεκάμηνο Αραβοϊσραηλινό πόλεμο το 1948, ο αιγυπτιακός στρατός πήρε τον έλεγχο της Λωρίδας της Γάζας, ενώ η Αραβική Λεγεώνα της Ιορδανίας εισήλθε στη Δυτική Όχθη, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ.
Η Ιορδανία προσάρτησε τυπικά τη Δυτική Όχθη στις 24 Απριλίου 1950, με μια κίνηση που κέρδισε ελάχιστη αναγνώριση από τη διεθνή κοινότητα. Αποτέλεσε μια πηγή σημαντικής διαφωνίας στο πλαίσιο της Αραβικής Λεγεώνας, που κατέληξε στην υιοθέτηση μιας λύσης που θεωρήθηκε τότε ότι θα κρατούσε τα προσχήματα: «αντιμετωπίζοντας το αραβικό τμήμα της Παλαιστίνης που προσαρτήθηκε από την Ιορδανία ως εχέγγυο μέχρι να λυθεί πλήρως το παλαιστινιακό ζήτημα προς το συμφέρον των κατοίκων της».
Για να επισημοποιήσει περαιτέρω το καθεστώς του πληθυσμού και της επικράτειας που είχαν προστεθεί προσφάτως, η Ιορδανία, υπό την κυριαρχία του βασιλιά Hussein bin Talal, εξέδωσε νόμο περί ιθαγένειας το 1954 επεκτείνοντας την ιορδανική ιθαγένεια σε «κάθε άτομο που δεν ήταν Εβραίος/α, κατείχε παλαιστινιακή υπηκοότητα πριν από τις 15 Μαΐου 1948 και ήταν κάτοικος της Ιορδανίας μεταξύ 20 Δεκεμβρίου 1949 και 16 Φεβρουαρίου 1954». Το μέτρο αυτό κάλυψε όλους τους κατοίκους της Δυτικής Όχθης, συμπεριλαμβανομένων των προσφύγων που είχαν εκτοπιστεί από άλλα παλαιστινιακά χωριά και πόλεις σε αυτό που αποτελεί τώρα το Ισραήλ. Στο μεταξύ, η Γάζα και οι κάτοικοί της παρέμειναν υπό αιγυπτιακό έλεγχο.
Η προσάρτηση υπερδιπλασίασε τον πληθυσμό της Ιορδανίας και οι νέοι πολίτες είχαν ισότιμη πρόσβαση στην εργασία σε όλους τους τομείς του κράτους, ενώ οι μισές έδρες του κοινοβουλίου της Ιορδανίας προορίζονταν για εκπροσώπους που θα εξέλεγαν. Ωστόσο, οι εξελίξεις δεν οδήγησαν αυτόματα σε αλλαγές στην οικονομική κατάσταση των παλαιστινίων προσφύγων και πολλοί/ές εξακολούθησαν να ζουν σε καταυλισμούς όπου λάμβαναν βοήθεια από την UNRWA για την υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση.
Η προσάρτηση παρέμεινε μέχρι την ήττα των αραβικών στρατών στον πόλεμο του Ιουνίου 1967 με το Ισραήλ. Ως αποτέλεσμα του πολέμου, η Δυτική Όχθη, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, καθώς και η Λωρίδα της Γάζας ήρθε υπό στρατιωτική κατοχή από το Ισραήλ. Περίπου 300.000 παλαιστίνιοι/ες πρόσφυγες έφυγαν από τη Δυτική Όχθη και τη Γάζα προς την Ιορδανία κατά τη διάρκεια και μετά τη σύγκρουση.
Μετά τον πόλεμο, η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ), υπό την προεδρία του Yasser Arafat, μετέφερε τη βάση της στην Ιορδανία, από όπου ξεκίνησε στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον του Ισραήλ. Καθώς η δύναμη της ΟΑΠ αυξήθηκε, η ηγεσία της άρχισε να επικρίνει τις, όπως τις χαρακτήριζαν, συμβιβαστικές πολιτικές του βασιλιά Hussein έναντι του Ισραήλ και αμφισβήτησε τις διεκδικήσεις του στη Δυτική Όχθη, καθώς και τον έλεγχό του στην Ιορδανία. Κάποια τμήματα μέσα στην ΟΑΠ κατέληξαν να ζητούν την ανατροπή του Ιορδανού μονάρχη. Απαντώντας, η Ιορδανία ξεκίνησε μια στρατιωτική εκστρατεία εναντίον της ΟΑΠ, και τον Ιούλιο του 1971 την εξανάγκασε να φύγει από την Ιορδανία. Η εκστρατεία ονομάστηκε «Μαύρος Σεπτέμβρης» και είχε ως αποτέλεσμα τη μετεγκατάσταση της ΟΑΠ στο Λίβανο.
