ΙΡΑΝ: ΕΦΗΒΗ, ΘΥΜΑ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΑΣΜΟΥ. ΖΗΤΗΣΕ ΒΟΗΘΕΙΑ. ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΕΒΔΟΜΑΔΑ, ΕΚΤΕΛΕΣΤΗΚΕ
Από την Mansoureh Mills, ερευνήτρια της Διεθνούς Αμνηστίας στο Ιραν
«Ανήλικη νύφη». «Εγκληματίας». «Ανήλικη παραβάτρια». Αυτές είναι μερικές από τις πολλές ετικέτες που αποδόθηκαν στη Zeinab Sekaanvand κατά τη διάρκεια της πολύ σύντομης ζωής της. Η Sekaanvand, η οποία εκτελέστηκε την Τρίτη στη φυλακή Urumieh στην επαρχία του δυτικού Αζερμπαϊτζάν του Ιράν, δεν αντιμετωπίστηκε παρά σπάνια ως αυτό που πραγματικά ήταν: μια ευάλωτη νεαρή γυναίκα που παγιδεύτηκε σε έναν φαύλο κύκλο βίας και σεξουαλικής κακοποίησης από την παιδική της ηλικία.
Η Sekaanvand, η οποία ήταν 24 ετών όταν εκτελέστηκε, είχε περάσει σχεδόν το ένα τρίτο της ζωής της στη φυλακή. Τον Φεβρουάριο του 2012, συνελήφθη και δικάστηκε για τη δολοφονία του συζύγου της, ένα έγκλημα που έλαβε χώρα όταν ήταν 17 ετών. Είχε δηλώσει ότι βιάστηκε από τον κουνιάδο της και βασανίστηκε από την αστυνομία μετά τη σύλληψή της.
Το ιδιαίτερα λυπηρό σχετικά με την υπόθεση της Sekaanvand είναι η πολλαπλότητα των ευκαιριών στις οποίες οι ιρανικές αρχές θα μπορούσαν να έχουν παρέμβει για να την βοηθήσουν. Η Sekaanvand είχε καταγγείλει την κακοποίηση που δεχόταν. Μίλησε, ωστόσο την αγνόησαν.
Πρόκειται για ένα πολύ γνώριμο σενάριο για πολλές γυναίκες και κορίτσια. Αλλά επειδή η Sekaanvand έζησε στο Ιράν, η ιστορία της πήρε μια ακόμα πιο σκοτεινή τροπή.
Υπάρχουν πολλοί/ες όπως η Sekaavand στο Ιράν – που είναι μία από τις τελευταίες χώρες στον κόσμο που εκτελεί «ανήλικους/ες παραβάτες/τριες». Τουλάχιστον 88 άτομα ηλικίας κάτω των 18 ετών κατά τη στιγμή που διέπραξαν το έγκλημα βρίσκονται σήμερα καταδικασμένοι/ες σε θάνατο, μερικοί από τους οποίους αργοσβήνουν εδώ και πάνω από μια δεκαετία. Συγκεκριμένα, η υπόθεση της Zeinab θυμίζει εκείνη της Fatemeh Salbehi, που εκτελέστηκε το 2015 σε ηλικία 23 ετών για τη δολοφονία του συζύγου της, τον οποίο αναγκάστηκε να παντρευτεί όταν ήταν 16 ετών.
Με μια δεύτερη ανάγνωση, η υπόθεση της Sekaavand αναπαράγεται σαν οδηγός που εξηγεί τους χιλιάδες τρόπους με τους οποίους το ιρανικό σύστημα δικαιοσύνης τάσσεται κατά των γυναικών.
Γεννημένη στο βορειοδυτικό Ιράν σε μια φτωχή και πολιτισμικά συντηρητική ιρανική-κουρδική οικογένεια, η Sekaanvand ήταν 15 ετών όταν έφυγε από το σπίτι της για να παντρευτεί τον Hossein Sarmadi. Η Zeinab είχε πει ότι είδε τον γάμο ως τη μόνη ευκαιρία για μια καλύτερη ζωή. Αλλά ο νέος της σύζυγός ήταν βίαιος και η σχέση τους έγινε γρήγορα κακοποιητική, σωματικά και λεκτικά.
Η Sekaanvand ζήτησε διαζύγιο περισσότερες από μία φορές, αλλά ο σύζυγός της αρνήθηκε να της το δώσει. Στο Ιράν, οι διακρίσεις σε βάρος των γυναικών και κοριτσιών από το νομικό σύστημα συχνά τις εμποδίζουν να πάρουν διαζύγιο, ακόμη και αν έχουν υποστεί ενδοοικογενειακή βία.
