ΑΠΟΛΥΣΕΙΣ ΧΩΡΙΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ;

Δημοσιεύθηκε στις 7 Νοεμβρίου 2018, 15:07Εκτύπωση

 

Άρθρο του Andrew Gardner, Επικεφαλής Τουρκικής Στρατηγικής και Έρευνας της Διεθνούς Αμνηστίας

Οι τουρκικές αρχές έχουν απολύσει 130.000 άτομα από τις δουλειές τους τα τελευταία δύο χρόνια. Οι περισσότεροι δεν έχουν καν μάθει το λόγο.

«Φαντάσου ότι ξυπνάς μια μέρα και τόσο εσύ όσο και η γυναίκα σου έχετε απολυθεί από τη δουλειά σας. Δεν υπάρχει καμία άλλη δουλειά την οποία να γνωρίζετε. Δεν ξέρετε πώς θα επιβιώσετε. Αυτή είναι η κατάσταση που η συντρόφισσά μου και εγώ αντιμετωπίσαμε ... Κανείς [από τη δουλειά μας] δεν μας είπε τίποτα – ο,τι μάθαμε, το μάθαμε από το διαδίκτυο».

Το παραπάνω απόσπασμα είναι από τον Deniz*. Ένα κατά τα άλλα συνηθισμένο πρωινό του Σεπτέμβρη το 2016, ο Deniz και η σύζυγός του Elif* έλαβαν απαίσια νέα. Χωρίς προειδοποίηση ή αιτιολογία, απολύθηκαν και οι δυο από τη δουλειά τους ως εκπαιδευτικοί σχολείων στην Τουρκία. Ο πανικός εκτινάχθηκε. Χωρίς δουλειές, πώς θα πληρώνουν τους λογαριασμούς, θα αγοράζουν τρόφιμα ή θα φροντίζουν τις οικογένειές τους;

Ο κόσμος γύρισε ανάποδα

Η ιστορία του Deniz και της Elif είναι δυστυχώς πολύ κοινότυπη. Είναι μόνο δύο από τα περίπου 130.000 άτομα με θέσεις εργασίας στον δημόσιο τομέα που απολύθηκαν συνοπτικά μέσα από μια σειρά εκτελεστικών διαταγμάτων, κατά τη διάρκεια της διετούς κατάστασης έκτακτης ανάγκης στην Τουρκία. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, η οποία τέθηκε σε εφαρμογή μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα το 2016, έχει πλέον τερματιστεί, αλλά για όσους/ες δεν έχουν εργασία, η δοκιμασία τους συνεχίζεται ακόμη.

Σε κανέναν από τους ανθρώπους που έχασαν τη δουλειά τους δεν δόθηκε συγκεκριμένος λόγος για τον οποίο απολύθηκαν. Οι μόνες πληροφορίες που δόθηκαν από τις αρχές βασίζονταν στα διατάγματα έκτακτης ανάγκης. Πιο συγκεκριμένα, υποστηρίχθηκε ότι απολύθηκαν επειδή υποτίθεται ότι είχαν «συνδέσμους» με «τρομοκρατικές» ομάδες. Δεν δόθηκαν περαιτέρω λεπτομέρειες.

Αρχικά, ο Ντενίζ πίστευε ότι θα επιστρέψει γρήγορα στη δουλειά του, καθώς επρόκειτο προφανώς για μια τρομερή παρεξήγηση. «Νομίζαμε ότι θα υπάρξει έρευνα και ότι θα επαναπροσληφθούμε. Η σύζυγός μου υποβλήθηκε σε ποινική έρευνα και οι κατηγορίες αποσύρθηκαν. Παρόλα αυτά, εξακολουθούμε να είμαστε στην ίδια κατάσταση εδώ και δύο χρόνια».

Καμία αποτελεσματική αποκατάσταση

Η νέα έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας με τίτλο, Απολύσεις Χωρίς Επιστροφή; Καμία επανόρθωση για τους απολυμένους δημόσιους υπαλλήλους στην Τουρκία, εξετάζει τη συστηματική αποτυχία του κράτους να επιτρέψει στους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα να ζητήσουν αποκατάσταση για τις αυθαίρετες απολύσεις τους. Αυτή η έκθεση βασίζεται στην προηγούμενη έρευνα σχετικά με τις μαζικές αυτές απολύσεις και τις συνέπειές τους, που δημοσίευσε η Διεθνής Αμνηστία το 2017 με τίτλο, Κανένα φως στον Ορίζοντα: Η Τουρκία αρνείται στους απολυμένους δημόσιους υπαλλήλους της ένα μέλλον.