Τον Ιούλιο του 1988, στην κορύφωση της πρώτης παλαιστινιακής Ιντιφάντα (λέξη που σημαίνει εξέγερση/αντίσταση) κατά της ισραηλινής στρατιωτικής κατοχής και εν μέσω αυξανόμενης υποστήριξης προς την ΟΑΠ, η Ιορδανία παραιτήθηκε από τις διεκδικήσεις της στη Δυτική Όχθη. Ο βασιλιάς Hussein ανήγγειλε τη διακοπή όλων των διοικητικών και νομικών δεσμών με την κατεχόμενη Δυτική Όχθη και εξήγησε την απόφασή του ως σεβασμό προς τις επιθυμίες των Παλαιστινίων για εθνική αυτονομία.
Τα σύνορα της Ιορδανίας επανήλθαν σε εκείνα που ήταν πριν από το 1948, και ο πληθυσμός της δεν περιλάμβανε πλέον όσους ζούσαν στη Δυτική Όχθη. Η Ιορδανία διατήρησε την κηδεμονία των μουσουλμανικών και χριστιανικών ιερών τόπων στην Ιερουσαλήμ και προσχώρησε στην Αραβική Ένωση αναγνωρίζοντας την ΟΑΠ ως τον «μοναδικό νόμιμο εκπρόσωπο του παλαιστινιακού λαού».
Η απόφαση είχε σημαντικό αντίκτυπο στους 760.000 Παλαιστίνιους/ες που ζούσαν στη Δυτική Όχθη, οι οποίοι αποτελούσαν τότε το 20% του πληθυσμού της Ιορδανίας. Η Ιορδανία ανακάλεσε την ιθαγένειά τους και τους προσέφερε, αντί αυτής, προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα.
Οι Παλαιστίνιοι/ες της Δυτικής Όχθης που ζούσαν στην Ιορδανία ή διέμεναν σε τρίτη χώρα διατήρησαν γενικά την ιορδανική τους ιθαγένεια. Ωστόσο, κατά τη δεκαετία του 2000, η Ιορδανία κατάργησε αυθαίρετα τα εθνικά έγγραφα ταυτότητας χιλιάδων από τα άτομα αυτά. Ανακάλεσε την ιορδανική υπηκοότητά τους και τους έδωσε προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα, τα οποία ήταν αναγκαίο να ανανεωθούν μετά από μια ορισμένη χρονική περίοδο, συνήθως από δύο έως πέντε χρόνια. Αυτά τα προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα δεν συνοδεύονται από εθνικό αριθμό αναγνώρισης, πράγμα που σημαίνει ότι οι κάτοχοί τους δεν έχουν πρόσβαση στα οφέλη της ιορδανικής ιθαγένειας.
Οι παλαιστίνιοι/ες πρόσφυγες που ήρθαν στην Ιορδανία από τη Λωρίδα της Γάζας, πολλοί/ες από τους οποίους/ες είχαν προηγουμένως εκτοπισθεί βίαια από τα σπίτια τους που βρίσκονταν στην περιοχή που αργότερα έγινε το Ισραήλ, δεν έλαβαν ποτέ ιορδανική υπηκοότητα και κατά συνέπεια παρέμειναν απάτριδες. Είχαν πρόσβαση στα αιγυπτιακά ταξιδιωτικά έγγραφα κατά την περίοδο ελέγχου της Αιγύπτου στη Λωρίδα της Γάζας μεταξύ 1948 και 1967, αλλά όχι στην αιγυπτιακή ιθαγένεια. Όταν χιλιάδες από αυτούς διέφυγαν από τη Γάζα στην Ιορδανία μετά τον πόλεμο του 1967, οι αρχές της Ιορδανίας εξέδωσαν προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα, τα οποία πρέπει να ανανεώνονται κάθε δύο χρόνια σε μια γραφειοκρατική διαδικασία που περιλαμβάνει το Υπουργείο Εσωτερικών και την έγκριση του πρωθυπουργού. Οι περισσότεροι/ες από αυτούς τους παλαιστίνιους πρόσφυγες κατοικούν σε καταυλισμούς προσφύγων στην Ιορδανία.