Παρόλο που η Sekaanvand κατήγγειλε αρκετές φορές τη βίαιη κακοποίηση του συζύγου της στην αστυνομία, εκείνη επανειλημμένα την αγνόησε και δεν διερεύνησε την υπόθεση.
Απελπισμένη, η Sekaanvand προσπάθησε να επιστρέψει στους γονείς της, αλλά την είχαν αποκηρύξει από όταν έφυγε. Στο μεταξύ, είχε δηλώσει ότι ο αδελφός του Hossein τη βίαζε τακτικά.
Ήταν ένα παιδί, που βρισκόταν κάτω από τη δύναμη δύο βίαιων και κακοποιητικών ανδρών και κανείς δεν την βοηθούσε.
Τον Φεβρουάριο του 2012, η Sekaanvand συνελήφθη για τη δολοφονία του συζύγου της. Δεν της επετράπη η πρόσβαση σε δικηγόρο και δήλωσε ότι βασανίστηκε και ξυλοκοπήθηκε από αστυνομικούς κατά τη διάρκεια της ανάκρισης. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η Sekaanvand «ομολόγησε» ότι μαχαίρωσε τον άντρα της.
Μόνο στην τελευταία ακροαματική διαδικασία, τρία χρόνια μετά τη σύλληψή της, οι αρχές της επέτρεψαν να έχει πρόσβαση σε δικηγόρο. Σε αυτό το σημείο, απέσυρε την «ομολογία» της, λέγοντας στον δικαστή ότι τη δολοφονία είχε διαπράξει ο αδελφός του συζύγου της - ο φερόμενος ως βιαστής της.
Η Sekaanvand είπε στο δικαστήριο ότι ο κουνιάδος της τής είχε πει ότι, αν αναλάμβανε εκείνη την ευθύνη, θα της έδινε χάρη. Σύμφωνα με το ιρανικό δίκαιο, οι συγγενείς των θυμάτων δολοφονίας έχουν την εξουσία να δώσουν χάρη στον/στη δράστη και να δεχθούν, αντ’ αυτού, οικονομική αποζημίωση.
Αλλά αντί να ζητήσουν περαιτέρω έρευνες, οι αρχές απέρριψαν τη δήλωση της Sekaanvand - καταδικάζοντάς τη σε θάνατο με απαγχονισμό.
Το τραύμα της Sekaanvand δεν τελείωσε εκεί. Το 2015, ενώ βρίσκονταν στη φυλακή Urumieh, η Sekaanvand έμεινε έγκυος, αφού παντρεύτηκε έναν άλλο φυλακισμένο. Το μωρό της γεννήθηκε νεκρό τον Σεπτέμβριο του 2015. Οι γιατροί είπαν ότι το μωρό της είχε πεθάνει στη μήτρα της δύο μέρες νωρίτερα, λόγω σοκ-την ίδια περίοδο η κοντινότερη φίλη της Sekaanvand και συγκάτοικος στο κελί της είχε εκτελεσθεί. Οι αρχές ανάγκασαν τη Sekaanvand να επιστρέψει στη φυλακή την επόμενη ημέρα μετά τη γέννηση του νεκρού μωρού της και δεν της προσφέρθηκε καμία μεταγεννητική φροντίδα ή ψυχοκοινωνική υποστήριξη.
Προτού εκτελεστεί αυτή την εβδομάδα, οι αρχές διενήργησαν τεστ εγκυμοσύνης στη Sekaanvand. Όταν επέστρεψε αρνητικό, το θεώρησαν ως πράσινο φως για να την εκτελέσουν.
Η ζωή της Sekaanvand καθορίστηκε από ένα νομικό σύστημα το οποίο δυστυχώς θέτει τις γυναίκες σε μειονεκτική θέση. Ένα σύστημα που ορίζει την ηλικία της ποινικής ευθύνης στα εννέα χρόνια για τα κορίτσια και στα δεκαπέντε για τα αγόρια και τη νόμιμη ηλικία του γάμου για τα κορίτσια στα δεκατρία. Επίσης, δεν ποινικοποιεί τον βιασμό μιας γυναίκας από τον σύζυγό της.
Επιβάλλει βίαια την καταχρηστική, διακριτική και εξευτελιστική πρακτική της αναγκαστικής hijab (μαντήλας) στις γυναίκες και τα νεαρά κορίτσια και στη συνέχεια φυλακίζει όσες αναλαμβάνουν δράση ενάντια στην υποχρεωτική χρήση της.
Πρόκειται για ένα σύστημα όπου η μαρτυρία μιας γυναίκας αξίζει λιγότερο από εκείνη ενός άνδρα. Γι' αυτό κανένας στην εξουσία δεν άκουσε την ιστορία της Sekaanvand. Αντ’ αυτού, επέλεξαν να την εκτελέσουν.
Αυτό το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά από το TIME