ΜΕΤΑΞΥ ΦΟΒΟΥ ΚΑΙ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗΣ, Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΥΠΟ ΑΠΕΙΛΗ
* Από τον Andrew Garner, Eρευνητή της Διεθνούς Αμνηστίας στην Τουρκία με έδρα την Κωνσταντινούπολη.
Η δήλωση του πρωθυπουργού Ερντογάν για κατάσταση έκτακτης ανάγκης απειλεί να καταστρέψει τον ιστό της τουρκικής κοινωνίας.
Ο ήλιος δεν έχει ακόμη ανατείλει στην Κωνσταντινούπολη, αλλά η Αϊλίν* έχει ήδη ξυπνήσει. Έχει τακτοποιήσει το δωμάτιό της, έχει στείλει μερικά μηνύματα σε φίλους και έχει ετοιμάσει μια μικρή βαλίτσα. Φτιάχνει καφέ και, ενώ παρατηρεί την αντανάκλασή της στο σκοτεινό παράθυρο, κάθεται και περιμένει για ένα χτύπημα στην πόρτα ή τον ήχο από τις μπότες στα σκαλιά να τρέχουν προς το διαμέρισμά της.
Η Αϊλίν είναι ακτιβίστρια ανθρωπίνων δικαιωμάτων, γνωστή στις τουρκικές αρχές. Έπειτα από το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016 που οδήγησε σε σαρωτική καταστολή όλων όσοι ασκούσαν κριτική προς την κυβέρνηση, η Αϊλίν ακολουθεί το ίδιο τελετουργικό σχεδόν κάθε μέρα. Λέει πως φοβάται ότι θα την ξυπνήσει η αστυνομία σε κάποιον από τους πρωινούς αιφνιδιαστικούς ελέγχους της, από τους οποίους δεν κατάφεραν να γλιτώσουν οι φίλοι και οι συνάδελφοί της τους τελευταίους μήνες.
Είναι άραγε η Αϊλίν απλώς παρανοϊκή; Δεν φαίνεται να ισχύει κάτι τέτοιο.
Έπειτα από την απόπειρα πραξικοπήματος, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι συνελήφθησαν στην Τουρκία. Σχεδόν 400 Μ.Κ.Ο. έχουν κλείσει οριστικά και αυτή τη στιγμή η Τουρκία ευθύνεται για περίπου το ένα τρίτο των φυλακίσεων δημοσιογράφων στον κόσμο. Πολλοί από τους ανθρώπους που πέρασαν χρόνο στις υπερπληθείς τουρκικές φυλακές βρίσκονται εκεί με τις πλέον τετριμμένες προφάσεις, όπως ο Şenol Buran, ιδιοκτήτης καφετέριας απέναντι από τα γραφεία της αντιπολιτευτικής εφημερίδας Cumhuriyet, ο οποίος πέρασε εννέα ημέρες στο κρατητήριο όταν κάποιος τον κρυφάκουσε να λέει ότι δεν θα σέρβιρε ποτέ τσάι στον πρόεδρο Ερντογάν.
Αυτή είναι η νέα πραγματικότητα στην Τουρκία, όπου ο καθένας πρέπει να προσέχει τι λέει. Καμία προσβολή δεν είναι τόσο ασήμαντη ώστε να μη ληφθεί υπόψη από τις αρχές με στόχο να εμποδιστεί κάθε είδους άσκηση κριτικής. Η Αϊλίν λοιπόν προσπαθεί να είναι προετοιμασμένη, διότι εάν συλληφθεί, δεν έχει ιδέα για πόσο διάστημα μπορεί να μείνει υπό κράτηση.