Ενώ τα προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα για τους πρόσφυγες από την Παλαιστίνη χωρίς ιθαγένεια που εκδίδονται χρησιμεύουν ως δελτία ταυτότητας, η έλλειψη ιθαγένειας τους θέτει σε επισφαλή θέση στην Ιορδανία. Δεν έχουν πρόσβαση στην κοινωνική υποστήριξη για τους φτωχούς. Επωφελούνται μόνο από τις υπηρεσίες εκπαίδευσης και υγειονομικής περίθαλψης της UNRWA. Ενώ μπορούν να έχουν πρόσβαση σε δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια, πρέπει να το κάνουν ως αλλοδαποί, και έτσι να πληρώνουν διπλάσια δίδακτρα. Δεν έχουν πρόσβαση σε δημόσια ασφάλιση υγείας, η οποία επιτρέπει στους πολίτες της Ιορδανίας να έχουν πρόσβαση σε δωρεάν ή χαμηλού κόστους ιατρικές συμβουλές, ιατρική και νοσηλεία.
Αποκλείονται από τις περισσότερες θέσεις εργασίας στον δημόσιο τομέα και χρειάζονται ειδικές άδειες εργασίας για να βρουν δουλειά στον ιδιωτικό τομέα. Δεν έχουν πρόσβαση σε επαγγέλματα όπως δικηγόροι και μηχανικοί, καθώς οι θέσεις εργασίας σε αυτούς τους τομείς απαιτούν την ιδιότητα μέλους του σχετικού συνδικάτου, το οποίο είναι ανοικτό μόνο στους πολίτες της χώρας. Το εργατικό δίκαιο της Ιορδανίας θέτει σαφείς περιορισμούς στην εργασία των μη πολιτών. Το άρθρο 12 απαιτεί την έγκριση της απασχόλησης μη Ιορδανών από τον Υπουργό Εργασίας ή τον αντιπρόσωπό τους. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι αναμένεται, είτε να διαθέτουν ένα σύνολο δεξιοτήτων που δεν μπορούν να εντοπιστούν στο εργατικό δυναμικό της Ιορδανίας, είτε να εργάζονται σε έναν τομέα που δεν διαθέτει αρκετούς υπαλλήλους από την Ιορδανία.
Μέχρι πρόσφατα δεν ήταν σε θέση να διαθέτουν αγροτικά οχήματα, ακίνητα ή πετρελαιοκίνητα οχήματα, η χρήση των οποίων εντοπίζεται κυρίως στο εμπόριο και τη γεωργία. Στις 3 Δεκεμβρίου 2018, μετά από πρόσκληση των μελών της κατώτερης οργάνωσης του κοινοβουλίου της Ιορδανίας, με στόχο την άμβλυνση των άθλιων συνθηκών για περισσότερους από 150.000 παλαιστίνιους πρόσφυγες από τη Γάζα, η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Omar Al-Razzaz αποφάσισε να επιτρέψει σε επικεφαλής οικογενειών από αυτή την ομάδα να κατέχουν ιδιοκτησία και γη, έκτασης που δεν θα υπερβαίνει το 1 στρέμμα, για την κατασκευή οικογενειακής κατοικίας και οχημάτων με κινητήρα ντίζελ.
Το 2017, μεταξύ άλλων σοβαρών οικονομικών μέτρων, η κυβέρνηση αύξησε το κόστος έκδοσης και ανανέωσης προσωρινών ταξιδιωτικών εγγράφων από 25 σε 200 ιρανικά δηνάρια (από 35 σε 282 δολάρια ΗΠΑ). Για να μετριαστεί αυτή η αύξηση, η κυβέρνηση επιβεβαίωσε την απόφαση του 2016 να απαλλάξει τους κατοίκους που κατέχουν προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα από την καταβολή παράβολων για άδειες εργασίας.
Η Διεθνής Αμνηστία καλεί την Ιορδανία να τροποποιήσει το νομικό καθεστώς των παλαιστινίων προσφύγων που δεν είναι Ιορδανοί πολίτες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έφτασαν στη Λωρίδα της Γάζας και των απογόνων τους, για να εξασφαλιστεί η καλύτερη προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους. Αυτοί οι πρόσφυγες δεν μπορούν να μετακομίσουν στο Ισραήλ ή στα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη, δεδομένης της άρνησης των ισραηλινών αρχών να συμμορφωθούν με το ψήφισμα 194 της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών για την προστασία του δικαιώματος επιστροφής των παλαιστινίων προσφύγων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που κατοικούν σήμερα στην Ιορδανία.