Όπως και δεκάδες χιλιάδες απολυμένοι εργαζόμενοι του δημοσίου τομέα της Τουρκίας, στον Deniz είχε αρχικά αρνηθεί το δικαίωμα να ασκήσει έφεση εναντίον του τερματισμού της εργασίας του. Η «Επιτροπή Ερευνών Επείγουσας Ανάγκης» δημιουργήθηκε τελικά τον Ιανουάριο του 2017 για να εξετάσει τις προσφυγές, αλλά άρχισε να δέχεται αιτήσεις τον Ιούλιο του 2017 και εξέδωσε τις πρώτες αποφάσεις της τον Δεκέμβριο του 2017 - σχεδόν ενάμιση χρόνο μετά την απώλεια των θέσεων εργασίας.

Πολλοί από τους ανθρώπους που μιλήσαμε μας μίλησαν για τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν κατά την υποβολή των αιτήσεών τους στην Επιτροπή. Μια καφκική δοκιμασία: Πώς θα μπορούσαν να διαφωνήσουν με την απόλυση τους, χωρίς να γνωρίζουν γιατί απολύθηκαν; Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να κάνουν κάποια γενικόλογη έφεση, ή, ακόμη χειρότερα, να μαντέψουν γιατί οι αρχές αποφάσισαν να τερματίσουν τις συμβάσεις τους.

Η Aysegül*, της οποίας ο σύζυγος Ali* απολύθηκε από τη δουλειά του στον κρατικό ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό TRT, περιγράφει συνοπτικά: «Κάναμε έφεση χωρίς να γνωρίζουμε ενάντια σε τι ακριβώς ασκούμε έφεση».

Ο εξαναγκασμός των εργαζομένων να βασίζουν τις εφέσεις τους σε εικασίες είναι μόνο μία από τις πολλές αποτυχίες που συναντήσαμε κατά τη διάρκεια της έρευνας για την έκθεσή μας.

Διαπιστώσαμε επίσης ότι η Επιτροπή στερείται πραγματικής θεσμικής ανεξαρτησίας, χρησιμοποιεί παρατεταμένες διαδικασίες αναθεώρησης, αποτυγχάνει να δώσει στους/στις αιτούντες/ούσες την ευκαιρία να αντικρούσουν αποτελεσματικά τις κατηγορίες και παρουσιάζει τη συμμετοχή σε καθημερινές νόμιμες δραστηριότητες, όπως την κατάθεση χρημάτων σε μια συγκεκριμένη τράπεζα ή την εγγραφή του παιδιού σε ορισμένα σχολεία, ως «αποδεικτικά στοιχεία» για την αποδοχή των απολύσεων.

Διαπιστώσαμε επίσης σοβαρά ζητήματα που επηρεάζουν εκείνους και εκείνες των οποίων οι δουλειές αποκαταστάθηκαν. Αποδείχθηκε ότι λαμβάνουν ανεπαρκή πακέτα αποζημιώσεων και αντιμετωπίζουν τον υποβιβασμό της θέσης τους κατά την επανένταξή τους, εάν ασκούσαν διοικητικά καθήκοντα πριν την απόλυση τους.

Είναι σαφές ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να παράσχει ουσιαστική ή αποτελεσματική αποκατάσταση για τους απολυμένους δημοσίους υπαλλήλους της Τουρκίας. Πράγματι, φαίνεται να υπάρχει για να επικυρώνει τη συντριπτική πλειοψηφία των απολύσεων, παρά για να ελέγχει αυστηρά τα επιχειρήματα της κάθε περίπτωσης. Κατά τους 15 μήνες από τότε που άρχισε να δέχεται αιτήσεις, η Επιτροπή εξέτασε μόνο 36.000 από τις 125.000 υποβληθείσες αιτήσεις. Από τις περιπτώσεις που εξέτασε, μόλις οι 2.300 είχαν ως αποτέλεσμα την επαναφορά τους στις θέσεις εργασίας.

Περιθωριοποίηση, απομόνωση, κατάθλιψη

Δεδομένου ότι τα ονόματα των εργαζομένων του δημόσιου τομέα που απολύθηκαν από την εργασία τους δημοσιεύθηκαν σε καταλόγους που επισυνάπτονται στα εκτελεστικά διατάγματα, ο κοινωνικός αντίκτυπος αυτής της δημόσιας κατονομασίας και εξευτελισμού είναι πάρα πολύ έντονος.

Ο Ντενίζ περιγράφει την εμπειρία του, σύμφωνα με την οποία αισθάνεται σαν απόκληρος: «Οι άνθρωποι διστάζουν ακόμη και να σε χαιρετίσουν. Οι γείτονες σε κοιτάζουν διαφορετικά. Προσποιούνται ότι δεν σε βλέπουν όταν σε πετυχαίνουν στο δρόμο. Ενώ δεν γνωρίζεις ακριβώς για τι κατηγορείσαι, είσαι «τρομοκράτης» και εντελώς απομονωμένος, ακόμη και από τους πιο κοντινούς/ες σου».

