ΜΠΑΧΡΕΙΝ: Η ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΦΙΜΩΣΗ ΤΩΝ ΕΙΡΗΝΙΚΩΝ ΦΩΝΩΝ ΑΝΤΙΡΡΗΣΗΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ
Η Διεθνής Αμνηστία κάλεσε τις αρχές του Μπαχρέιν να σταματήσουν την αμείλικτη καταστολή των δικαιωμάτων της ελεύθερης έκφρασης, του συνεταιρίζεσθαι και του συνέρχεθαι ειρηνικώς.
Η Διεθνής Αμνηστία κάλεσε τις αρχές του Μπαχρέιν να σταματήσουν την αμείλικτη καταστολή των δικαιωμάτων της ελεύθερης έκφρασης, του συνεταιρίζεσθαι και του συνέρχεθαι ειρηνικώς, έπειτα από δύο μήνες μέσα στους οποίους ο αριθμός των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ακτιβιστών της πολιτικής αντιπολίτευσης στους οποίους έχει απαγορευτεί η έξοδος από τη χώρα και τους οποίους έχουν ανακρίνει και καταδικάσει, άγγιξε σχεδόν τους 40. Αυτή η έκκληση έρχεται σε συνέχεια της εντατικοποίησης της δράσης των αρχών του Μπαχρέιν για καταστολή της ελευθερίας, δράση η οποία ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2016.
Η Διεθνής Αμνηστία επίσης καλεί τις αρχές του Μπαχρέιν να αποφυλακίσουν άμεσα και άνευ όρων όλους των κρατούμενους συνειδήσεως, συμπεριλαμβανομένων του Nabeel Rajab και του Sheikh Ali Salman.
Στις 15 Δεκεμβρίου, η δίκη εναντίον του κρατούμενου συνειδήσεως, Nabeel Rajab, αναβλήθηκε για πέμπτη φορά και προγραμματίστηκε εκ νέου για τις 28 Δεκεμβρίου. Η δίκη του Nabeel Rajab ξεκίνησε στις 12 Ιουλίου με τις κατηγορίες της «διάδοσης ψευδών ειδήσεων εν καιρώ πολέμου», της «προσβολής των δημοσίων αρχών [το Υπουργείο Εσωτερικών]» και της «προσβολής ξένης χώρας». Ο Rajab αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες, οι οποίες βασίζονται σε σχόλια που ανάρτησε στο Twitter και δικές του αναδημοσιεύσεις σχετικά με τον πόλεμο στην Υεμένη και τα βασανιστήρια στη φυλακή Τζο έπειτα από την εξέγερση των φυλακισμένων το Μάρτιο του 2015. Αν καταδικαστεί, αντιμετωπίζει έως και 15 χρόνια φυλάκισης. Προς το παρόν, συνεχίζει να κρατείται στο αστυνομικό τμήμα της Δυτικής Ρίφα, στα νοτιοδυτικά της Μανάμα, της πρωτεύουσας του Μπαχρέιν. Ο Nabeel Rajab είναι κρατούμενος συνειδήσεως, ο οποίος κρατείται αποκλειστικά και μόνο για την ειρηνική άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης.
Στις 12 Δεκεμβρίου, το Εφετείο της Μανάμα, παραβιάζοντας την αρχή της δίκαιης δίκης, επικύρωσε την επέκταση της ποινής φυλάκισης που είχε επιβληθεί στον Sheikh Ali Salman, Γενικό Γραμματέα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης (Εθνική Ισλαμική Κοινωνία Al-Wefaq), σε εννέα χρόνια για τις ειρηνικές ομιλίες που εκφωνούσε μεταξύ του 2012 και του 2014. Στις 17 Οκτωβρίου, το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο της χώρας διέταξε την επανάληψη της δίκης, απορρίπτοντας την προηγούμενη ετυμηγορία του Εφετείου, που είχε εκδοθεί εις βάρος του Sheikh Ali Salman στις 30 Μαΐου 2016, και η οποία είχε παρατείνει την ποινή φυλάκισης του από 4 σε 9 χρόνια. Ο Sheikh Ali Salman είναι επίσης κρατούμενος συνειδήσεως, ο οποίος κρατείται αποκλειστικά και μόνο για την ειρηνική άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης.