Είτε με πολιτογράφηση είτε με άλλα μέτρα, οι ιορδανικές αρχές θα πρέπει να εγγυηθούν ίσα δικαιώματα γι’ αυτούς τους πρόσφυγες στην εργασία, την υγεία, την εκπαίδευση και τη στέγαση με τους Ιορδανούς πολίτες.
Καταυλισμός της Γέρασας
Ο καταυλισμός της Γέρασας (Jerash), γνωστός ανεπίσημα ως καταυλισμός της Γάζας, δημιουργήθηκε σε 0,76 χλμ. γης στο κυβερνείο της Γέρασας, στη βόρεια Ιορδανία, το 1968, ως επείγον μέτρο για τη φιλοξενία περίπου 11.500 παλαιστινίων προσφύγων που είχαν έρθει από τη Γάζα.
Μεταξύ 1968 και 1971, οι δωρεές έκτακτης ανάγκης που διαχειρίζονταν η UNRWA χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή 2.000 καταφυγίων. Με την πάροδο του χρόνου, πολλοί/ες παλαιστίνιοι/ες πρόσφυγες αντικατέστησαν τις αυτοσχέδιες κατοικίες τους με πιο ανθεκτικά σκυροδέματα, αλλά πολλές στέγες παραμένουν κατασκευασμένες από αυλακωτό σίδηρο και φύλλα αμιάντου, η έκθεση στα οποία ενέχει σοβαρούς κινδύνους για την υγεία.
Οι τρέχουσες στατιστικές της UNRWA καθόρισαν τον αριθμό των εγγεγραμμένων προσφύγων στον καταυλισμό της Γέρασας στους 29.000. Η συντριπτική πλειονότητα είναι παλαιστίνιοι/ες που εγκατέλειψαν τη Γάζα για την Ιορδανία μετά από τον πόλεμο του 1967, που είχαν προηγουμένως εκτοπισθεί βίαια από τα σπίτια τους στον χώρο που αποτέλεσε μετά το Ισραήλ - ή απόγονοί τους. Το Ισραήλ τους απαγορεύει να ζουν είτε στο Ισραήλ είτε στη Γάζα.
Μόνο το 6% αυτών είναι Ιορδανοί πολίτες. Περίπου το 90% κατέχει προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα δύο ετών. Παραμένουν εξαρτημένοι/ες από τα κουπόνια και τα πακέτα τροφίμων, και τις υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης που παρέχονται από την UNRWA.
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιοποιήθηκε το 2013, η UNRWA θεωρούσε τον καταυλισμό της Γέρασας ως τον φτωχότερο από τους 10 παλαιστινιακούς καταυλισμούς προσφύγων στην Ιορδανία, ενώ το 52,7% των κατοίκων του είχε εισόδημα κάτω από το εθνικό όριο φτώχειας.
Η UNRWA είναι η μοναδική πηγή πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας για τους παλαιστίνιους/ες πρόσφυγες στον καταυλισμό. Αυτή περιλαμβάνει ιατρική περίθαλψη για χρόνιες ασθένειες, όπως ο διαβήτης και η υπέρταση (υψηλή αρτηριακή πίεση). Καλύπτει επίσης μέρος των τελών νοσηλείας στα δημόσια νοσοκομεία για τους κατοίκους των καταυλισμών χωρίς ιορδανική υπηκοότητα.
Η UNRWA είναι επίσης ο μοναδικός πάροχος παιδείας για παιδιά στον καταυλισμό της Γέρασας. Τέσσερα σχολεία των Ηνωμένων Εθνών σε δύο κτίρια εργάζονται σε διπλές βάρδιες. Οι αίθουσες διδασκαλίας είναι υπερπλήρεις και δεν διαθέτουν επαρκείς εγκαταστάσεις. Μόνο το 13% των παιδιών στον καταυλισμό συνεχίζουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Οι παλαιστίνιοι/ες πρόσφυγες στον καταυλισμό της Γέρασας έχουν πολύ περιορισμένη πρόσβαση στην απασχόληση, δεδομένου ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν είναι Ιορδανοί πολίτες. Ο καταυλισμός βρίσκεται επίσης σε μια μάλλον απομακρυσμένη περιοχή, με περιορισμένη πρόσβαση σε ευκαιρίες απασχόλησης.