Στις 31 Δεκεμβρίου, έλαβε χώρα η διεξαγωγή της ακρόασης της συγγραφέως Asli Erdoğan στην Κωνσταντινούπολη. Η Erdoğan αφέθηκε ελεύθερη στις 29 Δεκεμβρίου έχοντας ήδη προφυλακιστεί και παραμείνει υπό κράτηση για 132 ημέρες περιμένοντας τη δίκη της. Το «έγκλημά» της ήταν ότι διατηρούσε στήλη στην καθημερινή κουρδική εφημερίδα Özgür Gündem, η οποία έκλεισε υπό το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που τέθηκε σε ισχύ σε συνέχεια της απόπειρας πραξικοπήματος. Η Erdoğan έζησε τον εφιάλτη της Αϊλίν - συνελήφθη κατά τη διάρκεια πρωινής επιδρομής στο διαμέρισμά της, στο οποίο δε θα επέστρεφε για περισσότερους από 4 μήνες. Η προφυλάκισή της ήταν αυθαίρετη, μια τιμωρία που στόχο της είχε να στείλει μήνυμα σε όλους όσοι σκέφτονταν να μιλήσουν ανοιχτά ενάντια των αρχών.
Η καινούργια χρονιά στην Τουρκία ξεκίνησε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Οι άνθρωποι ζουν ήδη με το φόβο επιθέσεων. Δεν πρέπει να ζουν με το φόβο ότι δε μπορούν να μιλήσουν ελεύθερα δημόσια.
Η απελευθέρωση της Erdoğan «άνοιξε» ένα μικρό παράθυρο ελπίδας στην πρόσφατη σκοτεινή ιστορία της Τουρκίας, αλλά αυτό κράτησε για πολύ λίγο. Δύο μέρες μετά, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, ένας οπλισμένος άνδρας πραγματοποίησε φρικτή επίθεση σε νυχτερινό κέντρο στην Κωνσταντινούπολη, σκοτώνοντας 39 ανθρώπους και τραμαυτίζοντας 65. Ήταν μια φρικιαστική αρχή για το νέο έτος. Στις 4 Ιανουαρίου, το τουρκικό κοινοβούλιο ψήφισε την παράταση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης της χώρας για άλλους τρεις μήνες. Κάθε ελπίδα ότι η Τουρκία θα ήταν ένα πιο ασφαλές και ελεύθερο μέρος για το 2017 έσβησε πριν καν αρχίσει η νέα χρονιά.
Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης αποτελεί πρόσχημα πίσω από το οποίο κρύβονται επανειλημμένες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έχουν διαπραχθεί από τον Ιούλιο, δηλαδή το μήνα που τέθηκε σε ισχύ. Καταργεί βασικές διατάξεις σχετικά με τη διαδικασία της δίκαιης δίκης όπως και ζωτικής σημασίας εγγυήσεις ενάντια στα βασανιστήρια και την κακομεταχείριση. Η κυβέρνηση χρησιμοποιεί αυτά τα μέτρα έκτακτης ανάγκης, τα οποία είναι εξαιρετικά διευρυμένα, με στόχο να φιμώσει και να εκφοβίσει αυτούς που τολμούν να ασκήσουν το δικαίωμά τους στην ελευθερία της έκφρασης.
Για παράδειγμα, οι δημοσιογράφοι Erol Önderoğlu και Ahmet Nesin και ο υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Şebnem Korur Fincanci είναι ανάμεσα σε αυτούς που αντιμετωπίζουν κατηγορίες για «τρομοκρατικής φύσεως προπαγάνδα» επειδή έλαβαν μέρος σε εκστρατεία αλληλεγγύης για την εφημερίδα Özgür Gündem. Μια ημέρα μετά την απελευθέρωση της Asli Erdoğan, οι τουρκικές αρχές κατηγόρησαν τον διακεκριμένο ερευνητή δημοσιογράφο Ahmet Şik για «διασπορά τρομοκρατικής προπαγάνδας». Κατηγορήθηκε ότι έχει σχέση με τρεις ομάδες αντιφατικών ιδεολογιών, συμπεριλαμβανομένου και του κινήματος Γκιουλέν, το οποίο η κυβέρνηση κατηγορεί ότι υποκίνησε το πραξικόπημα, αγνοώντας το γεγονός ότι ο Şik επέκρινε ανοιχτά το κίνημα αυτό για χρόνια.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Τουρκία αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις στο θέμα της ασφάλειας και ότι έχει καθήκον να προστατέψει τους ανθρώπους που βρίσκονται υπό τη δικαιοδοσία της. Εκτός από την απόπειρα πραξικοπήματος, μέσα στο 2016 έγιναν επανειλημμένες φρικτές επιθέσεις σε αμάχους από ένοπλες ομάδες, ανάμεσα στις οποίες συγκαταλέγονται η ομάδα που αυτοαποκαλείται Ισλαμικό Κράτος (ΙSIS) και τα Γεράκια για την Ελευθερία στο Κουρδιστάν (TAK), ομάδα που αποτελεί παρακλάδι του Εργατικού Κόμματος στο Κουρδιστάν (PKK). Ωστόσο, το θέμα της αντιμετώπισης αυτών των αυξανόμενων απειλών είναι ένα θέμα που πρέπει να συζητηθεί ανοιχτά από ένα ευρύ φάσμα φωνών. Αντιθέτως, οι αρχές ενίσχυσαν τον φόβο του κόσμου καταστέλλοντας την ελευθερία της έκφρασης και φυλακίζοντας οποιονδήποτε μιλάει εκτός της επικρατούσας πολιτικής γραμμής.
Οι άνθρωποι ζουν ήδη με το φόβο επιθέσεων. Δεν πρέπει να ζουν και με το φόβο ότι δε μπορούν να μιλήσουν ελεύθερα δημόσια.
Αυτός ο χρόνος έχει αφήσει ένα βαθύ σημάδι στην Τουρκία και ο φόβος που υπάρχει στον αέρα είναι αισθητός. Στην Κωνσταντινούπολη, δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι οι άνθρωποι μιλάνε πιο σιγά στους δημόσιους χώρους, με ένα επιφυλακτικό βλέμμα στο πρόσωπό τους. Στο σπίτι τους παρακολουθούν «δημόσιες συζητήσεις» στην τηλεόραση όπου όλοι έχουν την ίδια γνώμη, ενώ απογοητεύονται συνεχώς από το μπλοκάρισμα των κοινωνικών μέσων δικτύωσης και την σταδιακή εξαφάνιση των διαθέσιμων μέσων ενημέρωσης. Η καθημερινότητά τους μοιάζει σαν να έχει χάσει πλέον το χρώμα της.
Αυτά τα μέτρα καταστολής απειλούν να καταστρέψουν τον ιστό της τουρκικής κοινωνίας. Ανάμεσα στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που πρόσφατα έκλεισαν οριστικά συγκαταλέγονται και εκείνες που δουλεύουν με επιζώντες από βασανιστήρια και θύματα ενδοοικογενειακής βίας, τοπικές ανθρωπιστικές οργανώσεις που παρέχουν βοήθεια στους πρόσφυγες και στους εσωτερικά εκτοπισμένους, καθώς και η κορυφαία Μ.Κ.Ο. που ασχολείται με τα δικαιώματα του παιδιού στην Τουρκία, Gündem Çocuk. Αυτή η δυναμική κοινωνία πολιτών έχει ρημαχτεί και θα είναι δύσκολο να εκτιμηθεί ο αντίκτυπος που θα έχει η τελική κατάλυσή της. Σε αυτούς τους ταραγμένους και τρομακτικούς καιρούς, χρειαζόμαστε τις γενναίες φωνές των δημοσιογράφων, των ακτιβιστών και των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων περισσότερο από ποτέ. Αντίθετα, όμως, αυτοί ρίχνονται στις μαύρες τρύπες των κελιών των φυλακών.
Η καινούργια χρονιά στην Τουρκία ξεκίνησε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Οι άνθρωποι ζουν ήδη με το φόβο επιθέσεων. Δεν πρέπει να ζουν και με το φόβο ότι δε μπορούν να μιλήσουν ελεύθερα δημόσια. Ήδη θρηνούν τις εκατοντάδες ζωές που χάθηκαν τον τελευταίο χρόνο. Δε χρειάζεται να θρηνήσουν και για τη στέρηση της ελευθερίας τους.
Καθώς το φως της ημέρας σκορπίζεται στην κουζίνα της, η Αϊλίν βγάζει ένα διστακτικό αναστεναγμό ανακούφισης. Τα κατάφερε για μία ακόμη ημέρα. Τι επιφυλάσσει η αυριανή ημέρα για εκείνην και για τη χώρα της, όμως, παραμένει αβέβαιο.
*Το πραγματικό όνομα έχει αλλάξει για προστασία της ταυτότητάς της.
Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά από το Newsweek.