Τον περασμένο Νοέμβριο, δεκάδες υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πολιτικοί ακτιβιστές καθώς και ένας δικηγόρος ειδικευόμενος στα ανθρώπινα δικαιώματα προσήχθησαν από τις αρχές ενώπιον της δικαιοσύνης με την κατηγορία ότι συμμετείχαν σε ειρηνική καθιστική διαμαρτυρία, η οποία διεξαγόταν στο Ντουράζ από τον Ιούνιο. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι κάτοικοι του χωριού Ντουράζ και δεν έλαβαν μέρος στη διαμαρτυρία μπροστά από το σπίτι του Sheikh Isa Qassem. Στους περισσότερους, μάλιστα, έχει απαγορευτεί η έξοδος από τη χώρα, ενώ κατηγορούνται επίσης για «συμμετοχή σε παράνομη συγκέντρωση». Οι περισσότεροι κατηγορούμενοι είχαν προηγουμένως λάβει επίσημη απαγόρευση εξόδου από τη χώρα ή αποτράπηκαν από το να ταξιδέψουν στο εξωτερικό για να λάβουν μέρος σε εκδηλώσεις για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μεταξύ του Ιουνίου και του Αυγούστου. Σε πολλούς είχε γνωστοποιηθεί τότε από τις αρχές πως δεν υπήρχαν επίσημες κατηγορίες εναντίον τους, ενώ η ταξιδιωτική απαγόρευση εις βάρος τους τελικά άρθηκε.
Στις 10 Νοεμβρίου, ο διακεκριμένος δικηγόρος για τα ανθρώπινα δικαιώματα Mohamed al-Tajer κατηγορήθηκε για «υποκίνηση βίας ή μίσους ή περιφρόνησης για μία συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων», «προσβολή καταστατικών οργάνων [της Εισαγγελίας, του Υπουργείου Εσωτερικών και της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών]», καθώς επίσης και για «κατάχρηση του τηλεφώνου» του. Οι κατηγορίες συνδέονται με μία ανάρτηση που έκανε στο Twitter στις 14 Φεβρουαρίου, κατά τη διάρκεια της πέμπτης επετείου της εξέγερσης του Μπαχρέιν, στην οποία ανέφερε ότι «Η ιστορία διηγείται την πτώση των δικτατόρων, όμως δε μαθαίνουμε από τα διδάγματά της» και μία άλλη ανάρτηση στο Twitter στην οποία ασκούσε κριτική στις αρχές για την απαγόρευση που επέβαλαν στους πολίτες για τη συμμετοχή τους στις προσευχές στο Ντουράζ. Στον Mohamed al-Tajer απαγορεύθηκε επίσης η έξοδος από τη χώρα. Η Διεθνής Αμνηστία καλεί να αρθούν όλες οι κατηγορίες που του έχουν αποδοθεί καθώς και η απαγόρευση της εξόδου από τη χώρα.
Επιπλέον στις 10 Νοεμβρίου, ο υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Abdulnabi al-Ekri καταδικάστηκε για «συμμετοχή σε παράνομη συγκέντρωση» στο Ντουράζ, την 1η Αυγούστου
γύρω στις 4 το πρωί, μια κατηγορία την οποία ο ίδιος αρνείται. Η πρώην αντιπρόεδρος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας του Μπαχρέιν και πρώην κρατούμενος συνειδήσεως, Jalila al-Salman, έχει επίσης κατηγορηθεί για «συμμετοχή σε παράνομη συγκέντρωση» αυτή τη φορά στο χωριό Ντάιχ, δυτικά της Μανάμα, στις 11 Αυγούστου.
Στις 15 Νοεμβρίου, η Nedal al-Salman, μέλος του Κέντρου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Μπαχρέιν (BCHR) ανακρίθηκε για δύο διαφορετικές κατηγορίες εις βάρος της για «συμμετοχή σε παράνομη συγκέντρωση», συμπεριλαμβανομένης και αυτής στο Ντουράζ. Την επόμενη μέρα, η υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Asma Darwish κλήθηκε στο γραφείο της Εισαγγελίας για κατηγορίες σχετικά με τη «συμμετοχή της σε παράνομη συγκέντρωση» τον Αύγουστο, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ζούσε εκτός του Μπαχρέιν εκείνη την περίοδο, γεγονός που καθιστά τις κατηγορίες εναντίον της ανυπόστατες.
Στις 23 Νοεμβρίου, η Roula al-Saffar, η υπεύθυνη του Συνδέσμου Νοσηλευτών του Μπαχρέιν και πρώην κρατούμενη συνειδήσεως, κατηγορήθηκε από τις αρχές για «παρότρυνση βίας ή μίσους και περιφρόνηση του καθεστώτος» εξαιτίας μιας ανάρτησης που έκανε στο Twitter, καθώς και για «διατάραξη της ειρήνης και ασφάλειας της χώρας».
Πολιτικοί ακτιβιστές της αντιπολίτευσης στοχοποιήθηκαν επίσης από τις αρχές τον περασμένο Νοέμβριο. Ο Radhi al-Mousawi, πρώην Γενικός Γραμματέας της Κοινωνίας Δημοκρατικής Δράσης (Wa’ad), ανακρίθηκε στο γραφείο του Εισαγγελέα στις 10 Νοεμβρίου και αφέθηκε ελεύθερος. Επιπλέον, τρεις μέρες νωρίτερα, του είχε απαγορευτεί να φύγει από το Μπαχρέιν. Στις 15 Νοεμβρίου, ο Khalil al-Marzooq, αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας της Al-Wefaq, του βασικού κόμματος της αντιπολίτευσης του Μπαχρέιν, και πρώην κρατούμενος συνειδήσεως, ανακρίθηκε στο γραφείο του Εισαγγελέα με την κατηγορία της «συμμετοχής σε παράνομη συγκέντρωση» στο Ντουράζ την 1η Αυγούστου γύρω στις 4 το πρωί, χωρίς όμως να του αποδοθούν κατηγορίες.
Τιμωρητικοί Περιορισμοί Στο Ντουράζ
Πέρα από τις κατηγορίες που αποδίδονται σε υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πολιτικούς ακτιβιστές για τη συμμετοχή τους στις συνεχιζόμενες ειρηνικές καθιστικές διαμαρτυρίες στο Ντουράζ, οι αρχές του Μπαχρέιν έχουν επίσης επιβάλει περιορισμούς σε όλους του κατοίκους του χωριού, καθώς και σε εκείνους που επιθυμούν να το επισκεφτούν.
Σύμφωνα με τους κατοίκους του χωριού, από τις 20 Ιουνίου δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στο διαδίκτυο κάθε μέρα από τις 7 μ.μ. μέχρι τη 1 π.μ., την ώρα δηλαδή που οι περισσότεροι πολίτες συμμετέχουν στις διαμαρτυρίες, ενώ όλοι οι δρόμοι προς το Ντουράζ παραμένουν κλειστοί, εκτός από δύο οι οποίοι διαθέτουν σημεία ελέγχου. Παράλληλα, απαγορεύεται η είσοδος στο χωριό σε όλα τα άτομα των οποίων η ταυτότητα δεν πιστοποιεί ότι είναι κάτοικοι του Ντουράζ, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που απλά θέλουν να επισκεφτούν τις οικογένειές τους ή να συμμετάσχουν στις δημόσιες προσευχές που γίνονται εκεί. Πρόσφατα, η Διεθνής Αμνηστία έλαβε σχετική πληροφόρηση η οποία επιβεβαιώνει ότι, τον τελευταίο μήνα, δεν επιτρέπεται στις εταιρείες νερού να μεταφέρουν πόσιμο νερό σε επιχειρήσεις στο χωριό. Παρόμοια τακτική παρατηρείται και με ορισμένες εταιρείες τροφίμων. Οι καταστηματάρχες πρέπει να ταξιδέψουν στα περίχωρα του χωριού προκειμένου να συλλέξουν τις παραγγελίες τους.
Υπόβαθρο
Πέρα από την επιβολή απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα σε όσους υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και σε δεκάδες πολιτικούς ακτιβιστές από τον Ιούνιο του 2016, οι αρχές του Μπαχρέιν έχουν εντατικοποιήσει την καταστολή των δικαιωμάτων της ελευθερία της έκφρασης και του δικαιώματος του συνέρχεσθαι για την ειρηνική καθιστική διαμαρτυρία στο Ντουράζ, η οποία ξεκίνησε στις 20 Ιουνίου έξω από το σπίτι του πνευματικού ηγέτη Sheikh Isa Qassem. Οι συμμετέχοντες διαμαρτύρονται για την αυθαίρετη αφαίρεση της ιθαγένειας του, η οποία τον έχει καταστήσει άπατρι. Δεκάδες ειρηνικών διαδηλωτών και πάνω από 70 σιίτες κληρικοί, συμπεριλαμβανομένου και του Sheikh Maytham al-Salman, κληρικού και υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κλήθηκαν από τις αρχές ενώπιον της δικαιοσύνης και συνελήφθησαν σε σχέση με τις διαμαρτυρίες. Τουλάχιστον 20 από αυτούς δικάστηκαν και, εν τέλει, καταδικάστηκαν σε φυλάκιση από ένα έως δύο χρόνια. Στις 15 Αυγούστου, ο Sheikh Maytham al-Salman κατηγορήθηκε για «συμμετοχή σε παράνομη συγκέντρωση» και αφέθηκε ελεύθερος. Ωστόσο, δεν είναι γνωστό αν και πότε θα δικαστεί. Ο Sheikh Maytham al-Salman ανακρίθηκε για δεύτερη φορά στις 10 Οκτωβρίου σχετικά με το θρησκευτικό λόγο που εκφώνησε για την τελετή της Ασούρα.
Οι αρχές του Μπαχρέιν έχουν επίσης στοχοποιήσει την αντιπολίτευση, διαλύοντας την Al Wefaq και προχωρώντας στην κατάσχεση όλων των περιουσιακών στοιχείων του κόμματος, ύστερα από μήνυση που κατατέθηκε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Οι αρχές του Μπαχρέιν δεν έχουν κανένα αξιόπιστο αποδεικτικό στοιχείο που να αποδεικνύει ότι η Al-Wefaq δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από ένα ειρηνικό αντιπολιτευτικό κίνημα.