Αλλά δεν είναι μόνο εκείνοι που έχουν χάσει τη δουλειά τους που αντιμετωπίζουν επιπτώσεις από τις απολύσεις. Αυτές οι μαζικές απολύσεις επηρεάζουν επίσης σοβαρά και τις οικογένειές τους :

«Ο γιος μου σπουδάζει μηχανικός στο πανεπιστήμιο» λέει η Ayşegül. «Μας είπε ότι οι φίλοι του (...) δεν του μιλούν πια. Κάποια στιγμή, ήθελε να αποχωρήσει από το πανεπιστήμιο. Τόση ήταν η διατάραξη που προκαλούσε αυτός ο κοινωνικός στιγματισμός στις σπουδές του».

Τεράστιο οικονομικό κόστος, άγνωστες ψυχολογικές επιπτώσεις

Ο οικονομικός αντίκτυπος των μαζικών απολύσεων ήταν ιδιαίτερα εξουθενωτικός για πολλούς και πολλές. Έχοντας εκδιωχθεί οριστικά από την απασχόληση στον δημόσιο τομέα, οι απολυμένοι δεν έχουν άλλη εναλλακτική λύση παρά να στραφούν στον ιδιωτικό τομέα, όπου πολλοί εργοδότες διστάζουν να δίνουν θέσεις εργασίας σε εκείνους/ες που απολύουν οι αρχές.

Αυτή η οικονομική πίεση, σε συνδυασμό με το βαθύ κοινωνικό στίγμα που συνδέεται με τις απολύσεις, έχει αφήσει πολλούς ανθρώπους με σοβαρές ψυχολογικές δυσκολίες. Μένοντας άνεργος για 16 μήνες, ο Kerem*, νοσοκομειακός ακτινολόγος, κατάφερε να επιστρέψει  στη δουλειά του φέτος, αφότου η Επιτροπή δέχθηκε ότι δεν είχε συνδέσμους με τρομοκρατικές ομάδες. Τα ψυχολογικά σημάδια του, όμως, δεν έφυγαν.

«Ήμουν συγκλονισμένος όταν ανακάλυψα ότι είχα απολυθεί. Δεν ήταν κάτι που περίμενα. Δεν είχα κάνει τίποτα λάθος. Το να δω το όνομά μου σε αυτή τη λίστα ... ήταν καταστροφικό για μένα και την οικογένειά μου. Δεν βγήκα από το σπίτι για οκτώ μήνες. Έχω λάβει ψυχολογική θεραπεία... Κάνω ακόμα θεραπεία σήμερα. Μου συνέβησαν όλα αυτά, αν και δεν είχα κάνει τίποτα λάθος».

«Έχω δυο παιδιά ηλικίας 11 και 5 ετών. Και αυτά υπέστησαν ψυχολογικό τραύμα ... Η αστυνομία ήρθε και έψαχνε το σπίτι. Αναζήτησαν βιβλία, εφημερίδες ή έγγραφα για να με ενοχοποιήσουν. Κατάσχεσαν τον υπολογιστή μου. Πήραν το τηλέφωνό μου».

Μέλλον; Ποιο μέλλον;

Η διετής κατάσταση έκτακτης ανάγκης της Τουρκίας τελικά έληξε στις 18 Ιουλίου 2018, αλλά για δεκάδες χιλιάδες απολυμένους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα η ζωή εξακολουθεί να μην είναι κανονική. Συνεχίζουν να ζουν με τον καταστροφικό αντίκτυπο των, εξαιρετικά δημόσιων, απολύσεών τους.

«Δεν θα επιστρέψουμε ποτέ ως οι άνθρωποι που ήμαστε κάποτε,» είπε ο Cengiz*, ένας ακαδημαϊκός που απολύθηκε μετά την υπογραφή μιας έκκλησης που ζητούσε να τερματιστεί η πολυετής διαμάχη της Τουρκίας με το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (PKK).

«Ήμουν ουσιαστικά δημόσια στιγματισμένος. Εμποδίστηκα να συνεχίσω την ακαδημαϊκή καριέρα μου. Έπρεπε να εργαστώ σε εργοτάξια γιατί κανένας άλλος δεν μου έδινε δουλειά».

 «Μια από τις πιο θεμελιώδεις αξίες που έχει ένα άτομο είναι η αίσθηση της δικαιοσύνης. Στην Τουρκία, το σύστημα δικαιοσύνης είναι υποχείριο των πολιτικών... αλλάζει ανάλογα με το πολιτικό κλίμα... Τη στιγμή που χάνεις την αίσθηση ότι έχεις πρόσβαση στη δικαιοσύνη, χάνεις την αίσθηση ότι ανήκεις σε μια χώρα».

 

*Τα ονόματα έχουν αλλάξει για να προστατεύσουν την ταυτότητα των ερωτηθέντων.

ΚΑΝΕ ΜΙΑ ΔΩΡΕΑ
Υπερασπίσου τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και στήριξε την ανεξαρτησία του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας.